Είναι τώρα μερικές ημέρες που είσαι άνεργος. Σε φώναξαν στην Διεύθυνση, σου είπαν να υπογράψεις κάποιο χαρτί και σου έδωσαν κάποια λεφτά, ως αποζημίωση, και σαν ζαλισμένος έφυγες και σαν προδομένος αφού μέχρι τώρα ήσουν άψογος και πίστευες στην Εταιρεία αλλά τελικά αυτή δεν πίστεψε σε εσένα.
Οι άλλοι, οι τέως συνάδελφοί σου σε κοιτούσαν λυπημένοι καθώς έφευγες και τους χαμογελούσες θλιμμένος. Μερικοί είπαν ένα «τους μαλάκες, τι περιμένεις» ή ο πιο καυστικός σε χτύπησε στον ώμο και είπε «άντε και στα δικά μας».
Κάτι είχες καταλάβει, έτσι δεν είναι; Τον τελευταίο καιρό δεν πήγαιναν καλά τα πράγματα. Σου είχε κάνει και δυό τρείς παρατηρήσεις ο προϊστάμενος για πράγματα που παλιά δεν τον ενδιέφεραν. Οι πωλήσεις είχαν πέσει, οι πελάτες λιγόστευαν κι όσοι έμεναν γκρίνιαζαν με το παραμικρό, κάποιες φήμες κυκλοφορούσαν για περικοπές. Στα άλλα τμήματα είχαν γίνει απολύσεις ήδη.
Και τι μπορούσες να κάνεις; Εσύ ένας υπάλληλος ήσουν και όσο μπορούσες κάλυπτες τις ανεπάρκειες της επιχείρησης. Σάμπως αποφάσιζες εσύ; Αλλά κι εσύ αν αποφάσιζες, τι θα μπορούσες να κάνεις; Η κρίση τα πήρε όλα σβάρνα.
Βέβαια το ερώτημα που σε απασχόλησε είναι «γιατί εμένα;». Από το σύνολο των εργαζόμενων στο τμήμα, εσένα πήρε η μπάλα κι έφυγες από το μαντρί. Όσο το σκέφτεσαι, σου φαίνεται λογικό, διότι οι άλλοι είτε είχαν περισσότερα χρόνια είτε είχαν πιο συγκεκριμένα καθήκοντα να επιτελέσουν. Αλλά πάλι; Εάν αποφάσιζες εσύ θα έδιωχνες κάποιον άλλον αντί για εσένα; Δύσκολη ερώτηση και ακόμα πιο δύσκολη η απάντηση.
Τώρα είσαι στο Ταμείο Ανεργίας αλλά το θέμα είναι ότι η δόση για το δάνειο για το σπίτι πληρώνεται από τα έτοιμα, κάτι αποταμιεύσεις, που κι αυτές μειώνονται ραγδαίως.
Κάθε πρωί δεν ξέρεις τι να κάνεις. Τις πρώτες ημέρες, είναι αλήθεια, αισθανόσουν μια απελευθέρωση: άνοιγες τα μάτια -λόγω βιολογικού ωρολογίου σηκωνόσουν από τις έξι- και όταν συνειδητοποιούσες ότι δεν θα πήγαινε στην γαλέρα σήμερα, γαλήνευες. Ήξερες πως δεν θα σε κυνηγούσε το ξυπνητήρι. Μετά όμως, δεν σου κολλούσε ύπνος. Έκανες καφέ και καθόσουν στο σαλόνι ήρεμος και με μυαλό λευκό εντελώς. Οι άλλοι, η γυναίκα σου κι ο γιος σου κοιμούνταν χαλαροί και ξένοιαστοι αλλά εσένα σε μαστίγωνε το μυαλό σου: τι πήγε στραβά; Τι έκανες λάθος κι είσαι τώρα ένας παρίας; Ένας, χωρίς δουλειά!
