Σάββατο 17 Σεπτεμβρίου 2011

Το Ελληνικό σύνδρομο Στοκχόλμης

Τον Μάρτιο του 1972, δύο άτομα μπήκαν να ληστέψουν μια τράπεζα στην πρωτεύουσα της Σουηδίας Στοκχόλμη. Κάπως μπερδεύτηκαν τα πράγματα και όταν δεν μπόρεσαν να διαφύγουν, κράτησαν ομήρους τους εργαζόμενους στο συγκεκριμένο υποκατάστημα για αρκετές ώρες. Κάποτε παραδόθηκαν κι ενώ όλοι περίμεναν οι όμηροι τους να τους καταγγείλουν και να ζητήσουν την τιμωρία τους, οι Σουηδοί είδαν αντίθετα τους υπάλληλους της τράπεζας να υποστηρίζουν τους ληστές! Μάλιστα, έφτασαν μέχρι του σημείου να μαζέψουν χρήματα για τον δικαστικό τους αγώνα –των ληστών- ενώ μια υπάλληλος παντρεύτηκε έναν από τους ληστές. Από τότε το φαινόμενο αυτό που το θύμα γίνεται οπαδός και λάτρης του θύτη ονομάζεται σύνδρομοΣτοκχόλμης

Ε, ένα παρόμοιο σύνδρομο πλανιέται στην κοινωνίας μας: τόσα μεταπολιτευτικά χρόνια, όμηροι όλοι μας των δύο μεγάλων κομμάτων που ασκούν την εξουσία με σχεδόν παρόμοιο καταστροφικό τρόπο, επιμένουμε να τους εγκρίνουμε και να θέλουμε εναλλακτικά να τους δίνουμε την κυβέρνηση. Κι εκείνοι, με σαδιστικό μένος, χωρίς καμία διάθεση αυτοκριτικής για τα προεκλογικά τους ψεύδη που όλο και πιο προκλητικά διαψεύδονται μετεκλογικώς, απαιτούν σχεδόν την επανεκλογή τους με την βεβαιότητα του αναντικατάστατου, του ικανότερου και του “καλυτερότερου”.

Και όλοι εμείς, οι πολίτες αυτής της χώρας που τους κατακεραυνώνουμε στα καφενεία και τους βρίζουμε με ιερή αγανάκτηση στις πλατείες, δίνουμε την έγκρισή μας.
Προς το παρόν δημοσκοπικώς και σε λίγο και εκλογικώς.

Θλίψη!

Η περίοδος της Μεταπολίτευσης, αν όπως λένε όλοι τελειώνει, αυτό γίνεται βυθίζοντας όλους μας στα περιττώματα πολιτικών αυτοσχεδιασμών και στα απορρίμματα μεγάλων οραμάτων που πνίγηκαν στην μετριότητα με λαμπρά περιτυλίγματα και πυροτεχνήματα στις πλατείες. Στις ίδιες πλατείες που τώρα ξεσπά η αγανάκτηση των ψηφοφόρων.

Το δημοκρατικό μας σύστημα έχει τις προδιαγραφές να είναι το καλύτερο από τα πολιτικά συστήματα που έχει γνωρίσει η κοινωνία μας στην ιστορία αλλά δέχεται σοβαρές κριτικές και απαξιώνεται καθημερινά. Έτσι σήμερα, έχουμε ένα κολοβό δημοκρατικό σύστημα διότι πρακτικά δεν υπάρχει αντιπολίτευση: στα δύσκολα εκδηλώνεται μια σιωπηλή ομοφωνία και στα άλλα γίνεται ένας σκυλοκαβγάς που κανείς δεν καταλαβαίνει αλλά όλοι νοιώθουν ότι γίνεται για προεκλογικούς λόγους και όχι για την ουσία των θεμάτων.

