Δευτέρα 21 Δεκεμβρίου 2009

Όνειρο

Σήμερα ήρθε ο βουλευτής Π. στο χωριό μας. Μαζευτήκαμε όλοι στο καφενείο και εκεί μας παρουσίασε το νέο νομοσχέδιο που αφορά τις επενδύσεις που θα γίνουν για τις αγροτικές παραγωγές στην περιοχή μας.  Στην περιοχή μας έχουμε τέσσερεις βουλευτές αλλά ο Π. έχει αναλάβει τα θέματα οικονομικής και περιφερειακής ανάπτυξης. Εγώ  υποστηρίζω την Α. -παρακολουθεί τα θέματα της Κοινωνικής συνοχής- γιατί είναι πιο δραστήρια, γεννάει το μυαλό της αλλά έτσι κι αλλιώς κάθε βουλευτής στον τομέα του πρέπει να είναι καλός γιατί αλλιώς . . . .

Σάββατο 19 Δεκεμβρίου 2009

Οι εν Αθήναις εν Θεσπιαίς



Η Αθήνα είναι κράτος κοντά στην Βοιωτία. Εκεί ζουν τα αδέλφια μας οι εν Αθήναις. Μετανάστες της δεκαετίας του εξήντα που τώρα έχουν πια για τα καλά εδραιωθεί εκεί και προκόψει. Τουλάχιστον έτσι δείχνουν. Απόμαχοι και απόστρατοι, με καλλιτεχνίζουσες ευαισθησίες, συλλέκτες αναμνήσεων που τις παρουσιάζουν στο περιοδικό τους, όψιμοι στιχοπλόκοι ομοιοκαταληξιών και συναισθηματίες κειμενογράφοι. Όπως εμείς φαντάζομαι ότι κι αυτοί, μαζεύονται στην Αθήνα σε κάποιο καφενείο, αραιά και που και συζητάνε διάφορα για τα τέως και τα νυν, πετάνε κάνα αρβανίτικο και απαγγέλουν τα στιχάκια τους. Πάνε ταβέρνα κάποτε, όπως κι εμείς, και κάνουν χορό όπου κόβουν καθυστερημένα αλλά εθιμοτυπικά την πρωτοχρονιάτικη πίτα τους. Κάνουν ότι μπορούν για να δείξουν το χωριό που είναι μέσα τους. Το περιοδικό τους για τις Θεσπιές, είναι όλο "άλλοτε" και καθόλου "τώρα". Το βλέπω στα τραπέζια του καφενείου μας και σχολιάζουμε τις φωτογραφίες που είναι από "άλλοτε" και προσπαθούμε να αντιστοιχήσουμε τις φάτσες με τους συμπολίτες μας.

Πέμπτη 17 Δεκεμβρίου 2009

Πληροφορίες και γνώση

Εδώ και χρόνια διάβαζα αραιά και που εφημερίδες. Μου αρκούσαν οι ειδήσεις στα κανάλια. Από τότε που άρχισα όμως να πατάω τα πλήκτρα στο λάπ-τοπ, όλες οι πληροφορίες είναι πλέον διαθέσιμες όποτε θελήσω και μάλιστα χωρίς να τις ζητήσω..

Δια της οθόνης, μπορείς να ταξιδεύεις όπου θες, να βλέπεις φωτογραφίες και βίντεο από τα μέρη αυτά και να γνωρίζεις ανθρώπους -που δεν θα συναντήσεις ίσως ποτέ- χωρίς να το κουνήσεις από το τραπέζι σου. Λες να γίνουμε κι εμείς σαν τον Σωκράτη και τον Πλούταρχο που έγιναν διάσημοι σοφοί λείποντας σπάνια από την αγορά της πόλης τους;

Τρίτη 15 Δεκεμβρίου 2009

Οι Αλβανοί μας


Στα 1905, με ένα πλοίο που ξεκίνησε από την Πάτρα, έφτασε ο παππούς μου στη γη της επαγγελίας, στη Νέα Υόρκη.  Ήταν τότε περίπου δεκαοκτώ χρονών. Τον κατέγραψαν και τον άφησαν να περάσει στον παράδεισο.  Στα αρχεία των Αμερικανών η προέλευση  του παππού μου περιγράφεται ως  
Albanian, Thives, Greece (δηλαδή Αλβανός από την Θήβα, Ελλάδα! ). Φαντάζομαι τον αμερικανό υπάλληλο του Οργανισμού Μεταναστών να προσπαθεί να βγάλει άκρη με τον λεβέντη που είχε μπροστά του, που με τους φίλους συνταξιδιώτες του (βρώμικοι και ταλαιπωρημένοι όλοι τους από το πολυήμερο ταξίδι) μιλούσε συνωμοτικά μεταξύ τους μια άλλη γλώσσα από τα ελληνικά.  

Όποιος θέλει μπορεί εκεί να ψάξει για τον παππού του επίσης (http://www.ellisisland.org) και αφού θαυμάσει την οργάνωση της τότε Αμερικής, μιας κοινωνίας προσφύγων, θα σκεφτεί με θλίψη την αντίστοιχη σημερινή ελληνική κρατική μηχανή  με το ολοκληρωτικό μπάχαλο των υπηρεσιών για τους μετανάστες.

Δευτέρα 14 Δεκεμβρίου 2009

Μείνετε πεινασμένοι. Μείνετε περίεργοι


Ο Στηβ Τζομπς είναι από τα πιο δημιουργικά μυαλά του κόσμου. Είναι ο ιδρυτής της εταιρείας Apple (με σήμα το δαγκωμένο μήλο) και πιο αναλυτικά στοιχεία για αυτόν θα βρείτε στο http://el.wikipedia.org/wiki/Στηβ_Τζομπς
Το κείμενο που ακολουθεί είναι  η ομιλία που έκανε στις 12 Ιουνίου 2005, στους απόφοιτους του πολύ γνωστού πανεπιστημίου Στάνφορντ, στις ΗΠΑ. Ένας φίλος το έστειλε μεταφρασμένο και νομίζω ότι θα το βρείτε χρήσιμο. Προφανώς ο Τζομπς δεν είναι ένας τυχαίος άνθρωπος της εποχής μας ούτε η αμερικάνικη κοινωνία είναι ιδανική. Πιστεύω όμως ότι από όλους τους ανθρώπους μπορούμε να ωφεληθούμε συζητώντας μαζί τους. Απο τους έξυπνους ακόμα πιο πολύ. 

Σάββατο 12 Δεκεμβρίου 2009

Διαφθορά και πάνω τούρλα

Η  οργάνωση Διεθνής Διαφάνεια έχει ως σύνθημα το «ευαισθητοποιούμε τους πολίτες καταπολεμούμε την διαφθορά». Ανάμεσα στις ενέργειες που κάνει είναι και η διαμόρφωση κατάλογου με την πορεία της διαφθοράς σε διάφορες χώρες. Οι λίστες αυτές μάλλον επηρεάζουν τους ξένους επενδυτές κυρίως. Αν θυμάστε, μια τέτοια λίστα στην διάρκεια της προεκλογικής περιόδου, μας έφερε ως χώρα σε θέση χαμηλότερη από αυτή της αφρικάνικης, «τριτοκοσμικής» Μποτσουάνα κι έθιξε τον πατριωτισμό και την λεβεντιά μας. Πρόσφατα, προσκλήθηκε στο Υπουργικό Συμβούλιο να καταθέσει τις συμβουλές της για την αντιμετώπιση της διαφθοράς .  Η αγωνία και το ενδιαφέρον οργανώσεων σαν την Διεθνή Διαφάνεια δεν είναι για την ηθική μας κατάπτωση ως μεμονωμένων ατόμων και την σκληρή μεταθανάτια μοίρα μας ενώπιον του αιώνιου Κριτή μας. Συγκεκριμένα, την ενδιαφέρει το πως η συμπεριφορά  θεσμικών και επιχειρηματικών κύκλων δεν θα πριονίσει το κλαδί του όλου οικονομικού συστήματος και αυτό προφανώς οι κατέχοντες δεν το θέλουν.

Τρίτη 8 Δεκεμβρίου 2009

Η Αναπληώσα . . . στην Κοπεγχάγη


Για την σύνοδο της Κοπεγχάγης που γίνεται αυτές τις ημέρες, χρήσιμες πληροφορίες θα βρείτε στα:

Η οικολογία εισέβαλλε στην ζωή μου πριν μερικά χρόνια. Το θέμα της ρύπανσης και μόλυνσης του περιβάλλοντος και της υπερθέρμανσης του πλανήτη μας ήσαν άγνωστα θέματα για εμάς. Θεωρούσαμε αυτούς που ασχολούνται με τα οικολογικά κάπως γραφικούς και η ενασχόλησή  τους φάνταζε στα μάτια μας πολυτέλεια. Πιστεύαμε ότι τα πολιτικά προβλήματα αλλά και τα άμεσα οικονομικά ζητήματα μας ήσαν πολύ πιο σημαντικά και τα περιβαλλοντικά θέματα ήταν για κάποιους κουλτουριάρηδες. 

Σήμερα όλοι με τον ένα ή τον άλλο τρόπο μιλάνε για τα θέματα αυτά και μάλιστα στην περιοχή μας το θέμα της μόλυνσης των υπόγειων υδάτων μας έκανε να αναθεωρήσουμε τις αντιλήψεις μας που είχαμε. Έτσι μάλλον αντιληφθήκαμε ότι η προστασία του περιβάλλοντος είναι και πολιτικό πρόβλημα που επηρεάζει την ζωή μας και η κλιματική αλλαγή δεν αφορά μόνο τους πάγους στους Πόλους αλλά κι εμάς εδώ. 

Δευτέρα 7 Δεκεμβρίου 2009

Εμείς, η Παγκοσμιοποίηση και οι πολιτικοί εκπρόσωποι

Για μερικούς από εμάς τα πράγματα γενικά δεν πάνε καλά. Δεν μπορούμε να τα παρακολουθήσουμε. Ο κόσμος αλλάζει γρήγορα και δεν προλαβαίνουμε να αφομοιώσουμε τις μεταβολές. Ο κόσμος γίνεται μικρότερος με μεγαλύτερη ομοιογένεια από το πρόσφατο παρελθόν μας. Οι τιμές των προϊόντων μας αλλά και οι γενικοί όροι παραγωγής και εμπορίου, καθορίζονται από διεθνείς συμφωνίες που μαθαίνουμε εκ των υστέρων. Πολιτικές μεταβολές και συγκρούσεις σε μακρινά μέρη, επηρεάζουν άμεσα την ζωή μας. Το καλό είναι ότι τα μαθαίνουμε σχετικά γρήγορα. Το κακό είναι ότι συνειδητοποιούμε όλο και πιο πολύ την αδυναμία μας να παρέμβουμε.

Αυτοκίνητα, ρούχα, μουσικές, συμπεριφορές όπως βλέπουμε κι ακούμε στην τηλεόραση ή στο ιντερνέτ, είναι ίδια παντού και μόνο οι γλώσσες που μιλούν οι άνθρωποι ακόμα είναι διαφορετικές – αλλά κι αυτές για πόσο ακόμα όταν καθημερινά καταγράφεται θάνατος  γλωσσών άρα και πολιτισμών.  Σήμερα χρησιμοποιούνται περισσότερες από 6.900 γλώσσες παγκοσμίως, οι οποίες ομιλούνται από εκατοντάδες εκατομμύρια ανθρώπων έως και από μόλις έναν ή δύο. Γλωσσολόγοι εκτιμούν ότι τουλάχιστον οι μισές από τις υπάρχουσες γλώσσες κινδυνεύουν να εξαφανιστούν μέχρι το 2050. Κύριος λόγος γι’ αυτήν την απώλεια είναι ότι κοινότητες ανθρώπων μετακινούνται και εγκαθίστανται σε τόπους όπου ομιλούνται πολιτικά και οικονομικά ισχυρότερες γλώσσες, όπως τα αγγλικά, τα ισπανικά, κ.α.

