Πέμπτη 7 Νοεμβρίου 2019

ΛΑΡΚΟ δυστυχώς ακόμα μια φορά


Κάτι τέτοιες ανακοινώσεις με εξοργίζουν. Με στενοχωρεί δε που και εσείς οι άλλοι δεν αντιδράτε.

Όποιος έχει περάσει έξω από μια μεγάλη βιομηχανία, όπως η ΛΑΡΚΟ, ξέρει το τι κόπος χρειάζεται για να συντηρείται ο μηχανολογικός εξοπλισμός και οι εγκαταστάσεις. Και στην ΛΑΡΚΟ όλα είναι παρατημένα.

Στην ΛΑΡΚΟ εδώ και καιρό κανείς δεν ασχολείται με την ΛΑΡΚΟ ως βιομηχανία. Μαθητευόμενοι μάγοι διευθυντές κοοματόσκυλα και κομματοεπιρροές, άσχετοι κι ανεύθυνοι ακόμα δυστυχώς και της καθ' ημάς Αριστεράς κουνάνε μοχλούς που σπρώχνουν ανθρώπους στην κρεατομηχανή. Αυτό κι αν είναι σκάνδαλο: διότι είσαι μέτοχος στο έγκλημα όταν το βλέπεις να συμβαίνει και δεν κάνεις κάτι. Και πολλοί από αυτούς το ήξεραν και το είχαν καταγγείλει πριν μπουν στις θέσεις διοίκησης.

Ειδικά στα χρόνια της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ και των παρελκομένων της, δεν έγινε απολύτως τίποτα. Στις σκουριές της ΛΑΡΚΟ θαύτηκαν τα μεγάλα λόγια της ευαισθησίες για την ζωής της εργατικής τάξης και το όνειορο της βιομηχανικής αναγέννησης -θου Κύριε.

Και ιδού ο Πρόεδρος του (μεγαλύτερου) Σωματείου (μέλος/στέλεχος της ΝΔ παρακαλώ)  να δηλώνει ότι θα σταματήσουν να δουλεύουν! Χα! και γιατί δεν το έχουν κάνει παρακαλώ; Η ΛΑΡΚΟ μπαίνει με τα μπούνια μέσα και είναι μια μηχανή παραγωγής νεκρών. Οπότε όφελος θα ήταν η διακοπή των εργασιών της μέχρι να γίνει ένας αξιοπρεπής εκσυγχρονισμός.

Αλλά, καθώς οι καλοί μισθοί πέφτουν, κάθε μέτρο για την σωτηρία των εργαζομένων μετατίθεται στο μέλλον. Κι έτσι έχουν οι πολιτικές και συνδικαλιστικές εξουσίες χώρο να . . . παίζουν.

Το θέμα της ΛΑΡΚΟ δεν είναι απλό αλλά δεν είναι και θέμα μόνο πολιτικής βούλησης, που λένε συχνά οι Αριστεροί Είναι πιο σύνθετο και απαιτεί διακομματική και "διακοινωνική" συνεννόηση. Κι αυτό κάνει την αναζήτηση λύσης σχεδόν αδύνατη. 

Μικρές νίκες του Ελληνικού πολιτισμού

Ο Ελληνικός πολιτισμός, ο δικός μας δηλαδή, είναι αναγνωρίσιμος σε όλον τον πλανήτη. Κι όταν λέω "Ελληνικός Πολιτισμός" είναι όλα τα πνευματικά δημιουργήματα από την Ελληνική αρχαιότητα, την Βυζαντινή περίοδο έως και σήμερα.
Ναι και σήμερα, παρόλη την γκρίνια μας, οι Έλληνες δημιουργούμε και παράγουμε αξίες!
Αυτός ο πολιτισμός είναι μέρος και κτήμα της ανθρωπότητας κι αυτό ακριβώς είναι το όφελος για εμάς, τους σύγχρονους Έλληνες. Αυτό βέβαια με την σειρά απαιτεί σε εμάς να μελετούμε και να γνωρίζουμε αυτόν τον πολιτισμό. Ε, στο σημείο αυτό πρέπει να εντείνουμε τις προσπάθειες😉
Η σύγχρονη Ελληνική κοινωνίας μας λοιπόν, με όσα αρνητικά της καταλογίζουμε, έχει να επιδείξει κατακτήσεις κι επιτεύγματα και προσπαθεί να κρατήσει το βήμα σε αυτή την μακροχρόνια πολιτισμική ανέλιξη. Ένδειξη της δύναμης που έχει η σύγχρονη Ελληνική κοινωνία είναι η ικανότητα της να ελκύει και να κάνει Έλληνες πολίτες από όλα τα μέρη του κόσμου.

