Πέμπτη 22 Δεκεμβρίου 2011

Συνταγή για καλές ευχές




Καθώς τελειώνει το 2011, η γιορταστική ατμόσφαιρα των στερνών ημερών του έχει κάτι ζορισμένο. Δεν είναι αυθόρμητη και πηγαία ως όφειλε να είναι. Έχω παρόλα αυτά, αρχίσει να λαμβάνω μηνύματα με ευχές για τον ερχόμενο χρόνο κι έτσι αποφάσισα να φτιάξω τις δικές μου ευχές για να ανταποδώσω.

Η πιο κοινή και πιο απλή ευχή των ημερών είναι το «Χρόνια πολλά» διότι η μακροημέρευση του ανθρώπου είναι ένα κριτήριο ευδαιμονίας. Δεν είναι όμως το μόνο γι’ αυτό και προσθέτουν μερικοί και το «. . και καλά» για να ακολουθήσει το προφανές «Υγεία πάνω από όλα».

Βέβαια, σημαντικό μέρος της «υγείας» είναι η καλή ψυχολογική κατάσταση του ατόμου κι εδώ αρχίζουν τα δύσκολα, αφού όσο περνά ο καιρός η πίεση σε όλους μας μεγαλώνει και καθώς διέξοδος δεν φαίνεται, το βάρος μοιάζει ασήκωτο. Και δεν θέλει πολύ ο καθένας μας για να «τα παίξει» και να «σαλτάρει» εντελώς!


Εκείνο δε που λειτουργεί ως βαλβίδα εκτόνωσης, είναι το «άνοιγμα» του νου προς ένα αύριο δημιουργίας και προκοπής και αυτό είναι ακριβώς που δυσκολεύομαι να δω. Ένας αυστηρός ρεαλισμός μου κόβει τα πόδια κι εκμηδενίζει τις ελάχιστες προσδοκίες μου.

Εάν επρόκειτο να υπάρξει ένα φως στο σκυθρωπό τοπίο, οι προϋποθέσεις για αυτό θα δημιουργούνταν σήμερα, έτσι ώστε να αποδώσει πρακτικά στα αμέσως επόμενα χρόνια. Σίγουρα πάντως θα ήταν μια άλλη συνταγή,  ασχέτως του ότι το υλικό, οι άνθρωποι δηλαδή, είναι το ίδιο.

Όμως όλοι μας συνεχίζουμε παραγωγικά και «αγωνιστικά» τον ίδιο χαβά. Η «αλλαγή» ως σύνθημα είναι ελκτικό αλλά ως ζώσα πραγματικότητα είναι ανύπαρκτη.

Μα εάν φτάσαμε ως εδώ σε μια μίζερη ατμόσφαιρα, αυτό έγινε με μια συγκεκριμένη πορεία που αποδείχθηκε εντελώς αναποτελεσματική, από όποια μεριά κι αν τη δει κανείς. Εκ των υστέρων διαπιστώνουμε ότι όλοι οι παράγοντες του βίου μας, ο καθένας με τον ρόλο του, «συνεργάστηκαν» ανομολόγητα για να έχουμε το αποτέλεσμα που υφιστάμεθα.

Οι πολιτικοί της εξουσίας αποδείχθηκαν ανίκανοι να διαχειριστούν την κυβερνητική εξουσία με τρόπο ώστε οι πολίτες να παραμένουν υπάκουοι και «νομοταγείς». Ώθησαν τον κόσμο στις απελπισμένες πλατείες και οι ίδιοι δεν τολμούν να φανούν σε λαϊκές αγορές, καφενεία και ταβέρνες αφού γνωρίζουν ότι θα δεχθούν βίαιες φραστικές επιθέσεις. Ή  θα κινδυνέψουν να «φάνε γιαούρτωμα» και να τρέχουν αλαφιασμένοι να χωθούν κάπου και να καταγγείλουν μετά την «φασιστική» συμπεριφορά.