Οι θεσμοί που θα έπρεπε να είναι παράγοντες σταθερότητας αλλά και εγγυητές (δικαιοσύνη, συνδικαλισμός, Τύπος) της λαϊκής, λεγόμενης, κυριαρχίας έχουν προ πολλού χαθεί στις συναλλαγές.

Το Παπανδρεϊκό “λεφτά υπάρχουν” γίνεται τώρα “ανάπτυξη έρχεται” από τον Σαμαρά και οι ψηφοφόροι είναι έτοιμοι να τον σηκώσουν στους ώμους τους, παρόλο που ξέρουν βαθιά μέσα τους ότι κι αυτός κάλπικες υποσχέσεις δίνει. Το πιο πιθανόν είναι ότι με πρόσχημα την χειροτέρευση των δημόσιων οικονομικών -ίσως η μόνη αλήθεια που ακούγεται- το πολιτικό σύστημα οδεύει προς μια κολυμπήθρα του Σιλωάμ που θα την λένε Κυβέρνηση Εθνικής Ανάγκης ή κάτι αντίστοιχο.

Το “αλλάζουμε ή βουλιάζουμε” φέρνει στο την εικόνα ενός Τιτανικού που έχει αρχίσει να γέρνει και κάποιοι διαγκωνίζονται για ένα τραπέζι στην πρώτη θέση ενώ εμείς οι άλλοι τους χαζεύουμε αντί να βρούμε τρόπο να σωθούμε. Σε μια τόσο δύσκολη στιγμή, κάνουμε το χειρότερο: κοιτάμε ο καθένας να σωθεί μόνος του. “Τρεχάτε ποδαράκια μου . . .” είναι το σύνθημα που μας ωθεί στο να κλεινόμαστε στο ιδιωτικό χώρο ο καθένας, με ένα πέπλο μιζέριας πάνωθε του, αφήνοντας απέξω κάθε κοινωνική υποχρέωση κι αίσθηση προσωπικής ευθύνης.

Στο μεταξύ, ενδιαφέρουσες ιδέες για το τι πρέπει να γίνει, υπάρχουν και εκφράζονται από διάφορους χώρους. Και δεν μιλάω για ιδέες επαναστατικής αλλαγής του συστήματος αλλά για προτάσεις αξιοπρεπούς βελτίωσης και επιβίωσης. Προτάσεις αποφυγής της καταστροφής όχι μόνο της οικονομικής ζωής αλλά και της διάλυσης του κοινωνικού ιστού συνολικά. Διότι από μια τέτοια δυσμενή εξέλιξη οι πολίτες θα είναι οι μόνοι χαμένοι.

Όμως, παρόλο το κρίσιμο των στιγμών, οι ιδέες αυτές δεν γίνονται γνωστές, δεν συζητιούνται και κυρίως δεν μετατρέπονται σε πολιτικούς στόχους. Η φλύαρη κριτική και ο ανταγωνισμός για την πολιτική επιβίωση, σύμφυτος στις μικρές πολιτικές ομάδες, εκμηδενίζει κάθε προσπάθεια διεύρυνσης του ακροατηρίου. Ακόμα και από τους χώρους αυτούς λείπει η γενναιότητα για ισότιμη συζήτηση και χρήσιμους συμβιβασμούς.

Είναι προφανές ότι μας λείπουν ηγέτες αλλά και οράματα. Ο μηχανισμός όμως που γεννά ηγέτες, ιδέες και οράματα είναι οι συλλογικές προσπάθειες ενάντια στις εξουσίες. Αλλά οι αγώνες μας σήμερα είναι “φτιαχτοί” και “μιλημένοι”. Δεν αλλάζουν συνειδήσεις αλλά ζητούν να επιβεβαιώσουν μικροβολέματα και . . . “κεκτημένα” που εκ των πραγμάτων έχουν ξεπεραστεί.

Ο συντηρητισμός μπορεί εξίσου με την καθεστωτική “δεξιά” να εμφανίζεται και με “αριστερή” φρασεολογία.

