Υπάρχουν περιστατικά στις οικογένειες όλων μας που αποτελούν την οικογενειακή ιστορία του καθενός μας και συνολικά την ιστορία του χωριού μας. Διότι «χωριό» δεν είναι τα τούβλα κι οι τοίχοι αλλά οι άνθρωποι. Κι οι άνθρωποι συντηρούν μνήμες και συχνά δημιουργούν μυθολογίες και για την δική τους οικογένεια αλλά και για τις άλλες.
Οι οικογενειακές ιστορίες είναι χρήσιμο να συζητιούνται διότι έπειτα από πολλά χρόνια, όταν τα πρώτα πάθη καταλαγιάζουν, είναι σαν μια κάθαρση η αναφορά στο παρελθόν που πλήγωσε. Τα άσχημα, τα δυσάρεστα γεγονότα στην ζωή του χωριού μας, πρέπει να τα συζητάμε και να προσπαθούμε να τα καταλάβουμε. Όχι να κρίνουμε και να «δικάσουμε» τους πρωταγωνιστές, αλλά να σκεφτούμε τους εαυτούς μας σε ανάλογες καταστάσεις και την δική μας συμπεριφορά.
Συχνά επίσης, ελλείψει γραπτών στοιχείων κι αρχείων, οι προφορικές αναφορές θολώνουν σε μια αχλή χρόνου και για αυτό πρέπει να αντιμετωπίζονται με κατανόηση.
Να μια τέτοια αναφορά κι όποιος έχει άλλα στοιχεία ας τα επισυνάψει ως σχόλια ή ας μού στείλει μήνυμα:
Κάθε του Αγίου Νικολάου, 6 Δεκεμβρίου, η Γιωργίτσα Λάντζα σύζυγος Βασιλείου, μαζευόταν κουβάρι δίπλα στο τζάκι, άναβε ένα καντήλι και καθόταν εκεί σιωπηλή όλη μέρα. Ο γιός της, η νύφη της, τα εγγόνια της, δεν της μιλούσαν και φρόντισαν να μην κάνουν φασαρία εκείνη την μέρα.
Η Γιωργίτσα επίσης είχε απαγορέψει να μιλάνε για το γεγονός που θα σας πω καθώς και το να έχουν τα παιδιά και τα εγγόνια της οποιαδήποτε σχέση με όπλα.
Στην αρχή νόμιζα ότι πενθούσε τον γιο της Γιώργο Λάντζα που ήξερα πως εκτελέστηκε στις 27 Δεκεμβρίου 1947 στην Χαλκίδα.
Η εκτέλεση του Γιώργου αλλά και το γεγονός που θα σας αναφέρω, ήταν ταμπού για την οικογένεια Λάντζα. Ήταν ένα στίγμα που πιο καλά να το ξεχάσει κανείς παρά να μιλάει για αυτό. Για πολλά χρόνια νόμιζα ότι τα δύο γεγονότα συσχετίζονταν αλλά όπως θα δείτε δεν είχαν καμία σχέση.
Η Γιωργίτσα πάντως δεν πενθούσε στις 27 Δεκεμβρίου. Πενθούσε κάτι άλλο και πέρασαν πολλά χρόνια για να το καταλάβω.
Προπολεμικώς, όταν τα παιδιά του χωριού μας τελείωναν το Γυμνάσιο, συνέχιζαν τις σπουδές τους στο λεγόμενο «αστικό» που ήταν ακόμα δύο χρόνια, πριν πάνε στο Πανεπιστήμιο. Επειδή δεν είχαμε «αστικό» στο χωριό, όσα παιδιά ήθελαν να συνεχίσουν, έρχονταν στην Θήβα. Έτσι, ο Γιώργος γεννημένος στα 1924, το 1939 ήταν μαθητής στην Θήβα μαζί με άλλα παιδιά.
Στην αρχή συγκατοικούσε με τον Αντώνη Δημητρίου (φαίνονται οι δύο τους στην φωτογραφία) αλλά μετά με τον Σωτήρη Δρίτσα που ήταν κι ο «κολλητός» του. Ο Γιώργος θα σπούδαζε γεωπόνος κι ο Σωτήρης δικηγόρος.