Θυμάσαι σε μια συζήτηση πριν λίγο καιρό με τη μάνα σου που έλεγε πως δουλειά δεν βρίσκουν οι τεμπέληδες κι εσύ χωρίς να έχεις συμφωνήσει, δεν έφερες αντίρρηση. Μπορεί και να το πίστευες. Αυτό σε πονάει τώρα. Γιατί το ξέρεις ότι τεμπέλης δεν είσαι. Μπορεί να μην τα έδινες όλα αλλά ότι σου έλεγαν το έκανες. Και για δουλειά τόσες μέρες που έψαξες -διακρατικά βέβαια, τι να βγεις στους δρόμους και τα καφενεία με μια ταμπέλα «άνεργος, πεινάω, θέλω δουλειά!»;- δεν βρήκες τίποτα άλλο από κατανόηση, ενθαρρυντικά κτυπήματα στον ώμο και πολλά «άσε να δούμε». Σε «τρώει» όμως: Που θα πάει η κατάσταση; Τι θα γίνει όταν σωθούν αυτά που έχεις στην Τράπεζα;
Τόσες ερωτήσεις ποτέ σε σου είχαν κάνει. Δε ξέρεις τι να πεις και αυτό σε τρελαίνει, σου την δίνει. Αλλά η τσαντίλα που σε πιάνει, σου περνάει σε λίγο και γίνεται λήθαργος. Μια αδράνεια σε γεμίζει και μια αδιαφορία περί πάντων: «ρε δε γαμιούνται όλοι τους;» λες και κάπως ανασαίνεις. «Θα δούμε, κάτι θα γίνει και για εμένα, δεν θα πάω χαμένος» λες και πας να σηκώσεις τον γιό σου που ξύπνησε κι άρχισε το κλαψούρισμα στο κρεβατάκι του.
Μια φορά βρέθηκες στην πλατεία, με τους αγανακτισμένους, έτσι από περιέργεια, και χάθηκες μέσα στο πλήθος. Μόνος κατάμονος. Δεν γνώρισες κανένα δεν σε γνώρισε κανένας. Ούτε συνθήματα φώναξες ούτε φασκέλωσες απλώς δεν ξαναπήγες. Αλλά πάντα το ίδιο δεν έκανες; Τότε που είχαν έρθει από το κλαδικό σωματείο και σας είχαν καλέσει να ψηφίσετε –γιατί στην επιχείρηση δεν είχατε σωματείο- δεν είχες πάει. Δεν πίστευες πως μπορεί να σου είναι χρήσιμα όλα αυτά.
Και τώρα, πάλι δεν βλέπεις πως μπορεί να βρεις δουλειά. Δεν ξέρεις τι να κάνεις και για αυτό θέλω να σου πω μερικές σκέψεις μου.
Η πρώτη αυθόρμητη αίσθηση σε κάθε άνεργο σαν κι εσένα, προκαλείται από το σοκ του ότι δεν έχει απασχόληση.
Οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν συνδέσει την ζωή τους κατά προτεραιότητα με την δουλειά τους. Γυρνάνε «πτώματα» σπίτι τους και χωρίς όρεξη για άλλα πράγματα γιατί τα έχουν δώσει όλα στην Εταιρεία. Όλο νεύρα, μιλάνε άσχημα στη γυναίκα και το παιδί τους και βλέπουν τηλεόραση, τρώνε σχεδόν μόνοι και αυτό το λένε –ίσως το έλεγες και εσύ- φυσιολογική ζωή.
Σε ακόμα χειρότερη θέση από τον απλό εργαζόμενο, είναι οι λεγόμενοι μανατζερς: αυτοί έχουν αντικαταστήσει κάθε αξία με μία και μοναδική: την επαγγελματική και εισοδηματική τους ανέλιξη. Κάνουν το γραφείο σπίτι και εκεί οχυρωμένοι στον τίτλο της θέσης τους και στην διαχείριση της μικρής εξουσίας τους επιδιώκουν να γεμίσουν το μέσα τους. Φαντάσου το κενό που αισθάνονται μέσα τους και που απειλεί να τους καταπιεί όταν τους λένε πως δεν τους χρειάζεται η μαμά Εταιρεία! Στο λέω γιατί αν συνειδητοποιήσεις ότι υπάρχουν και χειρότερα θα ηρεμήσεις και θα με ακούσεις καλύτερα.
Α, για σκέψου τον μικρό καταστηματάρχη που δεν έχει δουλειά: εκτός από τα έξοδα της οικογένειας έχει από πάνω και το νοίκι και τα άλλα έξοδα του μαγαζιού. Δράμα!