Δείτε κι ακούστε τον λόγο (τέλεια Ελληνικά) της αριστούχου μαθήτριας με καταγωγή από την Νιγηρία που ήταν σημαιοφόρος στην παρέλαση της 28ης Οκτωβρίου.

Δείτε όμως στην φωτό δίπλα της την συγκίνηση που προκαλεί αυτή η εμφάνιση σε μια άλλη μαύρη γυναίκα (ίσως η μάνα της;). Κι αυτή είναι η νίκη μας!

Πρόσφυγες ή η απέχθεια για τον ξένο

Όσο γερνάω όλες και πιο πολλές βεβαιότητες μου ανατρέπονται και πρέπει να ξανασκεφτώ τα πράγματα που θεωρούσα δεδομένα από την αρχή. Κι αυτό, αλήθεια σας λέω, δεν είναι καθόλου εύκολο. Οι βεβαιότητες προσφέρουν ηρεμία.
Ξανασκέφτομαι σημαίνει ανατρέχω στο παρελθόν μου για να δέσω κόμπο στο κομμένο νήμα.
Ήταν μια εποχή, όταν ήμουν παιδί, που στο Ερημόκαστρο τα παιδιά έπαιζαν μικρούς εμφύλιους πολέμους. Οι «αγοραίοι» ενάντια στους «δημοφιλαίους» και οι «σχολαίοι» ενάντια στους «ντιβαναίους». Πραγματικά σκληρές συγκρούσεις με σπασμένα κεφάλια και επικίνδυνους τραυματισμούς.
Ο άλλος από την άλλη γειτονιά ήταν εχθρός.
Κατά καιρούς εχθροί γίνονταν οι Κασκαβελαίοι απέναντι, οι βρομιάρηδες κι οι ψωριάρηδες. Κι εκείνοι πάλι, σιχαίνονταν να μας λένε με το όνομά μας «Ερημοκαστραίοι» και έλεγαν «οι απέναντι» -«άτα γκα τέντρα».
Όταν έρχονταν οι Αθηναίοι, στις γιορτές δηλαδή, ήταν αυτοί οι «άλλοι», οι «εχθροί» και τους κοροϊδεύαμε και σχολιάζαμε την μπουταλοσύνη τους στα αρβανίτικα και γελούσαμε πίσω από την πλάτη τους.
Μερικές φορές εχθροί απαίσιοι γίνονταν οι Γιαχωβάδες, οι Ευαγγελικοί αλλά αυτό το θεωρούσαμε εν μέρει φυσικό για τους ανθρώπους της Εκκλησίας: έτσι κι αλλιώς πάντα είναι φανατικοί όταν δουν κάτι να απειλεί τα ιερά και όσια της Ορθοδοξίας.
Πιο πέρα από το χωριό δεν πηγαίναμε και δεν ξέραμε. Έτσι δεν ξέραμε κάτι για «ρατσισμό» και «φυλετικές διακρίσεις».
Α, υπήρχαν οι γύφτοι, που τώρα τους λέμε «Ρομά», αλλά αυτοί από μόνοι τους ήταν διακριτοί (έχεις δει ρε γύφτισσα να πηδιέται με δικό μας; ) και στο περιθώριο χωρίς παρεξήγηση.
Στην συνέχεια βιώναμε κατά καιρούς τον διαχωρισμό ένεκα πολιτικών πεποιθήσεων: ΚΚέδες και Δεξιοί, Πασόκοι και Νεοδημοκράτες σε ξεχωριστά καφενεία, Ολυμπιακοί και Παναθηναϊκοί -αυτό κρατάει ακόμα, και τόσων άλλων.
Και βεβαίως μια τέτοια αντίθεση σημειώθηκε όταν άρχισαν να έρχονται οι Αλβανοί. Δεν έμεινε αρνητικός χαρακτηρισμός που να μην χρησιμοποιήθηκε εναντίον τους: βρωμιάρηδες, εγκληματίες, κακοποιά στοιχεία, κλέφτες. Για ό,τι παρανομία υπήρχε και ο Αλβανός της. Και βέβαια για την κακή κατάσταση των σχολείων έφταιγαν τα Αλβανάκια που, αλλοίμονο, συγχρωτίζονταν με τα δικά μας Ελληνόπουλα και ίσως μετέδιδαν ποικίλες αρρώστιες.
Στο μεταξύ οι Αλβανοί μετανάστες προσφέρουν σημαντικές υπηρεσίες σε όλους μας στα χωράφια και στις οικοδομές, τα παιδιά τους κρατάνε τα σχολεία μας ανοικτά και είναι καλοί μαθητές. Εκείνοι δε, σκληρά εργαζόμενοι αγοράζουν τα χωράφια και τα σπίτια μας και γίνονται σαν κι εμάς: μέχρι και χρυσαυγήτες είχαν γίνει!
Και βέβαια είναι γνωστό το πως υποδέχθηκαν οι πρόγονοί μας τους αδελφούς μας Μικρασιάτες πρόσφυγες μετά το 1922, αλλά ας μην διαταράξω την εθνική μας ομοφροσύνη. Αυτοί μας έφεραν τον πολιτισμό τους και τον χαιρόμαστε τώρα με τα ρεμπέτικα, τα τσιφτετέλια όπως αυτό που σας δίνω εδώ.