Εκείνη την εποχή η Θήβα ήταν ένα κέντρο κομμουνιστικής δραστηριότητας. Η πιο μαχητική ομάδα ήταν οι τσαγκαράδες κι εκεί στα μαγαζιά τους γινόταν η «κατήχηση» στα ιδανικά του κομμουνισμού. Οι μαθητές δεν έμειναν ασυγκίνητοι. Η εναντίωση στην Μεταξική δικτατορία, στην εξουσία της εποχής, ο μετεφηβικός ρομαντισμός οδήγησε τον Γιώργο να οργανωθεί στην Κομμουνιστική Νεολαία (ΟΚΝΕ). Όταν στις αρχές της Κατοχής δημιουργήθηκε η ΕΠΟΝ, ο Γιώργος μαζί με τον Σωτήρη έγιναν δραστήρια μέλη της.
Ήταν δυο παιδιά ούτε καν είκοσι χρονών.
Το καλοκαίρι του 1943, το αντάρτικό είχε αρχίσει να κάνει την παρουσία του στα βουνά γύρω από το χωριό μας. Κάποιος στην Θήβα τους έδωσε ένα περίστροφο για να τους εξοικειώσει με τα όπλα. Κρυφά άρχισαν να εκπαιδεύονται στην σκοποβολή για να βγουν αντάρτες.
Στις 6 Δεκεμβρίου 1943, ο Γιώργο με τον Σωτήρη και με άλλα παιδιά ΕΠΟΝίτες, πήγαν στην περιοχή της Αγίας Τριάδας για να κάνουν σκοποβολή με το περίστροφο. Σε μια στιγμή το περίστροφο μπλοκάρισε, το πήρε ο Γιώργος για να το φτειάξει και καθώς το προσπαθούσε, το όπλο εκπυρσοκρότησε κι η σφαίρα πλήγωσε τον Σωτήρη στην περιοχή της κοιλιάς. Κάποιοι έτρεξαν να ειδοποιήσουν, ήρθε ένα κάρο, φόρτωσαν τον πληγωμένο Σωτήρη πάνω να τον πάνε στην Θήβα.
Οι μαρτυρίες λένε πως ο Σωτήρης, όσο μπορούσε να μιλήσει, έλεγε συνεχώς πως δεν έφταιγε ο Γιώργος, πως θα μπορούσαν να γίνουν ανάποδα τα πράγματα και νάναι ο Γιώργος το θύμα, πως ήταν η κακιά στιγμή. Ο Σωτήρης πέθανε την ίδια μέρα, λίγο αργότερα.
Ο Γιώργος τρομοκρατημένος δεν ήξερε τι να κάνει. Ήρθε σπίτι κι όταν το είπε στην μάνα του, την γιαγιά μου, εκείνη ούρλιαξε ένα «τι έκανες ρε κακούργο» και τον έδιωξε. Κι εκείνος, έφυγε από το σπίτι και πήγε στην Παλιοπαναγιά, προς τον Ελικώνα κι έφτασε στον Ζαχαρά.
Σκέφτομαι πολλές φορές με οδύνη τον Γιώργο εκείνων των ημέρων που διωγμένος από το σπίτι του ως φονιάς, να σκέφτεται συνεχώς το ατύχημα, να κατηγορεί τον εαυτό του και να περιπλανιέται μόνος του, αβοήθητος στις ερημιές χωρίς να ξέρει τι να κάνει.
Ήταν κι οι καιροί δύσκολοι, ήταν Κατοχή, όμως το γεγονός αυτό δεν οδήγησε σε καταγγελία, δεν έγινε καμία απόπειρα να συλληφθεί ο Γιώργος και προφανώς δεν έγινε δίκη.
Είναι καταπληκτικό πως όλο το χωριό «σκέπασε» την υπόθεση διότι όλοι αποδέχτηκαν την εκδοχή του ατυχήματος. Κι η «απόφαση» του χωριού ήταν πιο ισχυρή και από απόφαση Αρείου Πάγου. Τον Γιώργο τον είχε ήδη αθωώσει ο αδελφικός του φίλος, ο Σωτήρης. Ήταν πολύ πιο δύσκολο να αθωώσει ο ίδιος ο Γιώργος τον εαυτό του και μάλλον δεν πρόλαβε να το κάνει.
Όμως, την άνοιξη του 1945, οι διωκτικές αρχές
συνέλαβαν και προφυλάκισαν τον Γιώργο Λάντζα για τον φόνο του Σωτήρη Δρίτσα.
Οι καιροί είχαν αλλάξει κι οι διωκτικές αρχές προσπάθησαν
να στοιχειοθετήσουν κακουργηματικού τύπου κατηγορία εις βάρος του και τον
προφυλάκισαν. Όμως, οι καταθέσεις των θαρραλέων γυναικών μαρτύρων Αικατερίνης
Μπαϊρακτάρη και Μαριγώς Καλόγρια για το θέμα αυτό καθώς και του Γ. Παπαϊωάννου
ήταν καταλυτικές, παρά τις συνθήκες άγριας τρομοκρατίας που ήδη επικρατούσαν.