Σάββατο 5 Δεκεμβρίου 2009

Όταν οι έφηβοι γίνονται ονόματα δρόμων. Mνημόσυνο εξέγερσης

Στην εξέγερση του Δεκέμβρη του 2008, ένα πλήθος νέων ανθρώπων  γέμισε τους δρόμους των πόλεων της Αττικής αλλά και άλλων πόλεων με θυμό και καταγγελτικό μένος αλλά με ασαφείς στόχους,.
Οι λόγοι που προκάλεσαν αυτή την κινητοποίηση ήταν ήδη τόσοι πολλοί, είχαν ειπωθεί, περιγραφεί και αναλυθεί πολλάκις: αυθαίρετη συμπεριφορά αστυνομικών, υποβαθμισμένη παιδεία, ανεργία ειδικά των νέων, υποβαθμισμένη και κακοπληρωμένη εργασία, τρόπος ζωής επίπεδος χωρίς στόχους και γενικά όλα αυτά που έκαναν και κάνουν τους έφηβους να σιωπούν όταν τους ρωτάει ο γονιός με αγωνία «τι θέλεις να γίνεις παιδί μου; Τι σε ενδιαφέρει στην ζωή σου;».
Η δολοφονία του έφηβου Αλέξανδρου Γργηρόπουλου ήταν η τραγική αφορμή.
Ένα τέτοιο πλήθος εφήβων και νέων με κοχλάζουσες τις νεανικές ορμόνες, χωρίς οργάνωση και χωρίς εμπειρία τέτοιων κινητοποιήσεων, μπορούσε εύκολα να οδηγηθεί σε βίαιες συμπεριφορές με καταστροφικά αποτελέσματα. Και αυτό έγινε. Αλήτες και επαγγελματίες τραμπούκοι, άναψαν την σπίθα για το καταστροφικό γλέντι και την λεηλασία των καταστημάτων. Άνοιξαν τις πύλες του καταναλωτικού παράδεισου για τους πραγματικούς παρίες αυτής της κοινωνίας (άστεγους και οικονομικούς μετανάστες κυρίως) κι εκείνοι όρμησαν ακάθεκτοι.
Μαθητές γυμνασίων πολιόρκησαν αστυνομικά τμήματα και τα βομβάρδισαν με πέτρες και νεράντζια, στο φώς της μέρας και χωρίς κουκούλες.
Επανάληψη, ως φάρσα αυτή την φορά, του Δεκέμβρη 1944; Ουδεμία σύγκριση. Τότε άρχιζε ένας εμφύλιος πόλεμος με τις αντίπαλες παρατάξεις σαφώς  καθορισμένους και τους στόχους τους επίσης ξεκάθαρους (καλά, για την Αριστερά δεν ορκίζομαι!).
Το Δεκέμβρη 2008, ποιοι ήταν οι εχθροί; Ποιοι διεκδικούσαν την εξουσία και ποιοι αμύνονταν; Την εξουσία κανείς δεν την ήθελε, τρελός ήταν; Τα μαγαζιά τους όμως σε μερικές περιπτώσεις, προστάτεψαν με καδρόνια οι νοικοκυραίοι και χρυσαυγίτες. Οι καταστροφές των καταστημάτων πείραξαν πιο πολύ από τα συνθήματα και τα ασαφή έστω αιτήματα και οι κραυγές για τάξη και ησυχία και προστασία της αγοράς λίγο πριν τα Χριστούγεννα έβαλαν την σφραγίδα τους.
Το ποτάμι αγανάκτησης και μπουχτίσματος των εφήβων και νέων λοιπόν, που ξεχύθηκε στους δρόμους  πριν ένα χρόνο, έμοιαζε πιο πολύ με αυτό του Μάη 1968 στο Παρίσι: ανικανοποίητοι, χορτασμένοι, ανασφαλείς ζητούσαν όλα αυτά που κατά καιρούς όλοι τους έλεγαν ότι είναι σωστά και δικαιολογημένα αλλά και κανείς δεν έκανε τίποτα για να τα υλοποιήσει.
Και ο σάπιος κόσμος εκεί που σάπιζε και θα τον κλείναμε στο χρονοντούλαπο της ιστορίας, μας έδειξε ότι μπορεί να χωνεύει και να αφομοιώνει τα πάντα. Σαν ένα τεράστιο μυθικό τέρας, μας μετατρέπει όλους και όλα σε ένα χυλό αντικειμένων και καταστάσεων «μίας χρήσεως»: ξυραφάκια, διατροφή, είδη συσκευασίας, χρήμα, σχέσεις, ιδέες, θεσμοί και άνθρωποι. Μας αναλώνει και μετά, όλα και όλοι στην χωματερή χωρίς ανακύκλωση!
Το εφήμερο, το πρόσκαιρο χαρακτηρίζει κάθε τι: τον έρωτα, την μόδα, την εκπαίδευση, την τέχνη, την στάση απέναντι στην δουλειά, την σχέση των γενεών, την ηθικη, την διατροφή, το περιβάλλον αλλά και τις ηγεσίες (πνευματικές ή πολιτικές) Δεν μπορώ να φανταστώ  πτυχή του βίου μας που ξεφεύγει από αυτόν τον κανόνα.
Ακόμα και η πράξη αντίστασης και ο πολιτικός ακτιβισμός γίνεται μόδα, πολύ πιο σύντομη από ότι στο παρελθόν. Οι ήρωες δεν κρατάνε για πολύ. Μετά την αποφόρτιση τους από συναισθηματικό φορτίο, πρέπει να σβηστούν από την συλλογική μνήμη ανώδυνα, πρέπει να υποσκαφτούν και να απομυθοποιηθούν εγκαίρως. Όπως και οι πρωταγωνιστές στα σήριαλ: πρέπει να τους ξεχάσει γρήγορα ο καταναλωτής-πολίτης για να  παρουσιάσει ο αόρατος σκηνοθέτης τους νέους. Αυτός ο αόρατος σκηνοθέτης που όλοι εμείς αποκαλούμε «το σύστημα».
Το «σύστημα» αυτή την φορά δεν πρόλαβε να μετασχηματίσει την νεανική οργή σε ωραία, εύπεπτα κι εύχρηστα εμπορεύματα «μιάς χρήσεως» με ικανοποιητική κερδοφορία αλλά είμαι βέβαιος ότι θα το κάνει στην συνέχεια. Το «σύστημα» μαθαίνει πολύ πιο γρήγορα και αποτελεσματικό από τους πολίτες που είναι πρωτίστως καταναλωτές.
Τα μεγάλα οράματα που μας καλούν σε δρόμους διαφορετικούς από τους υπάρχοντες, που ενώνουν τις ψυχές μεγάλου αριθμού ανθρώπων και μετατρέπουν αυτή την συλλογικότητα σε ακαταμάχητη δύναμη, προς το παρόν, δεν υπάρχουν και ίσως να είναι καλύτερα. Πόσες φορές ισχυρές προσωπικότητες και ηγέτες με όραμα δεν οδήγησαν τις κοινωνίες που τους λάτρεψαν σε μαύρα σκοτάδια!
Ελλείψει ενοποιητικών ιδεών και στόχων, οι κινήσεις και οι αντιδράσεις των ανθρώπινων κοινωνιών  αποκτούν ακόμα πιο πολύ χαρακτηριστικά χαοτικού φαινομένου: δεν μπορούν να είναι προβλέψιμες και όταν ξεσπούν δεν μπορεί κανείς να τις καθοδηγήσει. Από το 1989 και μετά αμφιβάλλω εάν πρόβλεψε κανείς κάποια από τις εξεγέρσεις και αν υπήρξαν πρωταγωνιστές τόσων εξεγέρσεων σε όλο τον κόσμο! Θεωρώ ότι νέες μορφές συλλογικότητας επικοινωνίας και συνεννόησης θα βρεθούν, για να έχει η όποια διαμαρτυρία μεγαλύτερη διάρκεια και αποτέλεσμα αλλά ούτε κι αυτό δεν μπορεί να προβλεφτεί. Η οργάνωση διαδηλώσεων με δημιουργία αλυσίδας μηνυμάτων δια των κινητών τηλεφώνων, η κοινωνία των ιστοσελίδων ημερολογίου (blog στα ελληνικά) είναι ενδείξεις νέων δρόμων επικοινωνίας και δράσης.
Τι έμεινε από όλο αυτό το ξέσπασμα; Ένας σκοτωμένος έφηβος έγινε δρόμος και εικονοστάσι και η ανάμνηση του θα γρατζουνάει την μητρική σκέψη. Ούτε καν η παράλυτη τότε κυβέρνηση της ΝΔ έπεσε ως πολική δικαίωση της δολοφονίας του: αυτή παραιτήθηκε πολύ αργότερα από την ανικανότητά της.
Άξιζε ο θάνατος του παιδιού λοιπόν; Δεν ξέρω. Ο νέος μας Πρωθυπουργός δήλωσε πριν λίγες ημέρες  ότι «το παιδί χάθηκε άδικα». Λάθος: Δεν χάθηκε αλλά δολοφονήθηκε και μάλλον όχι άδικα αλλά αυτό κανείς δεν μπορεί να το πει. Γιατί γεγονότα σαν αυτά και οι μάρτυρες - ήρωες που δημιουργούν, μπολιάζουν το συλλογικό υποσυνείδητο και προκαλούν φαινόμενα σε μελλοντικό χρόνο.
Οι πολιτικές και πνευματικές μας ηγεσίες ήταν και είναι εκτός πραγματικότητας. Οι πολλοί σιώπησαν και ορισμένοι με επαναστατικό παλιμπαιδισμό, αφού κολάκεψαν το πλήθος και αποπειράθηκαν να καπελώσουν την κινητοποίηση, ρίχτηκαν στην μάχη λέξεων και χαρακτηρισμών για το αν όλο αυτό ήταν ταραχές, εξέγερση, επανάσταση, ή ότι άλλο. Μα ποιος νοιάζεται;
Οι εξεγέρσεις που έχουν στόχο τα πάντα, δεν έχουν πρακτικά κανένα στόχο. Οι «μάζες» που δεν έχουν εξουσία να τις καθοδηγεί, πάνε σπίτι τους, αφού εκτονωθούν. Αράζουν στον καναπέ, συμπληρώνουν το οικογενειακό άλμπουμ με φωτογραφίες που τράβηξαν στις διαδηλώσεις για να λένε «ήμουν κι εγώ εκεί» και προσμένουν το επόμενο «άουτ ντορ ηβέν-τ».
Οι εξεγέρσεις είναι πια κοινωνικά χάπενινγκ, στιγμές καταναλωτισμού, καταστροφικές αλλά και αναγεννητικές για κάποιες πλευρές της κοινωνικής και οικονομικής ζωής.
Κάποτε τους αντιρρησίες κυνηγούσαν οι ασφαλίτες ενώ τώρα όλους μα κυνηγούν οι ασφαλιστές. Όλα είναι υπό έλεγχο και έχουν προβλεφθεί αποζημιώσεις που εμείς με άμεσο ή έμμεσο τρόπο θα πληρώσουμε.
Θα υπάρχει συνέχεια κινητοποιήσεων και αγώνων ; Κατά την γνώμη μου ναι. Η επόμενη εξέγερση – ξέσπασμα του κόσμου θα γίνει για κάποιο θέμα ή πρόβλημα που ήδη μας απασχολεί:  θάνατος παιδιού σε σχολείο, θάνατος εγκύου σε νοσοκομείο,  θανατηφόρο εργοστασιακό ατύχημα, μεγάλη «τυχαία» ρύπανση περιβάλλοντος, φόνος ή βασανισμός μετανάστη, αστυνομική βία, κλπ., κλπ. Ένα τραγικό γεγονός με συναισθηματικό φορτίο θα είναι ο  σπινθήρας.  Μετά ας είναι καλά τα κανάλια και οι πολιτικοί αναλυτές. Πάντως, είμαι σίγουρος ότι  την επόμενη εξέγερση κανείς δεν θα την έχει  προβλέψει και ούτε θα μπορέσει κανείς να την προκαλέσει ή να την διευθύνει.Το ξεσήκωμα αυτό απο τον καναπέ θα μας κάνει έστω και για λίγο ενεργούς πολίτες.

