Τρίτη 10 Απριλίου 2012

Γερμανικές οφειλές κι Ελληνικές ανεπάρκειες



Ο Μανώλης Γλέζος είναι ένας πολιτικά ενεργός γέροντας που εντυπωσιάζει με την πνευματική του θαλερότητα παρά τα ενενήντα και κάτι χρόνια του.

Πρόσφατα τον άκουσα να μιλάει σε ραδιοσταθμό για τις οφειλές της Γερμανίας προς την Ελλάδα, και σας προτείνω να τον ακούσετε κι εσείς (περίπου 15 λεπτά κρατάει η συνέντευξή του) για να δείτε τι σημαίνει συγκεκριμένη αναφορά σε ένα μεγάλο εθνικής σημασίας θέμα με λίγα αλλά σαφή λόγια.

Κι επειδή βγήκε το υπουργείο Εξωτερικών της Γερμανίας και είπε κάτι για το θέμα αυτό, ο Μανώλης Γλέζος χαρακτήρισε την σχετική Γερμανική άποψη για το θέμα των πολεμικών αποζημιώσεων «ψευδή, ανιστόρητη και εξοργιστική». Διότι, όπως αναφέρει, «αγνοεί την απόφαση της 19μελούς Διασυμμαχικής Επιτροπής των Παρισίων του 1946, η οποία καταλόγισε στη Γερμανία ότι οφείλει να καταβάλλει στην Ελλάδα 7,1 δισ. δολάρια, αγοραστικής αξίας 1938, δηλαδή 108 δισ. ευρώ χωρίς τους τόκους. Αγνοεί επίσης το αναγκαστικό δάνειο ύψους 3 1/2 δισ. δολάρια, αγοραστικής αξίας 1938, δηλαδή 54 δισ. ευρώ».

Είναι επίσης ψευδής, διότι, όπως υποστηρίζει ο κ. Γλέζος, «δεν έχει καταβάλει, έναντι αυτών των οφειλών ούτε ένα μάρκο, ούτε μια δραχμή, ούτε ένα ευρώ στην Ελλάδα, ενώ έχει εξοφλήσει όλες ανεξαιρέτως τις χώρες με τις οποίες βρέθηκε σε εμπόλεμη κατάσταση» και εξοργιστική, «διότι αποφασίζει από μόνη της ότι "δεν αποτελεί πλέον θέμα" η καταστροφή της ελληνικής οικονομίας από τα γερμανικά στρατεύματα και ο θάνατος των Ελλήνων για την επιβίωση του γερμανικού λαού».


Για όλα αυτά που ανέφερε ο Γλέζος, προφανώς και δεν υπάρχει από επίσημης Ελληνικής πολιτείας κανένα σχόλιο. Κανένας από όσους διοίκησαν αυτό τον τόπο δεν αισθάνεται την ανάγκη να εξηγήσει γιατί δεν έγιναν όσα καταγγέλλει ο Γλέζος και που επισήμως κανείς δεν αμφισβητεί.

Είναι προφανές ότι οι Έλληνες ηγέτες, που ξέρουν το πρόβλημα, μη έχοντας εμπιστοσύνη στις δυνάμεις τους δεν τόλμησαν να διαπραγματευτούν το θέμα αυτό με τους Γερμανούς ηγέτες και φροντίσουν να το κρύβουν κάτω από το χαλί της διπλωματικής αβροφροσύνης. Παρόλες τους σχετικούς χαρακτηρισμούς που έχουν διατυπωθεί κατά καιρούς για την Γερμανία (θυμάμαι εκείνο του Πάγκαλου πως η Γερμανία είναι ένας ηλίθιος γίγαντας) κανένας τους δεν έχει τολμήσει να συζητήσει ισότιμα και να διεκδικήσει με αξιοπρέπεια και αποτελεσματικότητα αυτά που έχουν ήδη καταλογιστεί υπέρ της Ελλάδος.

Φαίνεται ότι μια περίεργη «φωνής της λογικής» κυριαρχεί στην σκέψη των Ελλήνων ηγετών που είναι σχεδόν ταυτόσημη με εκείνη των ελλήνων επιχειρηματιών που συνεργάζονται ή αντιπροσωπεύουν Γερμανικές επιχειρήσεις. Ο Γερμανοελληνικός Επιχειρηματικός Σύνδεσμος DHW  λοιπόν, εξέφρασε την έντονη ανησυχία του για την εξέλιξη των ελληνογερμανικών σχέσεων εξαιτίας της επαναφοράς στο προσκήνιο της συζήτησης για τις πολεμικές αποζημιώσεις.