Καταρχήν λοιπόν δεν είσαι άχρηστος. Δηλαδή κανένας άνθρωπος δεν είναι άχρηστος. Υπάρχουν άνθρωποι που επιλέγουν για διάφορους λόγους να μην εντάσσονται στην παραγωγική σφαίρα αλλά αυτοί είναι ξεχωριστοί: καλλιτέχνες, παράνομοι κάθε είδους, εισοδηματίες από περιουσίες της οικογένειας τους. Αυτοί περνάνε τα δικά τους δράματα, μην νομίσεις ότι είναι καλύτερα.
Υπάρχει ακόμα μια κατηγορία ανθρώπων, επίσης εκτός παραγωγικής σφαίρας, που είναι εκείνοι που μισθοδοτούνται λάθρα από το Δημόσιο: κάποιος πολιτευτής τους τοποθέτησε σε κάποια υπηρεσία ακαθόριστης αποστολής κι εκείνοι, χωρίς ιδιαίτερες απαιτήσεις παρουσιάζονται αραιά και που και ο μισθός πέφτει κανονικά. Αυτοί είναι προς το παρόν καλύτερα αλλά για αυτούς ας μιλήσουμε άλλη φορά.
Εσύ όμως δεν ανήκεις στις κατηγορίες αυτές. Εγώ λέω καλύτερα και ευτυχώς, αλλά μάλλον δεν σε πείθω.
Εσύ πρέπει κάπου να εργάζεσαι κι όχι να απασχολείσαι απλώς. Πρέπει να χτυπάς κάρτα και να κρίνεσαι συνεχώς και με σκαιό τρόπο μερικές φορές για την ποιότητα της δουλειά που κάνεις.
Ανθρώπους σαν κι εσένα το παραγωγικό σύστημα απλώς σας αναλώνει. Όσο μπορείτε να τους είστε χρήσιμοι, σας κρατάει κι όσο εκείνο έχει λεφτά σας πληρώνει. Όταν, για κάποιους λόγους, η επιχείρηση δεν έχει λεφτά, σας κάνει άχρηστους και ως περιττούς σας πετάει έξω. Δηλαδή το πρόβλημα της επιχείρησης και του συστήματος συνολικά των επιχειρήσεων –διότι κάθε επιχείρηση συνδέεται με άλλη επιχείρηση κι εκείνη με άλλη, μια μεγάλη αλυσίδα παραγωγικών σχέσεων χωρίς τέλος- γίνεται δικό σου προσωπικό πρόβλημα: «είσαι εσύ άχρηστος», σου φωνάζει και προσπαθεί να σε πείσει για αυτό. Πριν γίνεις εσύ «άχρηστος» όμως, είχε γίνει άχρηστο, χωρίς αξία, το τμήμα στο οποίο δούλευες ή και όλη η επιχείρηση και αυτή είναι η ευθύνη των διοικούντων και των επιχειρηματιών.
Αυτό λοιπόν πρέπει να το συνειδητοποιήσεις και να μην δεχτείς να σου «φορτώσουν» την δική τους ανικανότητα να είναι χρήσιμοι. Μην αποδεχτείς την επιχειρηματολογία τους ότι δεν είσαι ικανός. Μην την αφήσεις να ριζώσεις μέσα σου, έστω και ως ενδεχόμενο, γιατί θα σε διαλύσει. Αυτοί είναι ανίκανοι να χωρέσουν το μικρό όραμά σου και μόνο για αυτό πρέπει να τους μισήσεις όχι σαν άτομα, αλλά ως εργαλεία ενός συστήματος παραλόγου. Να μισήσεις βαθειά αυτό το σύστημα παραγωγής πλούτου και μιζέριας που μπορεί πρόσκαιρα να το είχες θεοποιήσει. Να το μισήσεις τόσο απόλυτα που μέσα σου να νοιώσεις μια καθαρτήρια γαλήνη και μια αποφασιστικότητα ότι κάτι άλλο χρειαζόμαστε ως τρόπο παραγωγής και ως σχέση οικονομική που να μην εξευτελίζει την ανθρωπιά μας αλλά να αναδεικνύει το μεγαλείο του ανθρώπου. Κάτι που να σε κάνει να αισθάνεσαι πραγματικά χρήσιμος και πολύτιμος.