Οι ηγέτες μας είναι φτιαγμένοι σε παλιά καλούπια, μιλάνε μια γλώσσα κονσέρβα ακόμα κι όταν είναι ηλικιακά νέοι. Αγνοούν την ζώσα πραγματικότητα που βιώνουν οι πολίτες και αναμεταδίδουν χωρίς να κατανοούν τα παράπονα των πολιτών. Απευθύνονται στους πολίτες και τους χαϊδεύουν τα αυτιά χωρίς να αναφέρονται στις σοβαρές ευθύνες που έχουν οι ίδιο πολίτες, τόσο συλλογικά όσο και ατομικά. Κάτι τέτοιο όμως θα ήταν αυτοκτονικό για αυτούς, διότι η πρώτη καθαρτήρια κίνηση των πολιτών θα ήταν να στείλουν τους ηγέτες και ηγετίσκους σπίτι τους.

Εάν, κατά μία έννοια, αυτό “το γλύψιμο του λαού”είναι το περιεχόμενο του λαϊκισμού, τότε ο λαϊκισμός είναι το κυρίαρχο ιδεολογικό ρεύμα στην πολιτεία μας. Ο λαϊκισμός όμως είναι εντέλει διαλυτικό ρεύμα σκέψεις. Στηρίζεται στην καλλιέργεια μάταιης ελπίδας και στην ατομική προσέγγιση των προβλημάτων. Αποβλέπει στην κυριαρχία του συναισθήματος και στην εξάλειψη της ψύχραιμης σκέψης οπότε, ως αποτέλεσμα, δημιουργούνται πλήθη που προσκυνούν είδωλα και όχι κοινωνίες σκεπτόμενων πολιτών που δεν φοβούνται να αμφισβητούν τις εξουσίες.

Λαϊκισμός είναι να μιλάς με έννοιες όπως “γένος”, “έθνος” και “πατρίδα”, “λαός” και να στριμώχνεις τη σημερινή εικόνα της Ελλάδας σε ένα ωραιοποιημένο παρελθόν μεγάλων ανδρών και μεγαλείων, και να απαιτείς πνευματικά δικαιώματα για ιδέες των οποίων το περιεχόμενο αγνοείς. Λαϊκισμός είναι να τονίζεις τα προφανή κοινά πράγματα και δοξασίες του λαού και να επιδιώκεις να ομογενοποιήσεις το σώμα των πολιτών σε μια άχρωμη, υπάκουη συλλογικότητα, για να “επιβιώσει η πατρίδα”.

Η Ελλάδα, η χώρα, η πατρίδα μας, οι πολίτες της δηλαδή, δεν είναι όμως κάτι ενιαίο. Αυτοί που μετράνε τα ψιλά όταν είναι να πληρώσουν το καφέ τους κι εκείνοι που μένουν άνεργοι, δεν έχουν την ίδια “πατρίδα” με αυτούς που έχουν ήδη τα πολλά λεφτά τους σε πιο ασφαλή μέρη του κόσμου. Μπορεί να είναι και οι δύο “Έλληνες”, να έχουν ελληνικό διαβατήριο αλλά δεν έχουν την ίδια θεώρηση του κόσμου. Οι πρώτοι, όσοι επιβιώσουν –υλικά και πνευματικά- από την κρίση, είναι αυτοί που θα τραβήξουν το κουπί της αναγέννησης της κοινωνίας μας ενώ οι άλλοι θα επιπλεύσουν με την εξυπνάδα που τους δίνει ο πλούτος τους και η πρόσβαση τους στα κέντρα εξουσίας.

Οι λεγόμενοι “απλοί άνθρωποι” του τόπου μας (που μόνο “απλοί” δεν είναι) θα μείνουν εδώ και θα μοχθήσουν όταν οι άλλοι θα μαθαίνουν για την πατρίδα από τις ξενόγλωσσες εφημερίδες. Κι όμως είναι οι πολίτες της “διπλανής πόρτας” που εμφανίζονται “σπάταλοι” αυτές τις ημέρες στα συναισθήματα οργής και απόγνωσης που τους κατακλύζουν: είναι έτοιμοι να γράψουν με το αίμα τους τα συγχωροχάρτια προς τους πολιτικούς εκπροσώπους τους.