Όταν χειροτερεύουν τα πράγματα οικονομικώς, τότε η γκρίνια γίνεται θεωρία συνωμοσίας και μίσος για κάποιον άλλον που ούτε τον ξέρω καν. Ο «εχθρός», η «απειλή της ενδεχόμενης καταστροφής», μας ενώνει κι έτσι είμαστε καλύτερα ψυχολογικώς όταν μοιραζόμαστε ένα κοινό αίσθημα ανησυχίας κι ανασφάλειας. Ο καθένας χωριστά και το πλήθος στο καφενείο αισθάνεται πιο ήρεμος όταν βρεθεί μια εύκολη αληθοφανής εξήγηση της κακοδαιμονίας μας. Μας ψεκάζουν, μας τρώνε τα λεφτά στο Χρηματιστήριο, μας στέλνουν τους πρόσφυγες, μας παίρνουν την Μακεδονία, την Θεσπρωτία (Τσαμουριά), την Θράκη, το Αιγαίο κι ων ούκ έσται τέλος, όλες αυτές οι καταστροφές που δεν είναι δυνατόν να τις διαχειριστεί κανείς, λειτουργούν καταθλιπτικά μεν αλλά και ανακουφιστικά δε. Διότι επιτέλους υπάρχει μια εξήγηση για όλα αυτά που μού πάνε στραβά κι αυτό είναι κάτι.
Οπότε, τουλάχιστον για εμένα, είναι κατανοητές όλες αυτές οι «λαϊκές» εκδηλώσεις ρατσισμού και μισανθρωπισμού που εκδηλώνονται τις τελευταίες μέρες σε διάφορες πόλεις, με αφορμή τις μετεγκαταστάσεις των προσφύγων (ούτε μετανάστες είναι ούτε λαθρομετανάστες) από την Συρία.
Η ημιμάθεια σε συνδυασμό με την παραδοσιακή ανικανότητα της Ελληνικής Δημόσιας Διοίκησης είναι επαρκής λόγος για πολλαπλές εκρήξεις.
Όλη αυτή η συζήτηση έφτασε και στο Δήμο μας και έγινε σχετική συζήτηση στο Δημοτικό Συμβούλιο. Εκεί ο Δήμαρχος ήταν καθησυχαστικός: στον Δήμος μας για διάφορους λόγους δεν θα μας φέρουν Σύριους πρόσφυγες. Μάλιστα.
Όμως θα είχε ενδιαφέρον μια άλλη προσέγγιση.
Εφόσον η ροή των προσφύγων από την Συρία δεν θα κοπάσει, κι εφόσον έχει αποδειχθεί ότι υπάρχει μια αντικειμενική δυσκολία στην τακτοποίησή τους, θα έπρεπε ως Δήμος να θέσουμε στους εαυτούς μας το ερώτημα για το πως μπορούμε να βοηθήσουμε την Πατρίδα μας και να εκτιμήσουμε με ρεαλισμό κι αίσθηση ευθύνης και πατριωτισμού υπό ποιες προϋποθέσεις μπορούμε να φιλοξενήσουμε και πόσους πρόσφυγες στα χωριά του Δήμου μας; Διότι αντικειμενικώς δεν μπορούμε να υπερβούμε ένα κάποιο μέτρο το οποίο όμως πρέπει να το ορίσουμε.
Δηλαδή νομίζω ότι αντί να περιμένουμε να «μας φορέσουν καπέλο» την μία ή την άλλη «λύση» που θα είναι μια απόφαση στο πόδι με πολλές μεγάλες σφραγίδες, κι επειδή η Πατρίδα μας πράγματι αντιμετωπίζει ένα σοβαρό πρόβλημα, είναι πιο καλά (1) να προσπαθήσουμε να καταλάβουμε την ουσία του προβλήματος και (2) να προτείνουμε εμείς μια κάποια λύση αφού την σκεφτούμε και την σχεδιάσουμε καλύτερα από τους «από πάνω».
Κι οι Θεσπιείς τότε, στα 480 π.Χ. όταν τους έκαψαν το χωριό τους οι εισβολείς Πέρσες, πρόσφυγες έγιναν στην Πελοπόννησο. Τι θα έκανα σήμερα; Θα έστηναν φράγματα και θα έσφαζαν όλους αυτούς τους απελπισμένους που δεν έχουν που την κεφαλή κλείναι;
Πως είπατε; Θα πληγεί έως εξαφανίσεως ο πολιτισμός μας αό τους αλλόθρησκους και αλλοεθνείς; Μα ο πολιτισμός μας άντεξε τόσους αιώνες κι όχι μόνον δεν χάθηκε αλλά, το αντίθετο, αφομοίωσε και αφομοιώνει όλους τους ξένους μας. Εάν δεν μπορεί πια να το κάνει, ας χαθεί για να γεννηθεί κάτι πιο ωραίο και πιο δυνατό.