«Ουδείς αναντικατάστατος» λένε μερικές φορές οι προσωπάρχες χαιρέκακα όταν κάποιος απολύεται και τους την λέει, αλλά και ο καθείς είναι μοναδικός λέω εγώ. Και αυτή την μοναδικότητα του εργαζόμενου, όταν δεν μπορεί να εκτιμήσει η επιχείρηση, σύντομα δεν της την αναγνωρίζει και η αγορά: με την ίδια αδιαφορία θα την κλωτσήσει στο περιθώριο και είναι αυτή μια ιδιόμορφη αλλά σίγουρη Νέμεσις.
Η δουλειά είναι σημαντικό στην ζωή μας αλλά δεν είναι το πάν πάντα. Η δουλειά είναι κάτι που εμπλουτίζει την ζωή μας αλλά η ζωή μας δεν τελειώνει με τη δουλειά μας. Η εργασιομανία είναι και αυτή αρρώστια.
Η δουλειά παράγει αξία αλλά δεν είναι όλη η αξία που μπορείς να δημιουργήσεις και να προσφέρεις. Εσύ δίνεις περιεχόμενο στη ζωή σου και αυτό είναι πιο μεγάλο και πιο βαθύ από όσα παίρνεις από την δουλειά σου. Στο κάτω-κάτω, εάν η δουλειά ήταν καλό πράγμα θα την λέγανε παστίτσιο, που έλεγε κι ένας παλιός λιμενεργάτης που γνώρισα κάποτε.
Εκείνο που χρειάζεσαι, όλοι μας το χρειαζόμαστε, είναι ισορροπία ανάμεσα στην επαγγελματική σου δραστηριότητα, στην οικογενειακή σου ζωή και στις σχέση σου με την κοινωνία. Το ήξερες αλλά το αγνοούσες.
Τώρα που το πρώτο, η επαγγελματική ζωή, δεν υπάρχει προσωρινά –ω, για αυτό, το ότι δηλαδή μόινο προσωρινά είσαι ελεύθερος από την «δουλειά» να μην έχεις καμία αμφιβολία- είναι ευκαιρία να φροντίσεις και να στηριχτείς στα δύο άλλα που ίσως τα είχες αγνοήσει ή και υποτιμήσει, ως προς την συμβολή τους στο περιεχόμενο της ζωής σου.
Τώρα που έχεις χρόνο, μην αφήσεις τον καιρό να περάσει άπρακτος: ψάξε και γνώρισε καλύτερα τον εαυτό σου. Είναι βέβαιο ότι αν ξεκινούσες τώρα την ζωή σου θα έκανες πολλά πράγματα διαφορετικά. Κάνε τα όχι γιατί τα λέει ο Κοέλιο αλλά γιατί μπορείς.
Υπάρχουν πολλά πράγματα που μπορείς να κάνεις χωρίς χρήματα: να διαβάσεις, να μάθεις νέα πράγματα, να περιπλανηθείς στο διαδίκτυο -να μάθεις να το κάνεις κι αυτό εάν δεν το ξέρεις- να απαντήσεις ερωτήματα που είχες αλλά η καθημερινότητα, τότε που κυνηγούσες το μεροκάματο, τα άφησε αναπάντητα. Υπάρχει η Βιβλιοθήκη στο Κασκαβέλι που σού προσφέρεται να την ψάξεις και θα βρεις ένα μικρό υπολογιστή στη καφετέρια για να δεις τι είναι το ιντερνέτ.
Καταρχήν μην μένεις μόνος, κλεισμένος στο σπίτι. Ανοίξου στην κοινωνία που ζεις και γνώρισε τον εαυτό σου δι’ αυτής. Μίλησε και συζήτησε με τους άλλους για αυτά που σε ενδιαφέρουν. Μην ντρέπεσαι να ζητήσεις να σου δείξουν για όσα δεν γνωρίζεις!
Μπορείς τώρα να φροντίσεις και να προσέξεις ιδιαιτέρως τον εαυτό σου: να ξαναρχίσεις το τρέξιμο ή και την προπόνηση με την ομάδα, να αλλάξεις κούρεμα, να φροντίσεις την δίαιτα σου, να χάσεις τα περιττά κιλά. Να ανακαλύψεις την περιοχή σου: να περπατήσεις στο, Ελικώνα, στον Κιθαιρώνα, να γνωρίσεις τις πόλεις της περιοχής, την Θήβα, την Λειβαδιά, τον Ορχομενό.