Πέμπτη 3 Δεκεμβρίου 2009

Βιομηχανική ανάπτυξη και εμείς

το κείμενο είναι συνεισφορά στο http://symparataxi.blogspot.com/2009/12/blog-post.html και στο http://agia-anna.blogspot.com/2009/12/blog-post.html

Όταν δεν μπορείς να αποφύγεις τον βιασμό χαλάρωσε και απόλαυσέ τον και εάν μπορείς –αλλά μην επιμένεις κιόλας- διαπραγματεύσου κάποια ανταλλάγματα. Αλλά η ζημιά στο μεταξύ θα έχει γίνει και μάλλον θα είναι οριστική.
Δεν με εκπλήσσει η κουτοπόνηρη στάση των αρχόντων μας αλλά έχει την λογική της που δεν πρέπει να την υποτιμά κανείς.
Ο βασικός λόγος για αυτό είναι ότι οι επιχειρηματικές πρωτοβουλίες για δημιουργία βιομηχανικών μονάδων στην περιοχή μας είναι ο μόνος λόγος οικονομικής ανάπτυξης που ακούν οι συμπολίτες μας. Σε καιρούς δύσκολους σαν και τους τωρινούς που οι παραδοσιακές δραστηριότητες των κατοίκων, γεωργία και κτηνοτροφία, δεν έχουν τα οικονομικά αποτελέσματα που είχαν, η επιβίωση κάνει τους ανθρώπους ενδοτικούς στις σειρήνες της βιομηχανικής ανάπτυξης και τα προσφερόμενα δώρα πιάνουν τόπο.
Στο πρόβλημα «οικονομική ανάπτυξη και διατήρηση περιβαλλοντικής ισορροπίας» δυστυχώς δεν υπάρχουν απόλυτες και εκ των προτέρων απαντήσεις. Δυστυχώς η εξουσία – μικρή μεγάλη – αποδεικνύεται μικρόνοη και δεν είναι διατεθειμένη να ασχοληθεί με την λύση αυτής της εξίσωσης. Αυτούς που αντιδρούν τούς χαρακτηρίζει, εν είδει ρετσινιάς, πολιτικά καθοδηγούμενες λες κι αυτό σε αλλάζει την ουσία των λογικών επιχειρημάτων που παρουσιάζουν.
Στην περιοχή μας πάντως η περιβαλλοντική κρίση έχει κτυπήσει ήδη την πόρτα μας με εμφανή τρόπο: το πρόβλημα της σπάνης – λόγω σπατάλης στο πότισμα – αλλά και της καταστροφής των υπόγειων νερών, στην περιοχή της Θήβας λόγω βιομηχανικής μόλυνσης αλλά και υπερβολικής χρήσης φυτοφαρμάκων και λιπασμάτων είναι ενδεικτικό και άμεσο και έρχεται από δίπλα, την Αττική. Η εγγύτητα της περιοχής μας στην Αττική, είναι πλεονέκτημα και κατάρα.
Στο λεκανοπέδιο της Αττικής, είναι συγκεντρωμένο το 60% της εθνικής μας παραγωγής και απαιτεί ζωτικό χώρο. Εκεί, ο κοινωνικός διαχωρισμός είναι αντίστοιχος του χωροταξικού: υπάρχουν οι ωραίες περιοχές, Φιλοθέη, Παλαιό Ψυχικό, Κηφισιά, Εκάλη στις οποίες και μόνο το να μένεις σε τοποθετεί στην «καλοβαλμενη» τάξη. Στην άλλη πλευρά, την Δυτική Αττική, υπάρχει ο λαός, η πλέμπα, δίπλα και ανάμεσα σε βιομηχανίες, βιοτεχνίες, τεράστιους αποθηκευτικούς χώρους με διαρκή κίνηση φορτηγών κι όλα αυτά που δεν μας αρέσουν.
Δείτε για παράδειγμα την περιοχή του Ασπροπύργου. Οι κάτοικοι ήταν αγρότες και κτηνοτρόφοι και Αρβανίτες, σαν κι εμάς , κι εκεί περίπου στην δεκαετία του 1970 – 1980, είδαν ότι συνέφερε να πουλήσουν τα κτήματα, να σφάξουν τα γελάδια, να κλείσουν την γαλακτοβιομηχανία που ήταν από τις μεγαλύτερες τότε την ΑΣΠΡΟ, και όλα αυτά να γίνουν βιομηχανίες. Είναι κάτι που μας αρέσει; Θέλουμε κι εμείς έτσι την περιοχή μας; Διότι αυτοί που θα επωφελούνται από την βιομηχανική ανάπτυξη δεν θα μένουν εδώ. Αυτό είναι το μόνο βέβαιο! Σε αντίθεση με περιοχές όπως για παράδειγμα εκείνες της Δυτικής Θεσσαλονίκης, που παράνομα και από ανάγκη κτίστηκαν δίπλα σε βιομηχανικές εγκαταστάσεις, εμείς είμαστε εδώ και μας έρχονται οι βιομηχανικές εγκαταστάσεις.
Άρα εμείς πρέπει να απαιτήσουμε όχι μόνο να ανοίξει αυτή η συζήτηση -αυτό φοβάμαι ότι είναι ήδη αργά– αλλά να μας ρωτάνε για τις όποιες αποφάσεις τους. Και αυτό πρέπει να γίνονται με την μέγιστη κατά το δυνατόν συμμετοχή.
Είμαστε καταδικασμένοι να αντιδράσουμε. Είμαστε καταδικασμένοι να σκεφτούμε και να απαιτήσουμε από τους πολιτικούς εκπροσώπους την άποψη τους -που αν κρίνω από την κ. Αγάτσα είναι μαθητευόμενοι μάγοι- για να μπορούμε να τους αξιολογήσουμε και να αντιπαρατεθούμε μαζί τους.
Τέλος, πρέπει να αντιδρούμε πιο αποτελεσματικά και πολύ φοβάμαι ότι ο μέχρι τώρα ακτιβισμός δεν έχει φέρει τα επιθυμητά αποτελέσματα: πολλοί ακούν, λίγοι –σαν κι εμένα- καταλαβαίνουν και ακόμα πιο λίγοι αντιδρούν.



Τετάρτη 2 Δεκεμβρίου 2009

Πολιτείες ανθρώπων

Όταν η συγχωρεμένη μάνα μου έκανε κριτική σε κάτι (άποψη, γεγονός) που αφορούσε την ζωή μου και που δεν της άρεσε – τ Συνεταιρισμό για παράδειγμα ή την κατάρτιση των ψηφοδελτίων  για τις δημοτικές εκλογές- το έντυνε με την ρητή δήλωση «η κοινωνία το λέει».

Την ερωτούσα για το ποιος συγκεκριμένα το είχε  πει και ποιοι αποτελούσαν   αυτή την κοινωνία  συγκεκριμένα και αυτή κουνούσε εμφατικά το κεφάλι και έλεγε «τι ποια κοινωνία, ο κόσμος, η κοινωνία, μάλιστα»  και δεν σήκωνε καμιά αμφισβήτηση , έδενε το μαντήλι της και σιωπούσε. Με το «η κοινωνία το λέει», η μάνα μου απέφευγε την άμεση υποχρέωση να παρουσιάσει επιχειρήματα  - που μπορεί να μην υπήρχαν άλλωστε ή που μπορούσε η ίδια να μην τα αποδεχόταν – αλλά εξέφραζε δικαιολογημένους φόβους και βουβούς δισταγμούς.  Η κοινωνία ξεκινούσε από αυτήν την ίδια και πήγαινε στα σόγια μας, στις γειτόνισσες ή και πιο πέρα.

Συνήθως  η συζήτηση κοβόταν με φωνές και βρισιές και η έντασή τους ήταν ανάλογη με το πόσο ήμουν ανακατεμένος:  όσο πιο πολύ, τόσο πιο δυνατές οι φωνές.  Όμως η φωνή δεν είναι επιχείρημα και η έλλειψη ουσιαστικών επιχειρημάτων δεν κρυβόταν. Για αυτό  με τσάντιζε που το κουτσομπολιό και οι φήμες τελικά ήταν πιο αληθινές από τις δικές μου «έγκυρες» και «λογικές» και «τεκμηριωμένες» απόψεις.

Ήταν καταπληκτικό που η κοινωνία πάντα ήξερε πιο πολλά, πάντα ήξερε τα σωστά και πάντα «κρατούσε πισινή» επιδεικνύοντας έτσι μια καταπληκτική ιδιότητα: την σοφία της αδέσμευτης, ελεύθερης συλλογικότητας.

Άργησα να το καταλάβω αλλά τώρα ξέρω ότι δεν μπορείς να παραβλέπεις και να αγνοείς την κοινωνία, την κοινωνία που ανήκεις και που δεν κάνει πάντα αυτό που σου αρέσει αλλά σχεδόν πάντα έχει δίκιο. Η κοινωνία σου είναι πιο σοφή από εσένα, από το κάθε μέλος της χωριστά  και αυτό είναι η βάση της δημοκρατίας.  Αν λοιπόν θέλεις να γίνουν πράγματα στον Δήμο μας, τότε πείσε την κοινωνία, κέρδισε την συναίνεση της για να είναι μαζί σου στην υλοποίηση. Νομίζω ότι μετά από πολλά χρόνια και στραπάτσα το έμαθα καλά το μάθημά.

Η πρώτη μου κοινωνική ομάδα ήταν η γειτονιά μου, στο Ερημόκαστρο.  Είμαστε Αγοραίοι, Δημοοφιλαίοι, Ντιβαναίοι, Αλωαναίοι. Είχαμε αρχηγό, υπαρχηγούς και άλλες ειδικότητες . Οι άλλοι, των άλλων μαχαλάδων,  ήταν οι «εχθροί».  Κάναμε εκστρατείες και πολέμους, άγριους μερικές φορές, κάναμε διαπραγματεύσεις και συμμαχίες. Το κράτος μας είχε έδρα – μια παλιά αποθήκη – που στην πόρτα ο Δημήτρης είχε γράψει με ξύλο βουτηγμένο σε εάν πεταμένο δοχείο λαδομπογιάς που είχαμε βρει στο ρέμα, την λέξη «φλούριον» γιατί δεν είχε ακούσει καλά το σωστό . . . «φρούριον».

Έτσι έμαθα το κράτος, την εξουσία, την πολιτική.  Εκτίμησα την εμπιστοσύνη, την υπακοή, την φιλία και υπόφερα από την προδοσία.

Μετά,  μαζί με το μπόι μου μεγάλωνε και η κοινότητά μου, το κράτος που ανήκα. Στο Γυμνάσιο, έγινα από Ερημοκαστραίος όλο και πιο πολύ Θεσπιεύς , όταν  ξεπέρασα τις αρνητικές ιδέες που είχα για τους Κασκαβελαίους και που είχαν κτιστεί σε ιστορίες  για τσακωμούς στην Ξερόβρυση που άκουγα από τους παλαιότερους. Γνωρίστηκα με παιδιά από τα γειτονικά χωριά, έγιναν καινούργιες φιλίες  και φρέσκοι  «εχθροί» εμφανίστηκαν. Η συνάφεια του σχολείου έκανε τους χθεσινούς «εχθρούς» φίλους και «εχθροί» γίνονταν οι άλλοι, οι μακρινοί, οι άγνωστοι.

Στην μεταπολιτευτική περίοδο «εχθροί» έγιναν οι των άλλων κομμάτων και στην υλοποίηση της "γραμμής  του Κόμματος" στον τοπικό μας μικρόκοσμο, κτίστηκαν και οι αντίστοιχες συμπάθειες και φιλίες. Εχθροί και προδότες γίνονταν πολύ συχνά οι επιμένουσες μειοψηφίες στο κόμμα και βαφτίζονταν « αποστάτες».  Προσωπικές φιλίες διαλύθηκαν και κοινωνικές σχέσεις διακόπηκαν στο όνομα της καταδίκης των «εχθρών» και των συνοδοιπόρων τους.

Η συζήτηση ως συν + ζήτηση, ως κοινή αναζήτηση  του κοινού τόπου ήταν κάτι που δεν το αντέχαμε και ίσως για αυτό πάντα φροντίζαμε –ή φρόντιζαν οι μικρές και μεγάλες εξουσίες - να υπάρχει  ένας εχθρός , ως απειλή, ως υπενθύμιση ανασφάλειας και δημιουργός φοβικών συνδρόμων, ως «… μια κάποια λύσις» στην καθημερινότητα και στο δέσιμο της κοινότητας και του αισθήματος  «ανήκειν κάπου» αλλά και ως βασικός παράγων του «υποτάσεσθαι» κάπου.  Κι όταν κάποιος από εμάς τολμούσε να ρωτήσει ή να εκφράσει απορία ή επιφύλαξη περί του ορθού της δεδομένης εντολής, η καταδίκη ήταν ότι «η ηγεσία ξέρει, άσχετε» και το βούλωνε.

Κάθομαι τώρα στο καφενείο και κοιτώντας τους γύρω μου στα τραπέζια σκέφτομαι: πόσο μεγάλη μπορεί να είναι η κοινότητα που ανήκεις;  Με πόσους ανθρώπους μπορείς να μοιράζεσαι τα όνειρα που μαζί τους  κτίζεις; Σε πόσους μπορείς να έχεις εμπιστοσύνη και με πόσους μπορείς να έχεις μυστικά; Με πόσους μπορείς να διαφωνείς χωρίς τον φόβο να χαλάσει η καλή σχέση που έχετε;

Λοιπόν, διαπιστώνω ότι όσο περνούν τα χρόνια η κοινότητα που ανήκω γίνεται όλο και πιο μικρή: τώρα είναι το τραπέζι που κάθομαι και περιμένω τους άλλους να έρθουν.  Παλιότερα εδώ καθόμασταν  περίπου οκτώ αλλά δύο έφυγαν για πάντα. Δεν μου αρέσει να λέω «πέθαναν», ούτε το άλλο των καλόγερων το «κοιμήθηκαν». Λέω ότι έφυγαν, έτσι νομίζω, όπως πήγα κι εγώ στην Θεσσαλονίκη και γύρισα, έτσι σε λίγο θα φανούν κι εκείνοι.