Οι άλλοι πολιτικοί, της εναλλακτικής στάσης, της Αριστεράς με κάθε επίθετο («αγωνιστική», «ταξική», «κινηματική», κ.α.) δεν μπόρεσαν να αναδειχθούν σε εκφραστές της αντίδρασης του κόσμου και περιορίστηκαν είτε να τον παρακολουθούν και να τον «επεξηγούν» είτε να προσπαθούν να τον οικειοποιηθούν πολιτικά και να τον «καπελώσουν» με σχεδόν παλαιοκομματικά κοντόφθαλμα κόλπα. Απολαμβάνοντας τις θετικές για αυτούς δημοσκοπήσεις, έχουν χαθεί από τα καφενεία κι όταν έρχονται απλώς καταφάσκουν στην αγανάκτηση των πολιτών και η μόνιμη επωδός τους είναι «ψηφήστε μας γιατί είμαστε καλύτεροι». Δεν έχουν καταλάβει ότι είναι μέρος του πολιτικού συστήματος και ο μόνος τρόπος να τους ξεχωρίσουν θετικά οι πολίτες, είναι να διατυπώσουν με πειστικότητα την αλήθεια για τα αίτια της καταστροφικής μας πορείας και  να προτείνουν με θάρρος και συνέπεια λόγων και έργων το όραμα της κοινής λογικής και όχι να κολακεύουν την «κοινή γνώμη» έστω και στην πιο «λαϊκή» και «ταξική» της έκφανση.

Βασικό κοινό χαρακτηριστικό του συνόλου πολιτικού προσωπικού είναι η έλλειψη αισθήματος προσωπικής ευθύνης και η αυτοκριτική διάθεση. Θεωρούν ότι για τα στραβά φταίνε κάποιοι «άλλοι» ή «οι προηγούμενοι». Ενίοτε παραδέχονται ότι «έκαναν λάθη» τα οποία όμως δεν ομολογούνται σαφώς και συγκεκριμένα και των οποίων λαθών δεν γίνεται προσπάθεια να βρεθούν οι αιτίες. Νομίζουν ότι σπρώχνοντας με τη σκέψη αυτή, κάθε ενοχλητική διαπίστωση για τις ανεπάρκειές τους κάτω από το χαλί, θα καταφέρουν να επιπλεύσουν.

Όταν κάποτε ο Αρης Βελουχιώτης θέλησε να κρίνει το πολιτικό κατεστημένο της εποχής του, τους συντρόφους του αλλά και τους αντίπαλους του είπε το «κι αυτοί κακό χερόβολο κι εμείς κακό δεμάτι» και η φράση αυτή νομίζω ότι ταιριάζει και στην σημερινή κατάσταση.

Οι άλλοι παράγοντες της πραγματικής εξουσίας, οι επιχειρηματίες, μένουν κάπου απαγκιασμένοι μέχρι να περάσουν τα δύσκολα. Αφού κουβάλησαν τα χρήματά τους σε πιο ασφαλές τραπεζικό περιβάλλον, αφού σχεδόν λήστεψαν εντελώς την επιχείρηση τους, περιορίζονται στην εύκολη λύση της επιβίωσης της επιχείρησης δια της μεθόδου της συρρίκνωσης με απολύσεις προσωπικού χωρίς καταβολή αποζημιώσεων ή της καταφυγής στο άρθρο 99 και εκμετάλλευση των ασφαλιστικών εισφορών των εργαζομένων. Ελάχιστοι είναι που «επιχειρούν» και έχουν όραμα για ανάπτυξη.

Τέλος, οι πνευματικοί άνθρωποι, περιορίζονται σε έναν δημοσιογραφικού τύπου σχολιασμό των πραγμάτων, χωρίς καμία διαφοροποίηση από όσα κατά καιρούς έχουν ήδη ειπωθεί. Οι ελάχιστες εξαιρέσεις, δυστυχώς δεν επαρκούν.