Μπορείς να ασχοληθείς περισσότερο με του δικούς σου, τη γυναίκα και το παιδί σου αλλά και τους γονείς σου. Να μάθεις για αυτά που κάνουν. Να μάθεις για όσα δημιούργησαν. Πρέπει να μιλήσεις με τους δικούς σου, για εσένα, για το πως βρέθηκες άνεργος, για το τι σημαίνει άνεργος: δεν έχεις εισόδημα αλλά εξακολουθείς να έχεις ενδιαφέροντα, να κρύβεις αξία μέσα σου που ζητάει να αποκαλυφθεί. Είναι σημαντικό οι δικοί σου άνθρωποι να μη σε αντιμετωπίζουν με οίκτο αλλά με την αξιοπρέπεια ενός ανθρώπου που έχει απαιτήσεις από τον εαυτό του, από την ζωή του και αυτό οφείλεις να τους δείξεις εμπράκτως.
Είναι ευκαιρία να βρεθείς με παλιούς φίλους και να μάθεις για αυτούς. Να χαρείς με τις επιτυχίες τους και να φανείς αλληλέγγυος στις δυσκολίες τους. Είναι επίσης ευκαιρία να ζητήσεις πρακτική βοήθεια, να μιλήσεις με γνωστούς και άλλους χωρίς να ντρέπεσαι που ψάχνεις για δουλειά. Μάθε για άλλα επαγγέλματα που μπορεί να έχουν ζήτηση και που μπορεί να τα ασκήσεις ακόμα κι αν τα τυπικά στου προσόντα εκ πρώτης όψεως δεν είναι αντίστοιχα. Ένα πράγμα που στο σύστημα είναι δεδομένο είναι η αναζήτηση αξίας: όταν δουν ότι είσαι χρήσιμος, ότι μπορείς να κάνεις την δουλειά που θέλουν τότε θα στην αναθέσουν.
Μπορείς πάντα να ασχοληθείς με μικρές εργασίες που υπάρχουν στην περιοχή: αγροτικές δουλειές, οικοδομικές, σε αποθήκες, σε λαϊκές, σε ταβέρνες και καφετέριες. Δεν είναι ότι σε ενθουσιάζει κάτι τέτοιο αλλά θα πάρεις κάποιο εισόδημα και κυρίως θα σε βοηθήσουν να δεις από τα κάτω την ζωή και τον εαυτό σου απαλλαγμένο από την υποχρέωση να είσαι κάτι συγκεκριμένο.
Ίσως σε ετούτη της μικρή επαγγελματική Οδύσσεια να βρεις μιαν άλλη Ιθάκη από ότι είχες στο νου σου: να ξεκινήσεις την δική σου επιχείρηση αλλά για αυτό θα τα πούμε όταν έρθει η ώρα.
Τέλος, έχεις την δυνατότητα να προσφέρεις εθελοντικά υπηρεσίες σε διάφορους χώρους, σε υπηρεσίες του Δήμου, σε άλλους οργανισμούς της περιοχής.
Σε όλα τούτα μέσα, μπορεί να ανακαλύψεις την Πολιτική, την ουσία της πολιτικής δηλαδή για το πώς και το γιατί γίνεται αυτό το αλισβερίσι ανάμεσα στις εξουσίες και το πώς μπορείς εσύ μαζί με άλλους, να τους χαλάσεις τη σούπα που ξαναζεσταίνουν για να μας ξανασερβίρουν.
Ο σκοπός όλων αυτών των ενεργειών σου είναι να ανακαλύψεις και πάλι την κοινωνικότητα που οφείλεις σε όλους μας (και πρωτίστως στον εαυτό σου) και που μέχρι πρόσφατα είχε περιοριστεί στον εργασιακό σου χώρο. Δεν είσαι ότι θέλει η επιχείρηση, η κάθε επιχείρηση, να είσαι. Δεν είσαι ένας ιδιώτης άνεργος όπως σου λένε και δεν ήσουν ένας ήσυχος εργαζόμενος, όπως σου έλεγαν. Είσαι πολλά περισσότερα. Είσαι άνθρωπος, μέλος της ανθρώπινης κοινωνίας και πολίτης και ως τέτοιος ο ρόλος σου δεν είναι ούτε ασήμαντος ούτε περιορισμένος.
Ίσως βρεις χρόνο και μου στείλεις κάνα μήνυμα για όλα αυτά που θα κάνεις οπότε και ο δικός μου ρόλος αναβαθμιστεί λιγάκι και από μονολογών πληκτρλόγος νοιώσω πιο κοντά σου και λιγότερο μόνος.
Συγγνώμη που επεμβαίνω στο γράμμα. Ως προς το ένα σκέλος του θέματος: http://gmt07.blogspot.com/2011/02/blog-post_27.html
ΑπάντησηΔιαγραφήΚατά τα λοιπά, θαρρώ πως ο κύκλος που άνοιξες είναι αισιόδοξη νότα στο ρέκβιεμ της κατάστασης.
Ελπίζω να μην σε σταματήσει ούτε ο Τσακ Νόρις.
δεν υπάρχει ασιόδοξη νότα στην ανεργία κάποιου
ΑπάντησηΔιαγραφήη εργασία είναι δικαίωμα και σε κάνει να νιώθεις χρήσιμος ,παραγωγικός
εχω ζήσει την ανεργία και ξέρω πως αυτό που σε σκοτώνει είναι η έλλειψη προοπτικής κι αν είσαι κάποιας ηλικίας ακόμη χειρότερα .
Ο άνθρωπος ζει και με λίγα αυτό είναι το μόνο σίγουρο . όσο για τους λάθρους αυτοί πάντα θα υπάρχουν είναι ζήτημα αξιοπρέπειας .κι αυτή η κοινωνία που ζούμε την έχει χάσει .Πάντα έλεγα ότι αυτό που παίρνει ο άνθρωπος μαζί του όταν πεθαίνει είναι η αξιοπρέπεια .Αν δεν είσαι σαν τους άλλους τους λάθρους τότε είσαι καταδικασμένος δυστυχώς.
Λυπάμαι γιατί δεν μπορώ να δω την αισιόδοξη νότα .Λυπάμαι γιατί δεν έχουμε ως κοινωνία κοινωνική συνοχή και πάνω απ΄όλα κοινωνική αλληλεγγύη .
όταν ζούσα στην ανεργία μόνο δυο κολλητοί βοήθησαν οι άλλοι μην σου πω ότι χαίρονταν με τα σπίτια τους και τα εξοχικά τους με δάνεια φυσικά κι όπως πάντα λέω με τις συντάξεις των γονιών και των άκληρων θείων που θα κληρονομήσουν κι ας υποχρεώνονται να τους ξεσκατίσουν μέχρι να πεθάνουν .
ΑΞΙΟΠΡΕΠΕΙΑ ΕΧΕΙΣ ΟΤΑΝ ΕΡΓΑΖΕΣΑΙ ΚΑΙ ΠΛΗΡΩΝΕΣΑΙ ΓΙ ΑΥΤΟ ΠΑΡΑΓΕΙΣ ΚΑΙ ΕΙΣΑΙ ΕΝΕΡΓΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΤΗΝ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΣΟΥ ΚΑΙ ΕΧΕΙΣ ΟΡΙΖΟΝΤΑ ΣΤΗΝ ΖΩΗ ΣΟΥ ΚΑΙ ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ
Καλησπέρα Ανώνυμε 11:09
ΑπάντησηΔιαγραφήδεν μπορώ να διαφωνήσω σε όσα γράφεις και αυτός ακριβώς ήταν ο λόγος που έστειλα το γράμμα αυτό στο 'άνεργο φίλο μου. Έτσι είναι όπως τα γράφεις κι επειδή είναι έτσι ακριβώς για αυτό τον λόγο πρέπει να κάνει ο φίλος μου -και ο καθένας από εμάς που θα βρεθεί στην θέση του- τα πράγματα διαφορετικά. Δεν είναι θέμα αισιοδοξίας αλλά επιβίωσης.