Το πρώτο καιρό ήθελα να βλέπω την καρέκλα τους άδεια, ως μνημόσυνο και ως υπόμνηση παρουσίας.  Νευρίαζα όταν κάποιος ερχόταν να πάρει την «άδεια» καρέκλα και τον έδιωχνα. Με τον καιρό μου πέρασε και αφήνω να την παίρνουν, την άδεια καρέκλα τους,  αλλά είναι φορές που γυρίζω το κεφάλι προς την τζαμαρία,  να δω τους φευγάτους φίλους  να ανηφορίζουν προς τα εδώ.

Στο παρελθόν, νόμιζα  πάντως,  ότι στο χωριό μας δεν κάνουμε φιλίες σαν και αυτές που μαθαίναμε στο σχολείο, του Δάμωνα και του Φιντία για παράδειγμα, γιατί η οικειότητα που έχουμε δημιουργεί μιαν άλλη σχέση. Ας την πω «συντοπιότητα» και είναι τόσο έντονη από αυτή την καθημερινή συνεύρεση μας που δεν αφήνει θέση στην φιλία. Με την «συντοπιότητα», η άποψη διαχέεται σε όλο και μεγαλύτερους κύκλους: από το τραπέζι στης οικογένειες, στα σόγια, στο χωριό. Δεν προλαβαίνει να κτιστεί η φιλία των βιβλίων και των μύθων.  Αυτό πίστευα.

Φιλίες έκανα στο στρατό, γιατί όλοι οι συνάδελφοι είμαστε μακριά από τις κοινότητές μας κι εγώ και οι φίλοι μου κι είχαμε ανάγκη να δεθούμε, να αντισταθούμε.  Εξέλιπε ο εχθρός – διοικητής, ξεχάστηκε και η φιλία.

Κι όμως είναι οι απουσίες των ομοτράπεζων συντοπιτών μου που γέννησαν, που θεμελίωσαν καλύτερα,   την βεβαιότητα ότι είναι βαθειά φιλία τελικά αυτή που κτίσαμε σε αυτό το τραπέζι, στην ταβέρνα, στους αγώνες.  Αυτή η φιλία ζωντανεύει την μορφή αυτών που έφυγαν για πάντα κι  όταν ακούω να λένε κάτι για αυτούς είναι αυτή που προκαλεί έναν  γλυκό πόνο κάπου βαθειά μέσα μου δεν με αφήνει να τους ξεχάσω.

Και μάλλον για αυτό ξεκίνησα να γράφω  αυτά τα κείμενα τελικά: Για να γίνουν πιο πολλές οι καρέκλες στο τραπέζι μου που  γεμάτες με συντοπίτες και φίλους θα είναι καλή φωλιά, ένα "φλούριον"  για ελεύθερες συζητήσεις χωρίς «ατζέντα» και χωρίς "εισήγηση" – υπόδειξη από την εξουσία.



Σκοτώνουν τα άλογα όταν γεράσουν

Τους ανθρώπους, όταν τα γηρατειά βαρύνουν την πλάτη τους,  τούς αγνοούν, τούς σκοτώνει η αδιαφορία των υπολοίπων. Αν ο πολιτισμός μιας κοινωνίας αλλά και του κάθε ανθρώπου χωριστά κρίνεται από την στάση που τηρούν αμφότεροι απέναντι στους αδύναμους, τότε και οι ηλικιωμένοι , μια κατηγορία αδυνάμων, είναι κριτές και αξιολογητές για όλους μας για την ηθική και την πολιτιστική στάθμη όλων μας.
Έχουν δικαίωμα στην διαφωνία και στην παρουσίαση της δικής τους άποψης. Όλη αυτή η εμπειρία ζωής τους δεν είναι δα και για πέταμα. Συμφωνούμε ότι τα πράγματα έχουν αλλάξει, οι ταχύτητες έχουν μεγαλώσει, οι συνθήκες είναι πιο άγριες και δεν υπάρχει χρόνος καλά καλά για τους νέους, για τα νέα ζευγάρια, τις νέες οικογένειες.  
Εντάξει μπορεί κι εμείς οι γέροι να είμαστε δύσκολοι, να έχουμε "περίεργες" απαιτήσεις αλλά ας μας αναγνωριστεί το δικαίωμα να θέλουμε ο χρόνος και ο κόσμος να πάει πιο αργά. Έχουμε και εμείς ανάγκη από στοργή και την κατανόηση για να ζήσουμε.
Στους νέους ανθρώπους, στα νέα ζευγάρια των συντοπιτών μου, που οι σχέσεις με τις γριές και τους γέρους του σπιτιού δεν είναι σε καλή φάση, αφιερώνω το φιλμάκι:

Σάββατο 28 Νοεμβρίου 2009

Των Ελλήνων οι κοινότητες αναδομούνται



Των Ελλήνων οι κοινότητες έκαναν με τον «Καποδίστρια»  Δήμους και τώρα που  αλλάζουν τα σχέδια της εξουσίας μας μπερδεύουν και μας στέλνουν σε . . . άλλον Δημοτικό  γαλαξία. Οι κοινότητες μας έκαναν τον Δήμο Θεσπιέων αλλά σύμφωνα με φήμες και διαδώσεις, στην επερχόμενη διοικητική μεταρρύθμιση θα διασχίσουμε – λέει – την Κωπαΐδα και θα γίνουμε . . . Ορχομενός!

Και ο καινούργιος δρόμος που μας ενώνει καλύτερα με τον Δήμο Θίσβης; Γιατί δεν είναι πιο λογικό να ενωθούμε μαζί τους έτσι ώστε μαζί με τον Δήμο Βαγίων, να είμαστε ο Δήμος της Δυτικής Επαρχίας Θήβας. Έτσι που κοιτάζω τον χάρτη, μου φαίνεται πιο λογικό ο νομός μας να έχει τους Δήμους Σχηματαρίου, Θηβών, Θεσπιών, Ορχομενού, Λιβαδειάς, Διστόμου. Τόσο απλά, τόσο καλά και τόσο συμβατά με την ιστορική διαδρομή της περιοχής μας.

Προτείνω τώρα ακόμα, χωρίς πείσματα και στενοκεφαλιές, ο Δήμος μας να μας ενημερώσει για τα σχεδιαζόμενα. Έτσι ψύχραιμα και ήρεμα να καταλάβουμε τι έχουν στο μυαλό τους οι προύχοντες και τι θα πρέπει εμείς να κάνουμε. Γιατί, αυτό είναι σίγουρο, πρέπει και να σκεφτούμε και να κάνουμε κάτι.

Οι διοικητικές μεταρρυθμίσεις στην χώρα μας γίνονται με πολλές διακηρύξεις καλών προθέσεων, βεβαιώσεις ότι όλα γίνονται «για το καλό μας», οράματα και . . . ανύπαρκτους προϋπολογισμούς.  Υποτίθεται ότι η ενοποίηση των οργανισμών εξοικονομεί πόρους και βελτιώνει την ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών. Κρίνοντας όμως από όσα διαβάζω για τις ενοποιήσεις των ασφαλιστικών ταμείων έχω σοβαρούς λόγους να αμφιβάλλω και για τα δύο.

Είμαστε μαθημένοι στην χώρα μας και όλα τα κάνουμε την τελευταία στιγμή κι όταν αυτή δεν αρκεί τότε ζητάμε παράταση κι αρχίσουν οι  γκρίνιες και οι απειλές προς την εξουσία που ούτε κι εμείς καλά καλά δεν τις πιστεύουμε.

Τα ίδια κάναμε με τον αγωγό του φυσικού αερίου πρόσφατα. Μου έριξαν τις ελιές, μου έφαγαν και το μισό αμπέλι κι όταν ζήτησα τον λόγο από την μηχανικό της κατασκευάστριας εταιρείας με αποστόμωσε: τα σχέδια ήταν καμωμένα από το 2003 και ο Δήμος σας τα ήξερε! Άντε τώρα να βρεις το δίκιο σου. Συμπλήρωσα τα χαρτιά που μου έδωσε κι αποχώρησα.

Ελπίζω αυτή την φορά να τα κάνουμε διαφορετικά και με πρωτοβουλία του Δήμου μας να ενημερωθούμε  για την προτεινόμενη μεταρρύθμιση, να κατανοήσουμε όλοι τους ουσιαστικούς περιορισμούς, το πιο σημαντικό,  το τι λεφτά θα έχει διαθέσιμα και από πού ο μελλοντικός Δήμαρχος και τι μηχανισμούς για να εξυπηρετεί τους πολίτες.

Διότι μου φαίνεται, πως τελικά θα αρχίσουμε να πλακωνόμαστε με τους γείτονες για ονόματα, έδρες και άλλα εικονικά στοιχεία και θα αφήσουμε απέξω την ουσία του νέου σχήματος: οικονομική ισχύς και σχέση με την κεντρική εξουσία.

Και η πλάκα είναι που θα έρθει τότε διαιτητής στον τσακωμό μας η κεντρική εξουσία, για να της χρωστάμε χάρη!

Πέμπτη 26 Νοεμβρίου 2009

Δρόμος . . . επιδρομέας


Θυμάμαι κάποτε που ταξίδεψα με αεροπλάνο, έβλεπα από ψηλά τους αυτοκινητόδρομους, μικρούς και μεγάλους, σαν γκρίζες φλέβες, σαν αρτηρίες και ποτάμια να διασχίζουν το τοπίο, απ΄ άκρη σ’ άκρη. Στην ροή τους παρέσερναν σαν μικρά παιχνίδια τεράστια βαριά φορτηγά, λεωφορεία, ιδιωτικά αυτοκίνητα που έτρεχαν γρήγορα και μετέφεραν αγαθά και καταναλωτές από το ένα μέρος στο άλλο.

Οι άνθρωποι στις μέρες μας είναι καταναλωτές χρόνου και θέλουν να πηγαίνουν όλο και πιο γρήγορα, χωρίς να τους νοιάζει το που πάνε. Για αυτό πουλάνε ένα χωράφι ή το βάζουν υποθήκη και δανείζονται για να αγοράσουν καινούργια, πιο δυνατά αυτοκίνητα για να πάνε σε μέρη που αφού φτάσουν, μετά από λίγο βαριούνται και ξαναφεύγουν για να γυρίσουν πίσω. Στο Δήμο μας βέβαια οι συμπολίτες μου χρησιμοποιούν τα αυτοκίνητα και για να έρθουν στην αγορά και να έχουμε κι εμείς κυκλοφοριακό πρόβλημα και να γινόμαστε έτσι . . . αστοί και πρωτευουσιάνοι.

Οι Έλληνες, είμαστε ο μοναδικός λαός κουβαρντάδων που πριν ολοκληρωθεί ένας μεγάλος δρόμος, του βάζουν διόδια και πληρώνει προκαταβολικά ένα δρόμο στον οποίο πρόκειται να κυκλοφορήσει –εάν έχει επιζήσει στο μεταξύ. Διότι συχνά οι οδηγοί και οι επιβάτες δεν φτάνουν στον προορισμό τους, γιατί σκοτώνονται η μάλλον, πνίγονται στους δρόμους – ποταμούς και τότε τα ασθενοφόρα τούς κουβαλούν. Εμείς, αν και το έχουμε βιώσει άσχημα αυτό αφού πολλά δικά μας, νέα παιδιά χάθηκαν σε αυτοκινητιστικά δυστυχήματα, συνεχίζουμε να τρέχουμε απτόητοι.


Οι σύγχρονοι αυτοκινητόδρομοι κουβαλάνε εμάς και τον πολιτισμό μας μαζί με τα γνωστά παρελκόμενα του: σκουπίδια, θόρυβο, καυσαέρια. Δείτε τις πλευρές των μεγάλων οδικών αρτηριών που είναι γεμάτες από πλαστικά μπουκάλια, αποτσίγαρα, χαρτιά, παλέτες, χαρτόκουτα, σακούλες και θα καταλάβετε τι εννοώ. Α! και στραπατσαρισμένα καινούργια αυτοκίνητα.

Στην χώρα μας πάντα οι δρόμοι θεωρούνταν και είναι ένδειξη οικονομικής ανάπτυξης. Από τα χρόνια του Καραμανλή – του Εθνάρχη και όχι του Κώστα - δεν υπήρξε πρωθυπουργός που να μην εγκαινίασε μεγάλο αυτοκινητόδρομο. Με τυμπανοκρουσίες και εκτενείς αναφορές στα δελτία των οκτώ και συχνά μάλιστα όχι μόνο μια φορά. Βέβαια, όλα αυτά τα χρόνια, δεν επεδείχθη η ίδια διάθεση για εγκαίνια σιδηροδρόμων διότι ποτέ δεν συζητήθηκε το είδος της ανάπτυξης άρα και των μεταφορών που θέλαμε. Αλλά είπαμε, εμείς είμαστε αδαείς και είναι χάσιμο χρόνου να μας ρωτάνε η κυβέρνηση και οι σοφοί της σύμβουλοι. Αυτοί ξέρουν, αυτούς εμπιστευόμαστε. Τους εμπιστευόμαστε;

Οι αυτοκινητόδρομοι είναι προπομποί επενδύσεων αλλά και είναι μεγάλη επένδυση οι ίδιοι. Οι μεγάλες τεχνικές εταιρείες , οι εργολάβοι και οι νταβατζήδες της πολιτικής μας ζωής - κατά δήλωση Κώστα Καραμανλή αυτή την φορά, τρώγοντας σουβλάκια στο μαγαζί του εν Αθήναις Μπαϊρακτάρη και όχι του δικού μας, – που υπάρχουν σήμερα φτιάχτηκαν και εμεγαλύνθηκαν από τους δρόμους.

Ήρθε τώρα και σ΄ εμάς η πρόοδος. Ο δρόμος που κατασκευάζεται τελευταία και περνά από τον Δήμο μας, γίνεται στο όνομα της ανάπτυξης της περιοχής μας, για να εξυπηρετούνται οι εργαζόμενοι και τα εργοστάσια στην βιομηχανική περιοχή της Θίσβης. Είναι η παλιά δημοσιά που ενώνει τα χωριά της Δυτικής – πάλαι ποτέ – Επαρχίας Θηβών και πράγματι θέλαμε χρόνια τώρα να εκσυγχρονιστεί και να βελτιωθεί γιατί είχε εξελιχθεί σε εξαιρετικά επικίνδυνο αυτοκινητόδρομο.

Όμως δεν ρωτάνε και δεν παίρνουν καθόλου υπόψη τις ανάγκες μας και είναι πολύ πιθανόν καθώς οι ταχύτητες των αυτοκινήτων αυξάνονται, οι διασταυρώσεις να μεταβληθούν σε καρμανιόλες και έτσι ο νέος δρόμος που θα ενώνει τους ανθρώπους στα άκρα του να χωρίζει εμάς από τον κάμπο μας και τις περιουσίες μας.

Η εμπειρία από τις κατασκευές τέτοιων έργων σε άλλες περιοχές πρέπει να αξιοποιηθεί θετικά και έγκαιρα από εμάς. Είναι γνωστό ότι η κάθε τεχνική εταιρεία, στην προσπάθειά της να μειώσει το κόστος κατασκευής, παραβλέπει να αγνοεί τις πραγματικές ανάγκες των ανθρώπων της περιοχής. Αν είναι αλήθεια η φήμη που θέλει την συγκεκριμένη εταιρεία που έχει αναλάβει το συγκεκριμένο έργο να αντιμετωπίζει οικονομικά προβλήματα, αντιλαμβάνεστε τι επιπτώσεις θα έχει αυτό στην ποιότητα όχι μόνο του καθεαυτού έργου αλλά και των απαραίτητων συμπληρωματικών έργων.

Αυτοί που φτιάχνουν τον δρόμο θα φύγουν και οι περαστικοί θα περνάνε και θα φεύγουν επίσης. Εμείς όμως θα είμαστε εδώ και πρέπει να ζήσουν μόνιμα μαζί του.

Πολύ φοβάμαι ότι θα ξεκινάμε να πάμε στα χωράφια μας και στις διασταυρώσεις θα σταματάμε το τρακτέρ και εκεί θα περιμένουμε: θα κοιτάζουμε, θα κοιτάζουμε, θα κοιτάζουμε τις νταλίκες να περνάνε μουγκρίζοντας και τους παραθεριστές να χαζογελάνε και να μας χαιρετούν μέσα από τα αυτοκίνητα τους – για όσο θα υπάρχουν κι αυτοί αφού έτσι όπως θα εκπολιτιστούν οι παραλίες μας με σκουπίδια και "εκβιομηχανισμένη" θάλασσα, θα εκλείψουν και αυτοί οι επισκέπτες του καλοκαιρινού σαββατοκύριακου.

Κανονικά θα έπρεπε ο κατασκευαστής του έργου να μεριμνά και για την κατασκευή συμπληρωματικών έργων: ανισόπεδες διαβάσεις με γέφυρα στο Ρίζωμα, στο Χάνι, στις άλλες διασταυρώσεις κάτω από το Κασκαβέλι, ειδική σήμανση στις διασταυρώσεις , φανάρια, διασφάλιση της ορατότητας όλων των δρόμων, μέτρα για την μείωση της ταχύτητας, , ασφαλή κι εύκολη πρόσβαση στα περιβόλια μας με ράμπες, βοηθητικούς δρόμους, κ.α.

Κανονικά θα έπρεπε ο Δήμος μας να έχει λόγο και άποψη στο έργο αυτό. Έχει;

Εξουσίες και ταραξίες


Στην Θεσσαλονίκη σπουδάζει η κόρη μου και το σαββατοκύριακο, πήραμε την ταχεία από την Θήβα και ανεβήκαμε με την κυρά να την δούμε. Είχα τελειώσει το όργωμα και δεν είχα τι να κάνω. Οι τσάντες γεμάτες με τυρόπιτα, σπανακόπιτα, , ψωμί και φρέσκο λάδι για το κορίτσι .
Όμορφη Θεσσαλονίκη, γλυκός φθινοπωριάτικος καιρός, καταπληκτικοί μεζέδες. -πάει περίπατο η δίαιτα του γιατρού. Δρόμοι γεμάτοι με νέους , νέες και ωραίες γυναίκες: έφαγα το σκούντημα της ζωής μου από την αγριεμένη δικιά μου.
Το κέντρο τη Θεσσαλονίκης έχει μεταμορφωθεί σε μεζεδοπωλείο και διασκεδαστήριο. Οι παλιές βιοτεχνίες που ήξερα από όταν ήμουν φαντάρος, έχουν γίνει ωραία καφέ, μπαρ και ρεστοράν και ήταν τίγκα. Πολύ χρήμα. Το φεστιβάλ κινηματογράφου μάλλον ήταν η αιτία αλλά παρόλα αυτά το ερώτημα με έτρωγε: Μα ποιος δουλεύει και πληρώνει όλα αυτά; Ποιος παράγει; Τον έναν τον ήξερα, ήμουν εγώ. Οι άλλοι;
Τέλος πάντων. Το βράδυ του Σαββάτου, μετά το «δείπνο», πήραμε από το κέντρο το λεωφορείο να πάμε σπίτι. Είπαμε, δεν υπάρχουν λεφτά για την πολυτελή λύση «ταξί». Εξάλλου, το εισιτήριο στην Θεσσαλονίκη είναι πενήντα λεπτά, το μισό από αυτό της Αθήνας. Φτωχομάνα.
Για όσους δεν το γνωρίζουν και για να καταλάβουν αυτά που θα δηγηθώ, πρέπει να εξηγήσω ότι το πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης καταλαμβάνει μια τεράστια έκταση, στο κέντρο της πόλης, δίπλα στον χώρο της Διεθνούς Εκθέσεως και δεν είναι περιφραγμένο.
Μπήκαμε, βρήκα θέση και σωριάστηκα. Νύσταζα, είχα πιεί ένα καταπληκτικό τσίπουρο και μόλις το λεωφορείο άρχισε να κινείται σχεδόν αποκοιμήθηκα. Ξαφνικά το λεωφορείο σταμάτησε στην μέση του δρόμου και όχι σε στάση. Κολλήσαμε στην κίνηση, σκέφτηκα. Ήμαστε στην Εγνατία, ανάμεσα Έκθεση και Πανεπιστήμιο. Περιμένουμε, περιμένουμε. Τίποτα. Σηκώνομαι και πάω μπροστά, στον οδηγό. Βλέπω περίπου είκοσι παιδιά να είναι μπροστά μας, στον δρόμο, να σταματάνε τα αυτοκίνητα και να τα γυρνάνε πίσω: «δεν περνάτε» και φώναζαν το: «σύνθημα ένα μας ενώνει, μπάτσοι γουρούνια δολοφόνοι». Ήταν νεολαίοι, το πολύ μέχρι εικοσιπέντε ετών. Μερικοί είχαν κασκόλ του ΠΑΟΚ τυλιγμένο σαν μαντήλι Παλαιστίνιου και δώστου και φώναζαν « . . . μπάτσοι γουρούνια δολοφόνοι».
«Κάνουν πρόβες για την 5η Δεκέμβρη, την ημέρα που σκότωσαν το παιδί πέρυσι στα Εξάρχεια», μου είπε η κόρη μου. Η κόρη μου είναι πολύ καλό παιδί και διαβαστερή, επιμελής φοιτήτρια, συντηρητική θα την πείτε εσείς, δεν συμμετέχει σε διαδηλώσεις και τέτοια. Εντάξει τώρα, αν είναι να με κρίνετε από αυτό, έχω αποτύχει ως πατέρας, διαφωτιστής και στρατολόγος. Αλλά έχω κάτι να της πω για να την εμπνεύσω;
Ο οδηγός ανακοίνωσε ότι όποιος ήθελε να κατέβει και να πάει με τα πόδια. Φτου! Το σπίτι δεν ήταν κοντά και ο ποδαρόδρομος νυχτιάτικά είναι παλιοκατάσταση. Του λέω, του οδηγού, πως είναι παιδιά και μπορούμε να περάσουμε και μου λέει «είσαι τρελός, θα μας σπάσουν το λεωφορείο». Μπορεί να είχε δίκιο. Ξανακάθισα. Δεν μπορεί, θα έρθει κάποιος αστυνομικός να τους κυνηγήσει και θα φύγουμε.
Πέρασε κάνα δεκάλεπτο, και το λεωφορείο εκεί. Δεν φαινόταν αστυνομικός και οι μάγκες φώναζαν, πιο αραιά τώρα, « . . . μπάτσοι, γουρούνια, δολοφόνοι». Κάτι γιαγιάδες άρχισαν το μουρμουρητό για αλήτες. Οι άλλοι μάλλον ήμασταν παρατηρητές ενός χάπενινγκ.
Τι να κάνω; Αισθανόμουν πτώμα, σαν να γύριζα από την Κωπαΐδα, ο ύπνος μου είχε φύγει και ήθελα να κατουρήσω. Κατεβήκαμε. Η κυρά μου ήταν ανήσυχη: να μην πάμε από εκεί, που είναι αυτοί (ποιοι αυτοί; παιδιά μας είναι, της λέω) να γυρίσουμε πίσω και να πάμε από αλλού.
Ορθώθηκε μέσα μου το αγωνιστικό παράστημα και βοηθούντος του τσίπουρου τις τράβηξα αποφασιστικά: πάμε!
Φτάσαμε στους … ταραξίες που εκείνη την στιγμή άρχισαν να κινούνται και να φωνάζουν πιο δυνατά τα συνθήματα και κυρίως το γνωστό ένα: «. . . μπάτσοι, γουρούνια, δολοφόνοι».
Κοίταξα πίσω και πέρα, στα εκατό μέτρα φάνηκε μια ομάδα ματατζήδων. Ήταν σαν να είχαν ραντεβού. Τότε μερικοί από τους νεολαίους, πέταξαν κάτι μπουκάλια με αναμμένα στουπιά – μολότοφ ντε, από το όνομα του σοβιετικού υπουργού εξωτερικών, που με αυτές έκαιγαν οι Ούγγροι τα σοβιετικά τανκς το 1956, στην Βουδαπέστη – που έσκασαν με κρότο λίγο πιο πέρα. Σαν να έβλεπες μεθυσμένους σε δικό μας πανηγύρι, του παλιού καιρού: τα δικά μας σπασίματα όμως ήταν πολύ περισσότερα και νομίζω έκαναν μεγαλύτερο κρότο.
Και τότε ακούσαμε έναν διαφορετικό κρότο και δίπλα μας έπεσε ένα κομματάκι μέταλλο κι άρχισε να βγαίνει λευκός καπνός: δακρυγόνο! Κι άλλο κι άλλο. ‘Έριχναν οι μπάτσοι από τα πενήντα μέτρα, χωρίς να πλησιάσουν. Υπολόγισαν ότι έπεσαν περισσότερα δακρυγόνα από όσοι ήσαν οι . . . ταραξίες. Μάλλον θα ήταν πολλά τα ληγμένα και βρήκαν ευκαιρία για ανανέωση οπλισμού.
Φύγαμε τρέχοντας με μάτια να τσούζουν: εμείς προς το σπίτι και «οι ταραξίες» προς το Πανεπιστημιακό άσυλο. Από την άλλη κατεύθυνση του δρόμου, συμμετρικά, ερχόταν άλλη μια ομάδα αστυνομικών, με κράνη και ασπίδες. Τελικά οι φρουροί της τάξης ήταν περισσότεροι από τους ταραξίες. Πέρασαν δίπλα μας κι είδα πως ήταν κι αυτοί νέοι αλλά με την νόμιμη βούλα της εξουσίας. Ένας εμφύλιος παιδιών, σαν το τουρκικέλι που παίζαμε κι εμείς. Μόνο που οι δε, είναι πάνοπλοι, μη εκπαιδευμένοι να είναι ψύχραιμοι αλλά δασκαλεμένοι να είναι άγριοι, όπως οι εξουσίες. Πέρυσι προκάλεσαν ένα θύμα, τον δεκαπεντάχρονο Αλέξη Γρηγορόπουλο. Φέτος;
Βιαζόμουν να πάμε σπίτι και δεν ήθελα τίποτα άλλο. Φτάσαμε και την ώρα που ανακουφιζόμουν σκεφτόμουν ότι κανονικά δέκα, το πολύ, αστυνομικοί θα μπορούσαν να ανοίξουν τον δρόμο και να μην χρειαστεί να κάνω νυχτιάτικα γρήγορη πορεία.
Ένας ολόκληρος στρατός, με θώρακες, περικνημίδες ασπίδες, παλούκια και περίστροφα για είκοσι παιδιά;
Το ξανασκέφτηκα καλύτερα: βρε μπας και ήταν για εμένα αυτή η νυχτερινή επίδειξη της εξουσίας και με πρόφαση τον κλεφτοπόλεμο ήθελε να μου θυμίσει ότι φυλάει, δήθεν, τις δικές μου αξίες από τους ταραξίες; Μα πως ξέρει τις αξίες μου αφού κανείς δεν με ερώτησε ποτέ; Μα βέβαια, εκείνο που την ενδιαφέρει είναι οι δικές της αξίες να μου επιβληθούν, αδιαμαρτύρητα και άκριτα να γίνουν δικές μου. Ως εξουσία, αυτή είναι η ουσία της και για αυτό έχει τους φύλακες και τους πραίτορες!
Κι εμένα τότε, ποιος θα με φυλάξει από τους φύλακες;
Το αποφάσισα: μόλις γύριζα πίσω, θα ξαναδιάβαζα την «Πολιτεία» του Πλάτωνα.

Πέμπτη 19 Νοεμβρίου 2009

Καφενεία και καφετέριες





Μετά την δουλειά τι μπορεί να κάνει κανείς στον Δήμο μας; Πάει στην αγορά, σε ένα από τα καφενεία. Τα καφενεία είναι συγκεντρωμένα στην αγορά, στην αγορά του Δήμου, εκεί που μαθαίνονται και σχολιάζονται όσα μας αφορούν και είναι πάντα εκεί, όλα αυτά τα χρόνια που υπάρχει ο Δήμος μας.

Όταν ήμουν μικρός δεν επιτρεπόταν να πάμε εκεί και οι καθηγητές, που τότε έμεναν στο χωριό μας, έκανα εφόδους και σημείωναν τους "κακούς" μαθητές για να τους τιμωρήσουν την άλλη ημέρα. Έτσι, για εμάς τους έφηβους, το καφενείο ήταν ο στόχος και η επιβεβαίωση της ενηλικίωσης, η είσοδος στον κόσμο των ανδρών.

Ο πρώτος ηλικιακός καταμερισμός στον Δήμο μας, προσδιοριζόταν από τους χώρους που βρισκόμαστε στο ελεύθερο χρόνο: εμείς, οι έφηβοι, στους δρόμους και στο γήπεδο, οι γυναίκες στο σπίτι, δικό της ή της γειτόνισσας.

Το καφενείο για τους άνδρες του Δήμου ήταν και είναι απελευθέρωση. Λες ότι θες, δεν κρατάει κανείς πρακτικά κι εύκολα πηδάμε από το ένα θέμα στο άλλο: τιμές για το κοκκάρι, τα λιπάσματα, το συντοπίτη που μπήκε στο νοσοκομείο, την ανακοίνωση νέων μέτρων από την κυβέρνηση, την εκλογή του νέου προέδρου της ΝΔ - καλά για αυτό δεν λέμε και πολλά, πλάκα κάνουμε - την καινούργια γειτόνισσα που εκπέμπει περίεργα μηνύματα, τον Αλβανό που είχαμε σήμερα στην δουλειά

Η τηλεόραση νικάει την συζήτηση μόνο για κάνα καλό αγώνα μπάλας ή σπουδαίο γεγονός. Εδώ έπρεπε να μπαίνουν τα μηχανάκια της AGB και θα της έλεγα εγώ.

Διάβασα κάπου ότι σε σχέση με τις άλλες Ευρωπαϊκές χώρες, το καφενείο κάνει άχρηστο τον ψυχοθεραπευτή και τον ψυχίατρο, γιατί είναι αληθινή ψυχοθεραπεία και αποκατάσταση ψυχικού δυναμικού αυτός ο διαρκής σχολιασμός και εκμυστήρευση των ανδρών γύρω από το τραπέζι με τους καφέδες, το τσίπουρα, την μπύρα και τα φιστίκια.

Μια φορά, στην τηλεόραση, άκουσα κάποιον να λέει περιφρονητικά "αυτά δεν είναι σοβαρά, είναι κουβέντες του καφενείου", προφανώς γιατί δεν ήξερε τι παίζεται σε μια κουβέντα καφενείου, τι σημασία έχει για τους συμμετέχοντες σε αυτήν.

Στα καφενεία μας εισβάλλουν οι υποψήφιοι βουλευτές στις προεκλογικές περιόδους και οι πλανόδιοι με τα πορτοκάλια, τα φασόλια, τα μέλια και τα ψιλολοίδια από την Κίνα περιφέρονται ανάμεσά μας.

Τα καφενεία έχουν τους οπαδούς και τα μέλη τους. Νομίζω ότι μερικοί κληρονόμησαν το καφενείο που συχνάζουν από τον πατέρα ή από τον παππού τους κι αυτό είναι, όπως και να το κάνουμε, πραγματική παράδοση και αξία. Είναι τόσο ισχυρή η προσωπικότητα του καφενείου που ακόμα κι αν αλλάξει "η διεύθυνσις" , όπως σε ένα από αυτά που το νοίκιασε και το διαχειρίζεται τώρα ένας Αλβανός, οι θαμώνες συνεχίσουν να πηγαίνουν όπως και πρώτα.

Στα καφενεία έρχονταν παλιά μόνο οι άνδρες: νέοι και γέροι. Μαζί. Ήταν μια ευκαιρία να ανακατεύονται οι γενιές και με τις παλιές ιστορίες να μεταφέρεται πείρα στους νεώτερους.
Τώρα όμως, εδώ και κάποια χρόνια, ενέσκηψε το χάσμα των γενεών. Μας εκδικούνται και μας αποφεύγουν οι νέοι και οι νέες γυναίκες και μαζεύονται στις καφετέριες. 

Το να πας στην καφετέρια είναι σαν εκδρομή, σαν αναψυχή αφού και χωροταξικά είναι απομακρυσμένες από την αγορά. Οι καφετέριες ανήκουν σε νέους ανθρώπους, έχουν καινούργια καθίσματα σερβίρουν μοντέρνα ποτά και κοκτέιλ και κυρίως είναι καθαρές και μυρίζουν ωραία. Είναι βέβαια και πιο ακριβές.

Αν μπορούσα θα ένωνα καφενεία και καφετέριες, θα ένωνα τις γενιές και τους ανθρώπους αλλά αυτό δεν το μπορώ.

Εμείς σταθεροί στην ιστορία μας επιμένουμε να γερνάμε μαζί με τα καφενεία μας, μέσα τους. Θαμπώνουν τα χρώματα στους τοίχους, δακρύζουν τα μάτια μας, σπάει η φωνή μας και μυρίζουμε άσχημα σαν κι αυτά.

Γιατί τα καφενεία μας είναι βρώμικα και παραμελημένα, σαν γέροι κι έγραψα όλο αυτό το κείμενο με αγάπη για να τους πω να αλλάξουν, να δείξουν κάποιο ενδιαφέρον για εμάς και να μας επιστρέψουν λίγη από την αγάπη που τους δίνουμε. Να είναι καθαρά και όχι απλώς ξεπλυμένα, τα ποτήρια και τα φλιτζάνια, να είναι καθαρή η τουαλέτα τους κι εύκολη και να μην χρειάζεται να πηγαίνω σπίτι και να ξανάρθω.

Τα λέω όλα αυτά στα καφενεία μας αλλά τα λέω και στον καθρέφτη μου. Γιατί δεν θέλω να γίνω σαν και αυτά, βρώμικος, παραμελημένος και να μυρίζω άσχημα τώρα που γίνομαι γέρος και να με αποφεύγουν οι νύφες και τα εγγόνια μου. Γιατί δεν θέλω η μοναξιά να με καταβάλλει και να έχει κι επιχειρήματα.

Πόθος για την εξουσία, χωρίς ουσία


Όταν το κεφάλαιο μιας επιχείρησης σπαταληθεί, τότε η επιχείρηση κλείνει. Μήπως η απαίτηση αυτή του Εμπορικού Δικαίου, πρέπει να ισχύσει και για το κόμμα της ΝΔ; Αυτός είναι ο λόγος που ακούστηκε το σύνθημα της επανίδρυσης του κόμματος;
Ο περιορισμός του κεφαλαίου της παράταξης στον Κώστα Καραμανλή που παρουσιαζόταν από τα στελέχη του κόμματός του και ως εθνικό κεφάλαιο οδήγησε, τώρα που το κεφάλαιο αυτό εξανεμίστηκε, σε γενική κατάρρευση.
Στην διάρκεια μάλιστα της παρωδίας «έκτατο συνέδριο», ο αποκριάτικος Ζοροψωμιάδης, μαστίγωσε ανεμπόδιστος όλο το στελεχιακό δυναμικό στις πρώτες σειρές, εξανεμίζοντας και τα τελευταία ψήγματα παραταξιακού κεφαλαίου.
Ένα μήνα μετά τις εκλογές η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ αφήνεται χωρίς κριτική από την πλευρά της κεντροδεξιάς. Ίσως αυτό να γίνεται γιατί δεν υπάρχον και πολλά να της προσάψουν με εξαίρεση οιμωγές για τα παιδιά των στα. . . ααζ και ψελλίσματα για το λιμάνι του Πειραιά.
Το κόμμα δεν λειτουργεί – εκτός από τους μηχανισμούς της Ντόρας– οι οργανώσεις ανά την επικράτεια είναι «σφραγίδες». Αποκαλυπτική η σημειολογία της ήττας: ο Γραμματέας του κόμματος δεν βγήκε βουλευτής και το ίδιο έπαθε και η υπεύθυνη Πολιτικού Σχεδιασμού.
Τα κόμματα εξουσίας έχουν ως βασικό ενοποιητικό παράγοντα την προσδοκία του ψηφοφόρου για πρόσβαση στην εξουσία. Χωρίς αιδώ άλλωστε διακηρύσσεται αυτή την περίοδο στον εσωτερικό προεκλογικό αγώνα ότι το μόνο ουσιαστικό ενοποιητικό στοιχείο του κόσμου της ΝΔ είναι ο πόθος επιστροφής στην εξουσία. Α! και το απώτερο παρελθόν – από τον Στρατάρχη Παπάγο στον Εθνάρχη Καραμανλή- με όλα τα αναχρονιστικά στοιχεία αντι – σοσιαλισμού και αντι – κομμουνισμού. Ενώ η ζωή μαζί με το τοίχος του Βερολίνου γκρέμισε και όλη αυτή την ιδεοληψία της Αριστεράς, αυτοί εξακολουθούν να πολεμούν αυτούς τους «βαρβάρους . . . που ίσως ήταν μια κάποια λύσις . . .».
Η παραίτηση της ΝΔ από την κυβερνητική εξουσία, αποκάλυψε την ιδεολογική φτώχεια και την ανυπαρξία πολιτικού στοχασμού και στρατηγικής για την χώρα..
Οι πελατειακές σχέσεις είναι οργανικό προσάρτημα του πολιτικού μας συστήματος και διαμορφώνουν την κοινωνική προσέγγιση «σήμερα εσείς αύριο εμείς», ως αξία της σημερινής δημοκρατικής μας διακυβέρνησης. Εάν λοιπόν ο μηχανισμός του κόμματος, του κάθε κόμματος εξουσίας, περιορίζεται στην συμπληρωματική υπηρεσία διαφθοράς και εξαγοράς συνειδήσεων των οπαδών και των πολιτών γενικότερα, τότε αυτό οδηγεί σε αυτοτύφλωση, και εξουσιαστική χαύνωση.
Αυτό συνέβη στο ΠΑΣΟΚ επί Σημίτη, αυτό συνέβη και στο κόμμα της ΝΔ.
Αρκετά πριν τις εκλογές, σε συνάντηση με στέλεχος του κόμματος της Νέας Δημοκρατίας όταν προσπάθησα να συζητήσω μαζί του ιδεολογικά θέματα, η απάντηση ήταν αποστομωτική: «εμείς εδώ είμαστε για να κάνουμε ρουσφέτια και να πολεμάμε το ΠΑΔΟΚ. Η ιδεολογία και οι θεωρίες είναι για διανοούμενους σαν τον Ανδριανόπουλο, που είδες που κατέληξε! . . .».
Η ήττα στις εκλογές απεκάλυψε την φτώχια του κόμματος της ΝΔ σε οράματα και έμπνευση και αυτό αντανακλάται στους λόγους των δελφίνων. Δεν υπάρχει τίποτα να ακούσουμε διότι είναι κύμβαλα αλαλάζοντα και χαλκοί ηχόντες οι υποψήφιοι πρόεδροι, όραμα γαρ μη έχοντες. Είναι δε τουλάχιστον αστείο το εσωτερικό μεταγραφικό παζάρι της Ντόρας και του Αντώνη, οι δηλώσεις των υποψηφίων και οι εμφανίσεις των διαφόρων ομάδων στις νυκτερινές εκπομπές.
Είναι κατανοητή η δύσκολη θέση των υποψήφιων - εκλεκτόρων μελών της ΝΔ οι οποίοι μάλλον θα έχουν ως μοναδικό κριτήριο την αισθητική ή το λεγόμενο λάιφ στάιλ των επίδοξων αρχηγών. Ο πολιτικός πολιτισμός – προβληματισμός της ΝΔ περιορίζεται στις κατηγορίες αμφοτέρων για την πολιτική διαδρομή τους, τις φήμες περί σκανδάλων και άλλα ευτράπελα.
Είναι άραγε αυτό απότοκος της κομματικής πειθαρχίας – αυτοκτονίας των βουλευτών της ΝΔ, της «σιωπής των αμνών», που κατά τον βουλευτή Καράογλου είχε επιβληθεί στο κόμμα της ΝΔ πριν τις εκλογές; Θα περάσει αρκετός καιρός και θα χρειαστεί πολύ κουράγιο και συλλογική αυτογνωσία να γίνουν και πάλι οι αμνοί λύκοι!

Δεν ανήκω στην ΝΔ ούτε είμαι ψηφοφόρος της αλλά επειδή το πολιτικό μας σύστημα είναι κομματικό, πρέπει να εξετάζουμε και να μας ενδιαφέρει ο τρόπος που τα πολιτικά κόμματα λειτουργούν και εκλέγουν τις ηγεσίες τους που είναι πολύ πιθανόν να γίνουν και δικές μας, εθνικές δηλαδή, ηγεσίες.
Προφανώς όλα τα προηγούμενα δεν συμβαίνουν μόνο στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Τα σημερινά κόμματα δεν είναι μηχανισμοί παραγωγής σύγχρονης πολιτικής και οραμάτων αλλά δέσμια φαντασμάτων και χαρακτηρισμών του παρελθόντος. Διαχειρίζονται τους ψηφοφόρους – οπαδούς με κολακείες και εξυπηρετήσεις. Όταν αυτοί φεύγουν καμιά φορά από το μαντρί και πάνε σε άλλο γειτονικό λιβάδι ή για μπάνιο, αρχίζουν οι χωρίς νόημα αναλύσεις και οι ομφαλοσκοπήσεις.
Δείτε και τα αντίστοιχα στο ΠΑΣΟΚ αλλά και στις με πολλές ελπίδες περιβεβλημένη Αριστερά και μάλλον θα συμφωνήσετε ότι η ύπαρξη σκεπτόμενων πολιτών – που υπάρχουν σε όλους τους πολιτικούς σχηματισμούς - με άποψη και θάρρος γνώμης είναι το ζητούμενο για την Δημοκρατία μας και το μόνο που μπορεί να μας απαλλάξει την χαλασμένη προ πολλού σούπα που ξαναζεσταίνουν και προσφέρουν τα κομματικά κατεστημένα.

Τρίτη 17 Νοεμβρίου 2009

Επέτειοι, ήρωες και πολιτική


Γιόρταζαν άραγε οι αρχαίοι Αθηναίοι την επέτειο της νίκης τους επί των Περσών στο Μαραθώνα; Έκαναν μήπως αναπαράσταση της πορείας του Φειδιππίδη; Τιμούσαν μήπως οι δικοί μας Θεσπιείς κάθε χρόνο την θυσία των ανδρών τους στις Θερμοπύλες, με αναπαραστάσεις και θυσίες, μνημόσυνα και πορείες;
Μάλλον όχι και ο λόγος φαίνεται ότι βρίσκεται στην διαρκή παρουσία των πολιτών στην ζωή της πόλης. Γεγονότα όπως η προάσπιση της ελευθερίας τους θεωρούνταν στοιχειώδης πολιτική (προς την πόλιν) υποχρέωση και δεν είχαν ανάγκη ειδικές εορτές για να τους την θυμίζουν και να διαπλάθεται ο χαρακτήρας τους.
Σε αντίθεση με εμάς, τους πολιτισμένους, που λειτουργούμε ως πολίτες κάθε εκλογές και μετά κλεισμένοι στην σφαίρα της ιδιώτευσης αναθέτουμε στους εκπροσώπους μας να νομοθετούν και να διοικούν, οι πολίτες της δημοκρατίας του 5ου αιώνα π.Χ. ήταν διαρκώς παρόντες στην διακυβέρνηση των κοινών τους, για τα μικρά και τα μεγάλα. Χαρακτήριζαν ηλίθιο και ανάξιο να λέγεται «πολίτης» αυτόν που δεν συμμετείχε ενεργά στην συζήτηση και λήψη αποφάσεων αλλά και αυτών που στην περίοδο εμφύλιων σπαραγμών – κακές στιγμές – δεν έπαιρνε θέση αλλά «το έπαιζε υπεράνω». Στα αγγλικά η λέξη βλάκας είναι idiot και η ρίζα της είναι στον ιδιώτη της αρχαίας πόλης!
Οι γιορτές και τα πανηγύρια, όπως το σημερινό για την επέτειο της εξέγερσης του Νοέμβρη 1973, στα εκπαιδευτικά ιδρύματα της χώρας και ιδιαίτερα στο Πολυτεχνείο στην Αθήνα, είναι ενδείξεις απουσίας των πολιτών από την άσκηση της πολιτικής. Θυμίζουν τις διάφορες Παγκόσμιες ημέρες για τα ζώα, το περιβάλλον, την φτώχεια, τον εθελοντισμό και άλλες ων ουκ έστιν αριθμός, που θυμίζουν αυτά τα σημαντικά που επιμένουμε να αγνοούμε όλες τις υπόλοιπες ημέρες του χρόνου.
Έτσι είναι άλλωστε, με όλες τις λεγόμενες εθνικές μας γιορτές. Με τον ένα ή τον άλλον τρόπο όλες υπογραμμίζουν την εθνική μας παθογένεια: να δημιουργούμε στην διάρκεια του αγώνα θύματα που ηρωοποιούμε μετά και να μην χαιρόμαστε τις νίκες που δημιουργούμε και που για αυτές θυσιάστηκαν οι συμπολίτες μας.
Οι εθνικές μας γιορτές, θυμίζουν και σηματοδοτούν την έναρξη μιας προσπάθειας αλλά σπανίως ή ποτέ το επιτυχές πέρας της
Γιορτάζουμε την 25η Μαρτίου, την έναρξη της επανάστασης του 1821 αλλά δεν υπάρχει γιορτή για την δημιουργία του νεοελληνικού κράτους.
Την 28η Οκτωβρίου 1940 ξεκίνησε ο αγώνας για την προάσπιση της εθνικής ανεξαρτησίας αλλά η απελευθέρωση της Ελλάδας από τους χιτλερικούς κατακτητές στις 12 Οκτωβρίου 1944 εορτάζεται διακριτικά. Τόσο που και ο σημερινός πρωθυπουργός συμμετέχοντας στους σχετικούς εορτασμούς και παρασυρμένος ίσως από το επικοινωνιακό φόρτο της στιγμής, απέδειξε ότι δεν ήξερε ουσιαστικές λεπτομέρειες εκείνης της ημέρας – την απουσία του συνονόματου παππού του.
Και στις δύο κύριες εθνικές μας εορτές, είναι κακό κοινό σημείο το ξέσπασμα εμφύλιων σπαραγμών στην διάρκειά των εθνικών αγώνων ή και αμέσως μετά το τέλος και ίσως για αυτό να μην έχουμε χαρεί την ολοκλήρωση των εθνικών επιτυχιών μας. Διότι έπρεπε να αναγνωριστούν οι θυσίες και να ηρωποιηθούν τα θύματα. Όταν όμως η παράταξη των νεκρών ήταν από τους χαμένους πως μπορούσε να γίνει αυτό; Ο Οδυσσέας Ανδρούτσος αναγνωρίστηκε ως ήρωας το 1860 περίπου για να μην πούμε τίποτα για τους αντάρτες της Εθνικής Αντίστασης.
Καλύτερα η λήθη, η παραχάραξη, η αποτοξίνωση της λαϊκής μνήμης από πράξεις αντίστασης και η . . . διακριτικότητα!
Εξέλιπαν το θάρρος και η υπεύθυνη στάση των τότε νικητών και ηγετών διότι ίσως ποτές δεν υπήρξαν τέτοιοι: οι νικητές έγιναν με την βοήθεια ξένων και ήταν απόντες από τους αγώνες!
Έτσι και οι φοιτητικές εξεγέρσεις του Νοέμβρη 1973 έχουν καταγραφεί στην λαϊκή μνήμη ως οι βασικές αντιχουντικές στιγμές του λαού και του πολιτικού του κόσμου που στο μεγαλύτερο μέρος της χουντικής επταετίας περίμενε να πέσει η στρατοκρατία μόνη της. Ήταν μερικοί ξεροκέφαλοι, αριστεροί και δημοκράτες που εποίκισαν με την βία ξερονήσια και φυλακές και ο λαός της Κύπρου με την θυσία του που έφεραν τελικά την επιτυχία αυτού του αγώνα.
Ο βασικός κορμός του πολιτικού κόσμου, του «καθώς πρέπει» πολιτικού κόσμου, ήταν απών και μονάχα «…οι νέοι που τους έλεγαν αλήτες», ως πάντοτε συμβαίνει, τριγυρνούσαν και φώναζαν με την αποκοτιά της νιότης και της πίστης σε ιδανικά, στους δρόμους και τα στενά.
Η γιορτή της αποκατάστασης, της νίκης δηλαδή, της Δημοκρατίας όμως κάθε Ιούλιο, είναι μια κλειστή διακριτική δεξίωση στο Προεδρικό μέγαρο, ένδειξη και αυτή της πολιτισμένης τάξης πραγμάτων στην Δημοκρατία μας και επαναφέρει τα πράγματα στην θέση τους: όλος αυτός ο κόσμος που κάθε Νοέμβρη σκέφτεται «τα καημένα τα παιδιά που σκοτώθηκαν τότε για την λευτεριά μας…» και γεμίζει τους δρόμους φωνάζοντας και απαιτώντας, τον Ιούλιο ας ετοιμαστεί για τα μπάνια του – εμείς, για την συγκομιδή των κρεμμυδιών μας, γιατί η πολιτική είναι επάγγελμα για τους επαγγελματίες και όχι για τον όχλο!
Όχι, δεν είναι έτσι! Οι αγώνες των πολιτών για τα δικαιώματά τους είναι ουσιαστική υποχρέωση τους. Η ενασχόληση με τα κοινά δεν είναι για αργόσχολους. Μαζί με τα προσκλητήρια νεκρών και την συγκίνηση σήμερα θα έπρεπε να ρωτήσει ο καθένας τον εαυτό του: είμαι ευχαριστημένος με τον τρόπο που λειτουργεί η Δημοκρατία μας; Πως μπορώ εγώ να συμβάλλω για να είναι πιο αποδοτικοί οι θεσμοί – κόμματα, Δήμος, πολιτεία- και χρήσιμοι για τον πολίτη; Τι μπορώ να κάνω για να γίνουν πιο ουσιαστικές οι πολιτικές διαδικασίες και για να με υπολογίζουν όλοι αυτοί οι πολιτικοί επαγγελματίες εκπρόσωποι;
Προφανώς οι απαντήσεις δεν είναι εύκολες. Το να θέτεις το ερώτημα είναι το πρώτο βήμα προς την επιστροφή σου στην πολιτική.

Δευτέρα 16 Νοεμβρίου 2009

Παιδεία και πολιτική


Το καφενείο θολό και κρύο απόψε και βουβό. Γύρισα σπίτι, άναψα το τζάκι με τα ξύλα από το κλάδεμα του ελαιώνα, καψάλισα μερικές φέτες ψωμί, έριξα φρέσκο λάδι, αλάτι και ρίγανη και με το ποτήρι γεμάτο από το περσινό μαυροκόκκινο μπροστά στις φλόγες σκέφτομαι δυνατά μαζί σας.
Η κυρά μου λείπει στην Αθήνα, στα παιδιά της και εγώ απολαμβάνω τις στιγμές αυτές της μοναξιάς πατώντας τα μαύρα πλήκτρα.
Λοιπόν, παρακολουθώντας τα πολιτικά τεκταινόμενα, πιστεύω όλο και περισσότερο ότι το πρόβλημα μας είναι τελικά παιδείας και πολιτισμού. Διαβάζοντας μάλιστα και άλλα κείμενα σε αυτή την ιστοσελίδα, για σκουπίδια, ανοικτές χωματερές και βρώμικα νερά στους δρόμους, για τα παιδιά μας και τα σχολεία, πείθομαι ακόμα πιο πολύ.
Φεύγοντας από την αγορά πέρασα μπροστά από το καφενείο που στην διάρκεια της Κατοχής είχε εγκαταστήσει το ΕΑΜ την Παιδαγωγική Ακαδημία. Υπάρχει πάντα μια πλευρά την ιστορίας που είναι κοντά μας και πρέπει να μένει ζωντανή και είναι εκείνη κατά την οποία ο απλός πολίτης εμφανίζεται με απαιτήσεις στο προσκήνιο. Τέτοια είναι η περίοδος της Εθνικής Αντίστασης. Ζητήστε να μάθετε ποιοι ήταν τότε στα πράγματα στον Δήμο μας και μην εκπλαγείτε αν μάθετε ότι ήταν ο παππούς σας ή ο πατέρας σας.
Παρόλο τον πόλεμο και τον κατατρεγμό από τους κατακτητές λοιπόν, αντί για στρατιώτες η πρωτοπορία της εποχής θεωρούσε ότι είναι πιο σημαντικό να διαμορφώσει ανθρώπους και για τούτο έφτιαχνε δάσκαλους. Είχαν βγει τότε ως δάσκαλοι της Νέας Ελλάδας κάμποσοι από τον Δήμο μας που αργότερα αντί να τους το αναγνωρίσει η Μητέρα μάνα μητριά Ελλάς, του κυνήγησε – ένας μάλιστα από το ξύλο το πολύ τρελάθηκε.
Πολλοί πνευματικοί άνθρωποι και παιδαγωγοί είχαν πάρει τα χωριά και τα βουνά τότε και με το ταλέντο και το μεράκι τους συνέβαλαν στον να μορφωθεί ο κόσμος στα ξεχασμένα χωριά και να αλλάξει το κλίμα: ψήφισαν για πρώτη φορά οι γυναίκες, είδαν θέατρο και άκουσαν λογοτεχνικά κείμενα, η φούστα σηκώθηκε πάνω από τον αστράγαλο και απελευθερώθηκαν τα μαλλιά από το μαντήλι. Ήταν όλα αυτά απόηχος του Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού που έφτανε και επιβαλλόταν στα χωριά μας με κάποια καθυστέρηση.
Στα δύσκολα πέτρινα χρόνια μετά τον Εμφύλιο, η αγάπη για την γνώση και την μόρφωση χαρακτήριζε τους αριστερούς και κυρίως τους προοδευτικούς πολίτες. Στις εξορίες και τις φυλακές πολλοί νέοι αλλά και πιο μεγάλοι που δεν είχαν πάει σχολείο, έμαθαν να διαβάζουν λογοτεχνία και ποίηση αλλά και εφαρμοσμένες επιστήμες όπως ξένες γλώσσες, οικονομικά και λογιστική. Αποκαλύφθηκαν ταλέντα που η σκληρή βιοπάλη και η αμορφωσιά είχε κρατήσει στο σκοτάδι. Μάλιστα εκείνο τον καιρό, οι χωροφύλακες στα χωριά μας όταν ήθελαν να μάθουν ποιος είναι Αριστερός ρωτούσαν και παρατηρούσαν γι α το ποιος διαβάζει βιβλία: ήταν το σήμα κατατεθέν για τους ανθρώπους που ήθελαν έναν καλύτερο κόσμο, έναν κόσμο διαφορετικό.
Μετά την μεταπολίτευση ένα από τα συνθήματα που ακουγόταν ήταν το «πρώτοι στα μαθήματα – πρώτοι στον αγώνα» και στα ατέλειωτα αχτίφ μας λέγανε πως ο καλός αγωνιστής πρέπει να είναι και πρώτος μαθητής. Μπορεί μερικοί από εμάς να μην προχωρήσαμε «στα γράμματα» αλλά ποτέ δεν πάψαμε να εκτιμάμε την σημασία και τον ρόλο της γνώσης.
Τώρα πως φτάσαμε το να κλείνουμε τα παιδιά τα σχολεία και μάλιστα να υποστηρίζουμε και μια τέτοια θέση ως ένδειξη αγωνιστικότητας, αυτό είναι ακόμα ένα σημείο των καιρών. Για εμένα είναι δείγμα παρακμής και απουσία οραμάτων.
Πάντα θέλαμε το σχολείο να είναι ανοικτό γιατί λέγαμε: «ένα σχολείο κλείνει μία φυλακή». Το υπό κατάληψη σχολείο είναι ήδη σαν φυλακή, έτσι όπως βλέπω τις εικόνες των παιδιών πίσω από τα κάγκελα. Τα παιδιά να περιφέρονται όλη μέρα στο προαύλιο και στις άδειες αίθουσες χωρίς να διαβάζουν έστω ένα βιβλίο, να κάνουν κάτι δημιουργικό: να παίζουν μουσική, να ζωγραφίζουν τους τοίχους. Δεν θα ήταν πιο αποδοτικό, τα παιδιά να κάνουν «έφοδο» στα καφενεία μας, να μας ενημερώσουν και να απαιτήσουν την συμμετοχή μας στην λύση των όποιων προβλημάτων τους;
Το έχουν πει ήδη πολλοί ειδικοί ότι το σύγχρονο ελληνικό σχολείο είναι απωθητικό, βαρετό. Το σχολείο δεν αρέσει. Η παραγωγική πλευρά της οικονομίας δεν αναγνωρίζει κανένα ιδιαίτερο ρόλο στους αποφοίτους του Λυκείου άρα δεν ενδιαφέρεται για τον οργανισμό που τους παράγει. Κατά συνέπεια, οι πολιτικοί εκπρόσωποι μετατρέπονται σε απρόσωπους υπηρεσιακούς παράγοντες που κάνουν ότι εξυπηρετεί την επανεκλογή τους. Παρόλο που όλοι μιλάνε και σκίζονται για τον «εθνικό χαρακτήρα και την αποστολή της Παιδείας», ο όποιος σχεδιασμός γίνεται σε βάθος τετραετίας.
Όταν ο παραγωγικός ιστός της χώρας μας, μετατρέπει επιστήμονες με μεταπτυχιακούς τίτλους και διδακτορικά σε πωλητές και απλούς υπαλλήλους θα διατυπώσει προδιαγραφές για τους λυκειόπαιδες;
Θεωρώ ότι είναι φυσικό επακόλουθο αυτής της γενικής αδιαφορίας η κατάπτωση της λειτουργίας του σχολείου ως οργανισμού: κτίρια παλιά, βιβλία με λάθη και ερασιτεχνισμούς, ελλείψεις σε εξοπλισμό, χαμηλές αμοιβές των καθηγητών και άλλα ων ουκ έστιν αριθμός.
Προφανώς στην εξουσία που θέλει τον κόσμο παθητικό χειροκροτητή και οπαδό για να χειραγωγείται πιο εύκολα, πρέπει να αντιταχθεί ο κάθε σκεπτόμενος πολίτης αλλά κι οι άνθρωποι της εκπαίδευσης και να απαιτήσουν την αναβάθμιση της εκπαιδευτικής λειτουργίας.
Υπάρχουν όμως μερικά θέματα που είναι διαχρονικά στην εκπαίδευση και δεν εξαρτώνται από τους υλικούς όρους που αυτή παρέχεται.
Το πιο σημαντικό είναι η σχέση, η χημεία του δάσκαλου με τον μαθητή του. Ας θυμηθούμε το «στους γονείς μου οφείλω το ζην αλλά στους δασκάλους μου το ευ ζην». Ο σεβασμός που ο δάσκαλος εμπνέει στον νέο άνθρωπο έτσι ώστε εκείνος – ο νέος – να μπορέσει να τον ακούσει και με την μελέτη και την προσπάθειά του να ξεπεράσει τον δάσκαλό του. Ο σεβασμός όμως δεν επιβάλλεται αλλά κερδίζεται. Είναι αυτός σήμερα ο προσωπικός στόχος και η φιλοδοξία των δασκάλων και καθηγητών; Μήπως στην καθημερινότητα του οικογενειάρχη – που είναι οι πιο πολλοί από αυτούς – έχει χαθεί αυτό το πάθος για διάπλαση χαρακτήρων; Πόσοι από τους καθηγητές έχουν συμβιβαστεί και νομιμοποιήσει εντός τους με την ιδέα του «ιδιαίτερου» μαθήματος ως ουσιαστική ενίσχυση του εισοδήματός τους;
Οι καθηγητές, οι γονείς αλλά και οι προοδευτικοί πολιτικοί παράγοντες, θα έπρεπε να εμπνεύσουν στα παιδιά μια διαφορετική, κατά την γνώμη μου, αγωνιστική στάση για ένα σχολείο ανοικτό στην κοινωνία και στα προβλήματά της. Εάν υπάρχουν προβλήματα και θέματα που το σχολείο είναι μη παραγωγικό, βαρετό και σφόδρα υποτιμημένο, αυτό θα έπρεπε να είναι αντικείμενο διαλόγου σε ένα ανοικτό σχολείο και όχι σε σχολείο κλειστό και φρουρούμενο, τους γονείς στις δουλειές τους και τους καθηγητές αφιερωμένους στις εκτός σχολείου προσωπικές τους ασχολίες – και τα ιδιαίτερα βεβαίως βεβαίως.
Αλλά και εμείς οι γονείς δεν είμαστε άμοιροι ευθυνών. Είναι σαν να ξεφορτωνόμαστε τα παιδιά, να θέλουμε να απαλλαγούμε από αυτά, να τα αφήνουν σε παιδονόμους και όχι διαμορφωτές χαρακτήρα τους. Πόσοι γονείς ζήτησαν και παρακολούθησαν ανοικτό μάθημα στην τάξη του παιδιού τους; Πόσοι από εμάς, ως γονείς, συζήτησαν με τα παιδιά τους για καλούς και κακούς καθηγητές; Συμμετείχαν ενεργά στον σύλλογο γονέων;
Η παιδεία είναι πράγματι εθνική υπόθεση και μας αφορά όλους μας ακόμα κι αυτούς που δεν έχουν παιδιά.
Ακόμα και εμάς τους κουρασμένους μεσήλικες μας αφορά η μόρφωση που για εμάς, απ’ ότι φαίνεται έχει περιοριστεί κυρίως στην τηλεθέαση. Στο κάτω κάτω της γραφής, ακόμα και υστερόβουλα σκεφτόμενοι, αφορά το μέλλον του παραγωγικού δυναμικού αυτής της χώρας, αυτού που θα πληρώσει τις συντάξεις μας.

Διάφορα