Σ’ όλους αυτούς τους ταγούς, οι πολίτες θέλουν να βάλουν «φουρνέλο» διότι αποδείχτηκε όχι μόνο ότι δεν είναι ικανοί να διαχειριστούν επ’ ωφελεία της κοινωνίας του πόρους του Κράτους αλλά διότι δεν μπόρεσαν –διότι δεν το θέλησαν πραγματικά- να διαχειριστούν τις προσδοκίες που οι ίδιοι ταγοί δημιούργησαν στους ψηφοφόρους τους.

Μέρος του πολιτικού συστήματος όμως είναι και οι πολίτες και μάλιστα ενώ θα έπρεπε να είναι το πιο ενεργό και ζωντανό τμήμα του, επιλέγει τον παθητικό ρόλο του ψηφοφόρυ και του οπαδού. Και κατά καιρούς ανατρέπουν για λίγο αυτή την εικόνα, με τη παρουσία τους σε διαδηλώσεις και ποικίλες διαμαρτυρίες. Αλλά οι μορφές πάλης αυτές, έχουν περιορισμένη ισχύ διότι είναι «εκτός πολιτικού συστήματος» και τέλος πάντων, έχουν ημερομηνία λήξης. Οι μεγάλες κοινωνικές αλλαγές, ήρθαν όχι ένεκα των διαμαρτυριών σε πλατείες και δρόμους, αλλά διότι μεταφράστηκαν σε πολιτικό αίτημα τα συναισθήματα των διαδηλώσεων. Εάν όλες αυτές οι δραστηριότητες δεν μετασχηματιστούν σε πολιτικές πράξεις εντός του πολιτικού συστήματος, με σταθερή προσωπική ευθύνη κάθε πολίτη, τότε απλώς θα αποδειχτεί ότι δεν έχουν νόημα.

Εμείς οι αγρότες, λόγου χάρη, συνεχίζουμε να πράττουμε με τον τρόπο των τελευταίων σαράντα ετών που μας γέρασε –οι αγρότες κάτω των τριάντα μετρώνται στο Ερημόκαστρο στα δάκτυλα του ενός χεριού- και με τους νέους μας να παρακολουθούν τις προσπάθειες μας βαριεστημένοι εκ του μακρόθεν, παθητικοί θεατές και νοσταλγοί ενός διορισμού που δεν φαίνεται. Κατά τα άλλα, περιμένουμε από «το κράτος» να μας λύσει το πρόβλημα αλλά το ποιο είναι ακριβώς το πρόβλημα ακόμα δεν ξέρουμε.

Έχω βαρεθεί να ακούω αναλύσεις για τι και το ποιός έφταιξε για το σημερινό χάλι μας – μερικές απο τις οποίες αρκετά πειστικές και τεκμηριωμένες. Νισάφι. 

Δεν ακούω, από την άλλη, τίποτα για το τι πρέπει να γίνει, εκτός από γενικές παρατηρήσεις και ασαφείς ιδέες που στην καλύτερη των περιπτώσεων είναι αναμασήματα ιδεών από το «χρονοντούλαπο της Ιστορίας» με κάποια «μοντέρνα» φραστικά φκιασίδια. Όσο πιο «στρατηγική» είναι η πρόταση τόσο πιο νεφελώδης είναι. Με τρομάζει η σιγουριά ορισμένων που δείχνουν ότι έχουν το μέλλον στο τσεπάκι τους. Κάτι τέτοιοι, όταν το μέλλον δεν στριμώχνεται στις θεωρίες τους, βάζουν με το ζόρι την κοινωνία να πειθαρχήσει σ’ αυτές, για να επαληθευτούν οι «νομοτέλειες» της δικής τους άποψης περί ιστορίας.

Ο απόφοιτος του Λυκείου Θεσπιών Γιώργος Σιακαντάρης σε μια πρόσφατη συνέντευξη με αφορμή την κυκλοφορία του βιβλίου του (για το οποίο ίσως επανέλθω), δίνει μια διάσταση της κατάστασης που βιώνουμε σήμερα, οπότε ας μη συνεχίσω.

Χρόνια πολλά λοιπόν και καλά!

Αυτό το «καλά» είναι ό,τι ο καθένας θεωρεί «καλό» για εκείνον κι έτσι αφήνοντας κάπως ασαφή την ευχή, νοιώθω ότι ικανοποιώ την απαίτηση των ημερών. Αλλά δεν είμαι πρωτότυπος. Ως πνευματώδης, δεν πρέπει να ευχηθώ και κάτι ακόμα; Κάτι που να με διαφοροποιεί θετικά από τους άλλους;

Βασική έννοια στην ανθρώπινη κοινωνία είναι η εμπιστοσύνη. Τα τελευταία χρόνια η έννοια αυτή έχει δεχθεί πλήγματα από το οικονομικό και πολιτικό σύστημα και η ζημιά έχει επεκταθεί σε όλο το σώμα της κοινωνίας μας, στη δική μας μικρή καθημερινότητα.

Όλο και πιο συχνά τον τελευταίο καιρό, διαπιστώνουμε ότι το αίσθημα της εμπιστοσύνης στους άλλους, στους συμπολίτες, μειώνεται. Γινόμαστε «μεμονωμένοι» ανασφαλείς άνθρωποι που νομίζουν ότι ο καθένας μόνος του θα μπορέσει να βρει τη λύση της επιβίωσης. Πιο έντονο είναι το συναίσθημα αυτό του τρόμου για την προσωπική ασφάλεια που αυξάνεται εις όφελος εκείνων που πουλάνε ειδικά κάγκελα για πόρτες και παράθυρα ή συναγερμούς ή σε ακραίες περιπτώσεις, όπλα. Μας κατακλύζει ο φόβος για τον «άγνωστο» και οι ξενοφοβικές κραυγές με ρατσιστικές αποχρώσεις δεν μας είναι πάντα αποκρουστικές. 

Νοιώθουμε περικυκλωμένοι από κινδύνους και πιστεύουμε ότι είναι προσωπική μας υπόθεση η υπεράσπιση της οικογένειας και της περιουσίας μας. Και ως ένα βαθμό είναι.

Αλλά αντί να επιδιώξουμε και να απαιτήσουμε να λειτουργήσουν αποτελεσματικά οι θεσμοί της κοινωνίας, γινόμαστε «ιδιώτες», αγριεύουμε και αντί να σκεφτούμε ψύχραιμα και κυρίως να επιστρέψουμε στην κοινότητα, να εμπιστευτούμε δηλαδή την κοινωνία των ανθρώπων που εντός της ζούμε και δημιουργούμε, επιλέγουμε τον καλύτερο για τον καθένα μας τρόπο αντιμετώπισης ενός κατά τα άλλα απολύτως κοινωνικού φαινομένου.

Ξεχνάμε τρομοκρατημένοι ότι τα τείχη που κτίζουμε για να μας προστατέψουν, γίνονται  η φυλακή μας.

Στις δύσκολες μέρες που έρχονται, μας προτείνω να νοιώσουμε και να δείξουμε ενδιαφέρον και αγάπη για τον συμπολίτη μας, για τον γείτονα και τον συνάδελφο που η απόλυση δεν τον κάνει λιγότερο συνάδελφο από πριν. Να μιλάμε, να συζητάμε και να σκεφτόμαστε έχοντας κατά νου ότι στην άλλη μεριά του τραπεζιού είναι ο άλλος μας εαυτός και όχι κάποιος αντίδικος. Αυτή η συνειδητοποίηση αλλά και η συν-ζήτηση ίσως γεννήσει εκείνο που έχουμε ανάγκη όλοι μας, εκείνο για το οποίο αξίζει να αγωνιστούμε για να γίνει πραγματικότητα.

Χρόνια πολλά! Υγεία και αλληλεγγύη!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Διάφορα