Πριν μερικά χρόνια αποφάσισα να ανέβω στον Ελικώνα μόνος -πολύ κακώς- και στην επιστροφή, είπα να κόψω δρόμο. Έβλεπα πιο χαμηλά την συνέχεια του μονοπατιού και θεώρησα καλό να συντομεύσω την κάθοδο. Στην πλευρά του βουνού πάνω από το Νιχώρι, τα πουρνάρια έχουν φουντώσει κι έχουν κλείσει τα παλιά ανοίγματα. Κατέβαινα και παραμέριζα τα πουρνάρια που όλο και πύκνωναν κι όλο και νύχτωνε. Τα είχα παίξει εντελώς όταν κατάλαβα ότι δεν γινόταν να συνεχίσω. Ήμουν κουρασμένος έως εξαντλήσεως. Έτσι αποφάσισα να γυρίσω πίσω, εκεί στην πρώτη αρχή, στο γνώριμο μονοπάτι που όμως ήταν ψηλά. Δεν είχα άλλη επιλογή κι έτσι έκανα την δεύτερη άνοδο και ήταν σαν να ανέβαινα στα Ιμαλάια. Δεν ήμουν αισιόδοξος -δηλαδή δεν σκέφτηκαν καν τι ήμουν- αλλά δεν είχα άλλη επιλογή. Ήμουν αγανακτισμένος με τον εαυτό μου αλλά και τόσο ταλαιπωρημένος που μόνο η εικόνα του σπιτιού με φαΐ, κρασί και κρεβάτι με κινητοποιούσε. Και έτσι τα κατάφερα.
Δηλαδή θέλω να πω ότι στην πιο δύσκολη στιγμή της ζωής μας, υπάρχουν πράγματα που μπορούμε να κάνουμε για τον εαυτό μας όχι επειδή είμαστε μάγκες αλλά γιατί ακριβώς δεν έχουμε άλλη επιλογή.
Η μόνη επιλογή του άνεργου δεν είναι να δεχτεί να φορέσει το δέρμα και την ψυχή του άχρηστου, να αποδεχτεί το ρόλο που τον καλεί το σύστημα να παίξει -έστω και προς το παρόν, όπως έγινε με εσένα. Του προτείνω να αγνοήσει το σύστημα, ακόμα και την κοινωνία με τα στερεότυπα της και την παχυδερμία της και να κάνει πράγματα για πάρτη του, όχι για να αποδείξει σε κάποιον κάτι, την αξία του ας πούμε, αλλά για να πλουτίσει τον εαυτό του με την επιβεβαίωση της δύναμης που κρύβει μέσα του.
Για σκέψου όλοι μας να το κάναμε αυτό ως εργαζόμενοι και επιχειρηματίες και ως πολίτες και ως χώρα! Αν δηλαδή αντί να περιμένουμε την αξιολόγησή μας από το αφεντικό, από το σύστημα -από τους οίκους Μούντις, Φιτσ, Στυανταρντ εντ Πουρς και λοιπούς-, κάναμε την δική μας αξιολόγηση κι έτσι παίρναμε τα μέτρα μας. Δηλαδή την στιγμή του αδιεξόδου, της πλήρους ανημποριάς, της πλήρους κατάρρευσης, λέγαμε “ε, όχι ρε πούστη, θα τα καταφέρω” και αφού τους γράφαμε όλους εκεί που δεν πιάνει μελάνι, γράφαμε το βιβλίο μας από την αρχή και καλύτερα.
Ειρήσθω εν παρόδω, που λένε και οι παλιοί λογιώτατοι, έτσι έκαναν όλοι όσοι δημιούργησαν: από την συγγραφέα του Χάρι Πότερ μέχρι τον Στηβ Τζομπς της Απλ.
διάβασα στο βήμα της Κυριακής μια συνέντευξη του γάλλου φιλοσόφου Μισέλ Σερ περί κρίσης ανφέρω μόνο αυτό «Με την ιστορία αυτή έθετα το ερώτημα “τι κάνουμε όταν είμαστε στα μισά μιας διαδρομής ανάμεσα στο σημείο αναχώρησης και στο σημείο άφιξης”. Δεν ωφελεί σε τίποτε να γυρίσουμε πίσω. Είναι καλύτερα να συνεχίσουμε κατευθυνόμενοι στην απέναντι όχθη. Γιατί το μέσον μιας διαδρομής είναι σχεδόν η απέναντι όχθη. Αυτό έλεγα όταν ήμουν νέος. Σήμερα λέω: “Διασχίζω το ποτάμι και σιγά σιγά το ρεύμα με παρασέρνει. Κάποια στιγμή συνειδητοποιώ ότι έχω περάσει την εκβολή του ποταμού και ότι δεν υπάρχει πια απέναντι όχθη, υπάρχει όμως ο ωκεανός”». ¨προτείνω να το διαβάσεις
ΑπάντησηΔιαγραφή