Οι “απλοί πολίτες” έχουν πολλαπλάσια δύναμη πολιτικά και πρέπει με αυτό στο νου τους να πορεύονται. Αλλά δεν γίνεται αυτό. Οι πολίτες δεν ξέρουν πως να συντονίσουν την τεράστια δύναμη τους,  άγονται και φέρονται αυθορμήτως. Σαν το κοπάδι που ψάχνει το γκεσέμι του, περιφέρονται ανυπάκουοι, οργισμένοι, πλήρης αρνητικών συναισθημάτων. Πριν εμφανιστεί “φύρερ” και “εθνοσωτήρας” για να συμμαζέψει τα πλήθη και να τα οδηγήσει προς την συντεταγμένη καταστροφή, πιο καλά για τους πολίτες είναι να συναισθανθούν τους ευθύνες τους και να δράσουν πολιτικά.

Η γενική ανυπακοή και η αμφισβήτηση όλων των θεσμών λειτουργεί διαλυτικά για την κοινωνία. Η διαρκής άρνηση δηλητηριάζει και αδρανοποιεί την σκέψη, ακόμα κι όταν εκφράζεται ως δικαιολογημένη αντίδραση σε προκλητικές αλχημείες της εξουσίας. 
Συνειδητά ή όχι αυτό συμβαίνει σήμερα στη χώρα μας και όσο δεν διαμορφώνεται μια άλλη πειστική και ρεαλιστική πρόταση εξουσίας που να υποστηρίζεται συνειδητά από τους πολίτες, όχι διότι θα ακούγεται ωραία αλλά διότι θα είναι αναγκαία, ας είμαστε έτοιμοι για τα χειρότερα.

3 σχόλια:

  1. Προχτές μια κυρία 44χρονή μου έλεγε ότι παρόλα τα 1800€ που παίρνει και τη σύνταξη του μπάτσου ανδρός της, δεν "βγαίνει". Μάλιστα για να καλύψει τα έξοδα των δύο παιδιών της, φροντιστήρια και φοιτητικά έξοδα, δανείστηκε από τις 15 Σεπτέμβρη χρήματα από την μητέρα της και γιαγιά της οικογενείας.

    Σε λίγο στη συζήτηση μπήκε και ένας άλλος φίλος μικρότερης ηλικίας και γνωρίζοντας το πρασινοφρούρικο παρελθόν της τήν ρώτησε εάν θα ξαναψηφίσει ΠΑΣΟΚ. Και εκείνη απάντησε: "Βέβαια, γιατί είναι καλύτεροι οι άλλοι;"

    Στο ίδιο μοτίβο εάν ρωτήσεις έαν Νεοδημοπράτη "γιατί;" θα σου πει "δεν βλέπεις τους άλλους;".

    Αν μιλήσεις σε έναν ΚΚΕτζή "γιατί" θα σου πει "γιατί είναι το μόνο που λέει την αλήθεια όπως είναι και δεν την ωραιοποιεί μαρκετίστικα σαν τον κωλοΤσίπρα".

    Αντίστοιχες απαντήσεις θα πάρεις και από τους ΛΑΟΥΣ που ο Φέρης είναι το "μόνο χέρι που τους χτυπά τρυφερά την πλάτη μιας και οι άλλοι πρόδωσαν τον Έλληνα".

    Δηλαδή, ουδείς προσδιορίζεται με σημείο αναφοράς το ορθόν ή το λογικό. Ούτε καν αυτοπροσδιορίζεται. Προσδιορίζει την πλάτη του κοιτώντας την καμπούρα των άλλων και αγιοποιώντας έτσι την κύφωση τη δική του.