Έτσι, από το δικαστικό συμβούλιο, εκτιμήθηκε
ότι: «η συγκεκριμένη ανθρωποκτονία δεν οφείλεται εις δόλον του κατηγορουμένου
αλλά εις αμέλειαν τούτου» και στις 7-7-1945, διέταξε την «προσωρινήν εκ των
φυλακών απόλυσιν τούτου» (215/45 βούλευμα του Συμβουλίου Πλημ/κών Θηβών και
179/31-1-1946 βούλευμα του Συμβουλίου Πλημ/κών Θηβών ).
Στις 31-1-1946, έγινε παραπομπή του στο Τριμελές
Πλημμελειοδικείο Θήβας, για να δικαστεί για την πράξη της Ανθρωποκτονίας από
αμέλεια και αφέθηκε τελικά, ελεύθερος. Απαλλάχτηκαν, επίσης, από την κατηγορία
της ανθρωποκτονίας εκ προθέσεως, ο Ευάγγελος Βαρθαλάμης, Κωνσταντίνος Χρήστου
και ο Δημήτριος Σελιανίτης, που επίσης, είχε κατηγορηθεί τότε, ως επικεφαλής
του ΕΑΜ Ερημοκάστρου.Στο μεταξύ ο Γιώργος είχε ενεργοποιηθεί στην ΕΠΟΝ κι έτρεχε ανά τα χωριά της Θήβας. Στο χωριό μας δεν ερχόταν. Έτρεχε προς τον δικό του θάνατο. Στα 1947 ήταν στέλεχος του ΚΚΕ στην περιοχή της Θήβας και τον Απρίλιο 1947 προσπάθησε να ανέβει στον Ελικώνα, να γίνει αντάρτης. Τον έπιασαν οι ΜΑΥδες, δικάστηκε στο στρατοδικείο Θήβας (στρατοδίκης Ταμπακάς) κι εκτελέστηκε στην Χαλκίδα. Η εκτέλεσή του Γιώργου έγινε λίγες ημέρες μετά τις 6 Δεκεμβρίου, ημέρα θανάτου του Σωτήρη, ως μια έκφραση της ειμαρμένης του.
Το ατύχημα με τον Σωτήρη δεν έπαιξε κανέναν ρόλο στην καταδίκη του Γιώργου. Άλλωστε εκείνο τον καιρό, με τον εμφύλιο σε κορύφωση, ο στρατοδίκης απλώς νομιμοποιούσε μια ήδη ειλημμένη απόφαση: εις θάνατον!
Οι δύο οικογένειες από απολύτως φιλικές έγιναν εχθροί και πλέον οι Λαντζαίοι με τους Δριτσαίους δεν μιλιούνταν. Άσε που διαμορφώθηκαν σε «πολιτικούς αντίπαλους».
Όμως τα κανάλια επικοινωνίας των γυναικών υπήρχαν. Στα 1957, όταν γινόταν το προξενιό της Κωνσταντινιάς Τσεβά με τον Παρασκευά Λάντζα, αδελφό του Γιώργου, η Κωνσταντινιά απευθύνθηκε στην θεία της Δημητρού Μελισσάρη που ήταν αδελφή του Σωτήρη Δρίτσα για πληροφορίες. Ρώτησε λοιπόν την θεία της για τον επικείμενο γάμο κι εκείνη της είπε «Μην κοιτάς που έγινε τότε το κακό, άσε μας εμάς. Η οικογένεια Λάντζα είναι καλή κι η Γιωργίτσα τρομερή νοικοκυρά να την ακούς κι ο Παρασκευάς καλό παιδί. Να παντρευτείς κι η ώρα η καλή».
Πολλά χρόνια μετά αποκαταστάθηκαν οι σχέσεις των μελών των δύο οικογενειών.
Για την μάνα του όμως, η μοίρα του Γιώργου σφραγίστηκε εκείνην την ημέρα: 6 Δεκ 1943 και για αυτό τότε η Γιωργίτσα εκείνη την ημέρα έκανε το μνημόσυνο του γιού της. Από τότε η Γιωργίτσα μαυροφορέθηκε κι έπαψε να κοιμάται με τον άνδρα της, ως μόνιμη έκφραση πένθους.
Η φωτογραφία του Γιώργου είναι από το 1946.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου