Μπορεί να είναι φυσιολογικό να κλείνουν οι επιχειρήσεις των κακών επιχειρηματιών –έγραφα στο προηγούμενο κείμενο- αλλά θα πρέπει να ανοίγουν καινούργιες με νέο επιχειρηματικό πνεύμα, προσηλωμένες δηλαδή στην ικανοποίηση του πελάτη. Σε τέτοιες επιχειρήσεις αξίζει να εργάζεται κάποιος διότι τότε και ως εργαζόμενος παίρνει κάτι από το «καλό όνομα», την πραγματική αξία της επιχείρησης.
Όταν οι επιχειρήσεις που ανοίγουν είναι τέτοιου τύπου και είναι πιο πολλές από όσες κλείνουν, τότε υπάρχει παραγωγή αξίας και προσφορά εργασίας. Όμως στην ελληνική οικονομία σήμερα, κλείνουν επιχειρήσεις και εκείνες που ανοίγουν σπανίως είναι καλύτερες από τις προηγούμενες και αυτό είναι το ανησυχητικό. Η δημιουργία τους, φαίνεται ότι είναι ένα προσωπικό στοίχημα του ιδρυτή τους κι αν πετύχουν πέτυχαν. Με τον τρόπο αυτό, επαληθεύεται ο μύθος για το επιχειρηματικό ρίσκο. Δηλαδή θεωρούμε όλοι μας –και κατά κάποιο τρόπο θαυμάζουμε- ότι ο επιχειρηματίας ανοίγεται σε μια θάλασσα αβεβαιότητας με βάρκα τα λεφτά του κι όπου πάει, κι όσο κρατήσει.
Αυτό δεν είναι επιχειρηματικότητα, είναι τυχοδιωκτισμός.
Η ιστορία των επιτυχημένων επιχειρήσεων έχει αποκαλύψει ότι η επιτυχία τους οφείλεται κυρίως σε δύο παράγοντες: στο πάθος του επιχειρηματία για την επιτυχία (και όχι μόνο για τα λεφτά) και στην σταθερή προσήλωση του στην υλοποίηση του οράματος του, που τον έκανε ικανό να αξιοποιεί κάθε ευνοϊκή συγκυρία. Και το όραμα είναι κάτι που δεν αγοράζεται με …επιδοτήσεις.
Πολύ συχνά πάντως ταυτίζουμε τις έννοιες «επιχειρηματίας» και «αφεντικό» και αυτό δημιουργεί παρεξηγήσεις. Μάλιστα, έχουμε γεμίσει από «αφεντικά» και «προέδρους». Φωνάζεις «Πρόεδρε» και γυρνάνε καμιά δεκαριά κεφάλια.
Μερικές διαφορές είναι οι ακόλουθες:
- Τα αφεντικά είναι άχρηστα οι επιχειρηματίες παράγουν αξία.
- Το αφεντικό διατάζει και απαιτεί υποταγή από υποτακτικούς και δούλους. Ο επιχειρηματίας εμπνέει εργαζόμενους και συνεργάζεται.
- Το αφεντικό βρίζει και τιμωρεί για τα λάθη. Ο επιχειρηματίας συζητά με τον εργαζόμενο τα λάθη –που μπορεί να οφείλονται σε οργανωτικές ατέλειες της επιχείρησης- και επιδιώκει να «ανεβάσει» τις παραγωγικές στροφές του εργαζόμενου.
- Το αφεντικό μετράει κεφάλια ισοπεδωτικά και πληρώνει μεροκάματα βρίζοντας ενώ ο επιχειρηματίας αναγνωρίζει την ιδιαίτερη προσωπική συμβολή του καθενός και αμείβει ανάλογα. Για τον επιχειρηματία η αμοιβή των εργαζομένων είναι επένδυση ανάπτυξης ενώ για το αφεντικό είναι έλλειμμα στην τσέπη του.
- Ο επιχειρηματίας δεν έχει «τσέπη», έχει εισόδημα και η επιχείρηση έχει «ταμείο». Το αφεντικό έχει «τσέπη και πλερώνει» διότι το αφεντικό είναι η επιχείρηση!
- Το αφεντικό αποφασίζει ανάλογα με τις διαθέσεις του. Ο επιχειρηματίας σύμφωνα με τις αρχές και το συμφέρον της επιχείρησης.
- Το αφεντικό δεν έχει ανάγκη από σχέδια, τα ξέρει πάντα όλα. Ο επιχειρηματίας κάνει σχέδιο και κρίνει την πορεία της επιχείρησης σύμφωνα με αυτό οπότε και κάνει διορθωτικές κινήσεις όταν χρειάζεται.
- Το αφεντικό απαιτεί γιατί έτσι γουστάρει, ο επιχειρηματίας διεκδικέι και διαπραγματεύεται.
- Το αφεντικό αφήνει τα πάθη του να κυριαρχήσουν στο όραμα της επιχείρησης και τσαντίζεται εάν κάποιος τον κρίνει, ενώ ο επιχειρηματίας, δεν παίρνει «επί προσωπικού» την κριτική που του γίνεται αλλά την αξιοποιεί.
- Σε δύσκολους καιρούς το αφεντικό «την κάνει με γοργά πηδηματάκια» αφήνοντας εργαζόμενους, προμηθευτές και συνεργάτες στα κρύα του λουτρού. Ο επιχειρηματίας υποχωρεί συντεταγμένα διότι ξέρει ότι «αύριο θα είναι μια άλλη μέρα». Δεν καταστρέφει τα πάντα, ανθρώπινες σχέσεις και μεθόδους παραγωγής αλλά τις αλλάζει και τις προσαρμόζει και επιδιώκει συναίνεση και υποστήριξη.
Ο τρόπος που κάποιος αποφασίζει να επιχειρήσει, να δημιουργήσει μια επιχείρηση δεν είναι δεδομένος. Δεν υπάρχουν σχολεία για επιχειρηματίες όπως δεν υπάρχουν σχολεία για γονείς. Ο λόγος που κάποιος παίρνει την απόφαση να γίνει κάτι από τα δύο, βρίσκεται στην ψυχαναλυτική κλίνη και δεν με ενδιαφέρει εδώ.
Όμως, εάν ο πελάτης (οι ανάγκες και οι προτεραιότητες του) είναι ο λόγος ύπαρξης κάθε επιχείρησης, ο εργαζόμενος είναι η κινητήρια δύναμη. Παρόλη την τεχνολογική εξέλιξη, τους αυτοματισμούς, τα πολύπλοκα συστήματα, στο τέλος της διαδικασίας ο άνθρωπος, ως εργάτης, υπάλληλος, τεχνικό και διευθυντικό στέλεχος, παράγει και υλοποιεί την αξία που προσφέρει η επιχείρηση.
Μια τέτοια θεώρηση των πραγμάτων ανοίγει αληθινούς ορίζοντες στην παραγωγική ανασυγκρότηση που έχει ανάγκη η ελληνική οικονομία, αλλά δεν βλέπω να την ασπάζονται πολλοί. Οι λίγες εξαιρέσεις ως μεμονωμένοι κούκοι, δεν είναι ικανές να φέρουν την άνοιξη που έχουμε ανάγκη.
Οι περιβόητοι μικρομεσαίοι ιδιοκτήτες, κατά συντριπτική πλειοψηφία, αισθάνονται αφεντικά, και αυτό το εκδηλώνουν με ένα χυδαίο, ωμό τρόπο. Για έναν τέτοιο μικρό Έλληνα επιχειρηματία, ο εργαζόμενος δεν αξίζει τίποτα παραπάνω από κλωτσιές, βρισιές και προσβολές. Ακόμα κι όταν δεν τα λένε κατάμουτρα, τα λένε ως αστεία με τους φίλους και συνεργάτες και δεν συνειδητοποιούν οι γελοίοι ότι έτσι υποβαθμίζουν την αξία –όση έχει απομείνει- της επιχείρησης τους.
Φαντάζομαι ότι σε πολλά σεμινάρια για επιχειρηματίες θα προκαλείται θυμηδία και αρνητικά σχόλια προς τον εισηγητή που προτείνει μια άλλη στάση προς τον εργαζόμενο, πιο ορθολογική. Αυτά είναι για τους κουτόφραγκους. «Τον Έλληνα άμα δεν τον πηδήξεις θα σε πηδήξει» είναι η λαμπρή ελληνοκεντρική θεωρία μάνατζμεντ που κυριαρχεί.
Η στάση τους αυτή είναι ιδιαίτερα αποκρουστική στους νέους (σε ηλικία) εργαζόμενους.
Είναι τραγικό μάλιστα, που σήμερα πολλοί σοβαροί οικονομολόγοι και τεχνοκράτες θεωρούν πως το πρόβλημα της παραγωγικότητας της ελληνικής οικονομίας είναι τα €650 των νέων και για το καλό της ανάπτυξης πρέπει να μειωθούν!
Δεν θα μιλήσω για τα καλομαθημένα παιδιά μας που θέλουν να εισπράττουν καθήμενοι ή απασχολούμενοι κατά την όρεξή τους. Χωρίς διάθεση πειθαρχίας, τήρηση ωραρίου και κανονισμών. Χωρίς εργασιακή ηθική, όχι λόγω απειρίας αλλά λόγω οικογενειακής αγωγής. Διότι υπάρχουν και τέτοια παιδιά και είναι δικά μας παιδιά.
Υπάρχουν και τα άλλα παιδιά, το μέλλον της κοινωνίας μας, που είναι κι αυτά δικά μας παιδιά και που έχουν διάθεση να μάθουν και να προσφέρουν και που πρέπει να φροντίσουμε να ενταχθούν στην παραγωγική σφαίρα.
Κι όμως, η σύγχρονη μικρή ελληνική επιχείρηση αυτά τα παιδιά τα βιάζει. Τα βάζει να κάνουν τις πιο απίθανές εργασίες, χωρίς πρόγραμμα, τα απασχολεί άπειρες ώρες, τα θεωρεί αναλώσιμα φτηνά. «Για να μάθει, γιατί έτσι μου έκαναν κι εμένα» είναι το επιχείρημα που είναι αντιγραφή εκείνου της παλιάς δικαιολογίας, κάλπικης εξήγησης για τα φαντάρικα καψόνια, «για να σπάσει ο τσαμπουκάς του νέου». Ούτε λόγος να γίνει για σεβασμό σε εργασιακά δικαιώματα και τήρηση συλλογικών συμβάσεων.
Καμία σχέση δεν έχουν όλα αυτά με το περιβάλλον στις μεγάλες πολυεθνικές επιχειρήσεις των κουτόφραγκων. Όχι ότι εδώ τα πράγματα είναι πολύ καλύτερα αλλά εδώ το «άρμεγμα» της ζωτικότητας του νέου γίνεται με οργανωμένο τρόπο, με σεβασμό στην νομοθεσία και τουλάχιστον ο νέος μαθαίνει και κάτι.
Το να ακούς τον εργαζόμενο, να τον ενθαρρύνεις να προτείνει βελτιώσεις και άλλες ιδέες που κάνουν πιο παραγωγική την επιχείρηση, είναι εντελώς λειτουργικό και στηρίζεται στο ότι αυτός, ο εργαζόμενος, είναι κοντά στο πρόβλημα είτε είναι στην παραγωγή είτε στην εξυπηρέτηση του πελάτη. Ακόμα και λόγω ψυχολογίας, ο εργαζόμενος, είναι πιο κοντά στον πελάτη και μπορεί να καταλάβει καλύτερα από τον «ξερόλα» επιχειρηματία σε τι κάνει λάθος η επιχείρηση και γιατί παράγει δυσαρεστημένους πελάτες.
Ο επιχειρηματίας πρέπει διαρκώς να διατυπώνει ερωτήματα για τον τρόπο και τον ρυθμό ανάπτυξης της επιχείρησης του και να φροντίζει να βρίσκει τις σωστές απαντήσεις.
Η μόνιμη επωδός πολλών καλοπροαίρετων επιχειρηματιών είναι «το κράτος πρέπει να μου δείξει».
Κι εμείς οι αγρότες, εκείνο που πρώτο προβάλλουμε είναι «να κατοχυρώσει τιμές στα αγροτικά προϊόντα το κράτος».
Αλλά όσο περισσότερο ελληνικό «κράτος» θέλεις δίπλα σου, τόσο περισσότερους μπελάδες έχεις αφού πρόκειται για ένα μη παραγωγικό κράτος.
Διότι το πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας δεν είναι η παραγωγικότητα ή η ανταγωνιστικότητα γενικώς. Είναι η παραγωγικότητα ειδικώς του κρατικού τομέα και των δημόσιων επιχειρήσεων. Δεν είναι σύμπτωση ότι στους χώρους αυτούς υπάρχει «ρωμαλέο» συνδικαλιστικό κίνημα.
Οι δημόσιες υπηρεσίες και οργανισμοί, αντί να εξυπηρετούν και να ενισχύουν την μικρή κυρίως επιχειρηματική πρωτοβουλία, την αντιμετωπίζουν με ένα φθόνο εξαρχής και μια επιφύλαξη ως να πρόκειται οι μελλοντικοί επιχειρηματίες να κακουργήσουν. Ε, στο τέλος, όσο «άγιος» και νάναι ο επιχειρηματίας θα «το κάνει το έγκλημα» και το «κράτος», με την μορφή και το ιδιωτικό συμφέρον του συγκεκριμένου δημόσιου υπάλληλου, όταν παρουσιαστεί θα «διαπραγματευτεί» μαζί του το «κατιτίς» του.
Δεν πρόκειται για «λόγο υπέρ του παρανομούντος επιχειρηματία» αλλά το κράτος το ίδιο δεν έχει «δείξει χαρακτήρα» με σταθερότητα και συνέπεια στο επιχειρηματικό νομικό, φοροτεχνικό, επενδυτικό πλαίσιο αλλά και αποτελεσματικότητα (όχι αυστηρότητα, που μένει στα χαρτιά ή εκδηλώνεται σπασμωδικά) στην αντιμετώπιση των παρανομούντων.
Ο επιχειρηματίας είναι ζωογόνο κύτταρο για την οικονομία, ιδίως εκείνος της μικρής επιχείρησης αλλά πρέπει να συναισθανθεί και ό ίδιος την σοβαρότητα του ρόλου του και της αποστολής του.
Αλλιώς, θα πηγαίνει κι αυτός ως δυσαρεστημένο αφεντικό στις πλατείες αφού δεν τον αφήνουν να αναπτυχθεί και στην γλώσσα του αυτό σημαίνει να απολύσει όποιον δεν γουστάρει ή όποιον θεωρεί ότι παίρνει περισσότερα από έναν οικονομικό μετανάστη από την Ινδία.
Μπράβο σου ,
ΑπάντησηΔιαγραφήξεπέρασες το στύλ σου, αλλάζεις κι αυτό είναι καλό για εμάς και για σένα .