    Άρα ο ατέρμων βρόγχος του ψηφοφορικού εγκλωβισμού δικαιολογεί το τραγούδι που ερμηνεύει ο Β. Παπακωνσταντίνου και σε μια φάση λέει "Πονάω και μ' αρέσει!". Παρεμπιπτόντως, το τραγούδι λέγεται "Οδός Ελλήνων"...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Άμα νομίζεις ότι θα βάζουμε σχόλια και εσύ θα ποιείς πλάνην οικτράν. Τότε πλανάσαι τη νήσσαν...

    Εδώ άνθρωποι ξυπνούν το πρωΐ και ούτε καφέ δεν βγάζουν...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Καλημέρα GMT,

    ονειρεύομαι την ημέρα που θα υπάρχει η εγγραφή μηνυμάτων δια της ομιλίας κατευθείαν οπότε οι αναγνώστες δεν θα βαριούνται να βαράνε τα πλήκτρα και θα είναι περισσότεροι οι συμμετέχοντες στη συζήτηση. Η πληκτρολόγηση είναι όπως και να το κάνεις δύσκολη υπόθεση.

    Προτιμώ μια τέτοια εξήγηση για το ότι στον σχολιασμό των απόψεων μας είμαστε μόνοι μας. Θα ήθελα να βλέπω περισσότερους σχολιαστές αλλά δεν . . .

    Όσο για εμένα, μπορεί να αργώ να απαντώ αλλά δεν ξεχνώ. Και πρέπει πάντως να ξέρεις ότι οι σκέψεις σου μου γίνονται αφορμή για να γράψω τα όσα γράφω -και σε ευχαριστώ για αυτό- και για όσα σημειώνεις εδώ θα επανέλθω σε επόμενο κείμενο.

    Εξάλλου οι αφορμές δεν λείπουν: να, η ομιλία του Σαμαρά στην ΔΕΘ και ο πόθος των μικρόνοων οπαδών “αρχηγό να έχουμε κι ας είναι ότι νάναι” που με ωθεί σ' αυτό: είναι τέτοια η πολιτική (πνευματική) φτώχεια που οι Σαμαρικές κοινοτοπίες και παλαιοκομματικού τύπου διακηρύξεις παρουσιάζονται με κρότο ως κάτι νέο και πρωτοποριακό και κάνουν τους παρατρεχάμενους να χειροκροτούν ως νευρόσπαστα αντί να μένουν σκεπτικοί και προβληματισμένοι.

    Όμως, το θέμα της αλλαγής μοντέλου σκέψεων και δοξασιών αλλά και αξιών δεν είναι απλό και με απασχολεί. Εσύ σίγουρα γνωρίζεις ότι η δρομολόγηση και η υλοποίηση αλλαγών σε κοινωνικά σύνολα είναι από τα βασικά στοιχεία στρατηγικής. Επειδή όλα αλλάζουν συνεχώς γύρω μας ασχέτως με την θέληση ή και την διάθεση μας, όταν δεν συμβαδίζουμε με τις αλλαγές που μας επιβάλλονται αντικειμενικά, τότε μουχλιάζουμε και αργοσαπίζουμε. Το αν θα βουλιάξουμε εξαρτάται από την ποιότητα της “αλλαγής”και την ικανότητα της κοινωνίας να προσαρμοστεί στις νέες συνθήκες.

    Αυτό τον καιρό μάλιστα, ένας φίλος οργανώνει ένα σεμινάριο με θέμα “η δυσκολία της αλλαγής” ή “πως μπορεί να δρομολογηθεί η αλλαγή” -όχι δεν είναι στελέχη του ΠΑΣΟΚ οι ενδιαφερόμενοι, επιχειρηματίες είναι- το οποίο μάλλον θα παρακολουθήσω. Όταν ολοκληρωθεί το σεμινάριο, θα επανέλθω με τα βασικά συμπεράσματα.

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Διάφορα