Σάββατο 2 Νοεμβρίου 2019

Η Γιάννα στα Δερβενάκια, η Μαριάννα στις Θερμοπύλες κι οι 700 Θεσπιείς στο . . . Κατσακούτσο (*)



Ζούμε σε έναν τόπο που είναι γεμάτος Ιστορία. Είμαστε βουτηγμένοι στην Ιστορία. Αλλά εμείς μάλλον δεν θα μείνουμε στην Ιστορία. Την Ιστορία πάντως (με το Ι κεφαλαίο) την έχουμε ξεσκίσει. 

Την Ιστορία βέβαια που την ξέρει ο καθένας με τον δικό του τρόπο, κατά τις πεποιθήσεις και τις κοσμοθεωρίες του και την διαβάζει και την χρησιμοποιεί αναλόγως.

Μέσα στην ημιμάθεια πορευόμαστε στον 22ο αιώνα, φωτίζοντας με μίζερα φαναράκια κατά καιρούς κομμάτια από αγάλματα και αγγεία. Έτοιμοι να αντιδράσουμε με φανατισμό σε όποιον θίξει δήθεν την φήμη  των προγόνων μας ενώ αγνοούμε ουσιαστικά την τεράστια προσφορά τους.

Ειδικά εμείς οι Ερημοκαστραίοι, όταν ακούμε Θεσπιές τρέχουμε με βιασύνη και σκουντάμε τον Δημόφιλο και τους 700 πεσόντες στις Θερμοπύλες και την Φρύνη. Τους ζητάμε να σηκωθούν από το τάφο τους και να μπουν επικεφαλής και αρχηγοί μας -όπως στο γνωστό τραγούδι του Μπρέχτ.

Αλλά ό,τι γίνεται στο χωριό μας, γίνεται στην χώρα ολάκερη. Το καλοκαίρι ο Πρωθυπουργός είχε αναθέσει στην Γιάννα να οργανώσει τους εορτασμούς για τα 200 χρόνια από την Επανασταση του 1821

Κι επιπλέον, λίγο καιρό μετά, σε άλλη λαμπρή εκδήλωση με την παρουσία του Προέδρου της Δημοκρατίας πριν λίγες ημέρες, ο Πρωθυπουργός  ανάθεσε σε  επιτροπή υπό την κ. Μαριάννα Βαρδνογιάννη τους εορτασμούς για τα 2500 χρόνια από το καλοκαίρι / φθινόπωρο του 490 π.Χ. οπόταν έγιναν η μάχη των Θερμοπυλών και η ναυμαχία της Σαλαμίνας. Στην συνάντηση αυτή δεν καλέστηκε ο Δήμαρχος μας κι αμέσως ένα ηλεκτρικό σοκ μας ξύπνησε από την καφενειακή μας ραστώνη ένα κύμα διαμαρτυριών ξέσπασε προς όλους εκείνους που αγνόησαν την συμβολή των Θεσπιαίων στους αγώνες εναντίον των Περσών.

Θλίψη με κατέχει που η «φιλελεύθερη» Κυβέρνηση της χώρας μας βγάζει και πάλι στα παζάρια του κόσμου τις αρχαίες πραμάτειες μας ελλείψει άλλων επιτευγμάτων. Η Κυβέρνηση της χώρας αντί να αξιοποιήσει έστω αυτές τις εκατονταετίες και χιλιετίες από ένδοξες στιγμές της Ελληνικής Ιστορίας ως αφορμή για να ενθαρρύνει την φιλομάθεια των πολιτών, τις προσθέτει στο πρόγραμμα δημοσίων σχέσεων των εκλεκτών κυριών, ευπόρων βεβαίως βεβαίως.

Στενοχωρήθηκα όμως και με όσα άκουσα και είδα στην  συζήτηση που έγινε στο Δημοτικό Συμβούλιο  πριν λίγες ημέρες με θέμα (ανάμεσα σε άλλα) την μεθόδευση της αντίδρασης του Δήμου μας σε όλα αυτά.  

 Ψύχραιμος βέβαια ο Δήμαρχος είπε ότι το ότι δεν τον κάλεσαν στην εκδήλωση της Βαρδινογιάννη που προανέφερα, δεν ήταν σχεδιασμένο από σκοτεινούς κύκλους αλλά απλή συνέπεια της γενικής άγνοιας ακόμα και επισήμων όπως οι Υπουργοί Παιδείας και Πολιτισμού, για την ιστορική συμβολή των 700 προγόνων μας. Κι έτσι είναι.

Και ξαναθυμήθηκα το όσες φορές σε παρέες με άτομα από άλλα μέρη έχω δώσει μάχες για την αποκατάσταση της Αλήθειας. Κι αφού έχω αναφερθεί στα Ιστορικά γεγονότα του 480 π.Χ. έχω εισπράξει τόσες εκδηλώσεις απορίας και θαυμασμού «τι λές βρε παιδί μου!» και βλέπω τον Δημόφιλο Διαδρόμου εκεί που ήταν έτοιμος να ορμήσει, να ξαναβάζει το ξίφος στην θήκη και να ξαπλώνει ήρεμος στον αιώνιο ύπνο του. Και μετά όλα ξεχνιούνται μέσα σε μια φιλοσοφικοφανή ανταλλαγή θορύβων για τον ιδεολογικό ιμπεριαλισμό όπου οι ισχυροί γράφουν και γράφονται στην Ιστορία κατά προτεραιότητα και οι μικροί και αδύναμοι, όπως οι Θεσπιείς, εμφανίζονται ως υποσημείωση που κανείς δεν προσέχει.

Με την ευκαιρία να πως ότι ακόμα και σε αυτή την συνεδρίαση του Δημοτικού συμβουλίου από το Ερημόκαστρο ήταν καμιά δεκαριά συμπατριώτες μας. Ακόμα και η προσβολή προς τους 700 δεν ήταν ικανή να μας βγάλει από την ράθυμη αναζήτηση του «τι και τις πταίει» που «άμοιροι κι άβουλοι αντάμα περιμένουμε κάνα θάμα» . . .

(*) Κατσακούτσος είναι γνωστή ρεματιά κοντά στο χωριό μας σχετικά απρόσιτη

Τρίτη 22 Οκτωβρίου 2019




Επιστροφή . . .

Γυρνάω έπειτα από καιρό. Σηκώνω τα ρολά και ανοίγω την πόρτα. Τρίζουν οι μεντεσέδες. Μπαίνω μέσα και μια μυρωδιά από καπνό και ανθρώπους με γεμίζει. 
Σκόνη παντού αλλά όλα στην θέση τους. Διότι τα πράγματα ξέρουν να περιμένουν. Οι άνθρωποι βιάζονται και ξεχνούν.
Μετράω τον χρόνο πλέον με αυτούς που πέθαναν. Μετρώ τις καρέκλες που έμειναν άδειες και ακούω τα σβησμένα κεριά πίσω μου να σωρεύονται.
Αυτός που ενέπνευσε τον Έρμο πια δεν υπάρχει πια. Αλλά μού είπε πως θέλει να διαβάζει όσα λέγονται στην αίθουσα. Μακάρι να γεμίσει και πάλι με φωνές και καπνούς. 
Καιρός για καθάρισμα και λάντζα. 
Καλό φθινόπωρο!

Διάφορα