Και πριν με προλάβει κάποιος από όλους αυτούς και κάνει . . . «αυτοκριτική», σπεύδω να δώσω την δική μου εκδοχή.

Η εξήγηση είναι ότι οι Έλληνες ηγέτες, ακόμα κι αυτοί που διεκδικούν την εξουσία, δεν εμπιστεύονται τον Ελληνικό «λαό» στο όνομα του οποίου ορκίζονται και κόβουν φλέβες πως μάχονται για . . . το καλό του. Όλα τα στραβά και τις ασυναρτησίες που καταλογίζει κάθε ψύχραιμο μάτι στην δημόσια συμπεριφορά μας και που τα αναγνωρίζει ο καθένας μας, οι ηγέτες μας τα ενστερνίζονται και περιορίζονται στο να τα διαχειρίζονται έτσι ώστε να επιβεβαιώνεται ο «σωτήριος» ρόλος τους.

Κανένας τους δεν επιθυμεί να αλλάξει και να βελτιώσει τα πράγματα.

Ακόμα κι εκείνοι που ισχυρίζονται ότι το προσπαθούν (όπως ο Μάνος και η ΔΡΑΣΗ του), ενεργούν ως τιμητές της συμπεριφοράς όλων, πολιτών και ηγητόρων, και δεν έχουν κάποιο σχέδιο που εκτείνεται πέραν του εκλογικού χρόνου. Διότι είναι προφανές ότι μια αλλαγή στον τρόπο που όλοι μας προσεγγίζουμε το θέμα του εκσυγχρονισμού της κοινωνίας μας, δηλαδή μια αλλαγή στον τρόπο που σκεφτόμαστε και ενεργούμε, απαιτεί χρόνο και προσπάθεια πέρα από την προεκλογική φασαρία. 

Την επομένη των εκλογών όλοι, νικητές και νικημένοι, συνεχίζουν την «εργασία» τους ως συνήθως.

Για να αλλάξεις κάτι πρέπει να το κατανοήσεις. Για να το κατανοήσεις πρέπει να το αγαπήσεις και με αληθινό ενδιαφέρον να το προσεγγίσεις και να το μελετήσεις. Η Ελληνική κοινωνία έχει βαθιές ρίζες στον χρόνο και δεν είναι μια «παιδική» κοινωνία που δημιουργήθηκε χθες. Είναι όμως μια κοινωνία με ιδιαιτερότητες και αντιφάσεις, θετικά και αρνητικά, σημεία υπεροχής και άλλα αυτοκαταστροφής. Είναι ρίζα μας, το κοινό μας σπίτι, η τιμή και η αξιοπρέπεια μας.

Κάθε αλλαγή, ακόμα και η πιο απλή, αποδείχνεται δύσκολη διότι η σκόνη που έχει σωρευτεί όλα αυτά τα χρόνια ανεπάρκειας ηγεσιών κάθε είδους (πολιτικών, πνευματικών, οικονομικών) και λαϊκισμούς, έχει δημιουργήσει ποικίλες αγκυλώσεις αρχαιοπληξίας και χαζοεγωισμού (σε καμία περίπτωση δεν τον λέω «εθνικισμό») που πρέπει με προσοχή να αφαιρεθούν.

Αυτό που πρόσφατα προτείνει οΧρ. Γιανναράς, για την ανάγκη της Νέας Ελλάδας,  δεν μπορούν να το κάνουν τα σημερινά πολιτικά κόμματα, παλιά και νέα, διότι το παιχνίδι της εθνικής αναγέννησης δεν παίζεται στο γήπεδο της πολιτικής διαπάλης έτσι όπως είναι στημένο σήμερα.

Η ανατροπή του πολιτικού κατεστημένου (και όχι των δημοκρατικών θεσμών) θα έρθει από εκεί που κανείς δεν περιμένει αλλά και που σήμερα ακριβώς κανείς από τους πολιτικούς ηγέτες δεν επιθυμεί διότι φοβάται ότι η ανατροπή θα τον παρασύρει κι αυτόν στην άβυσσο της ανυποληψίας.

Η ποιότητα των πολιτικών αναζητήσεων, ενδοκομματικώς και διακομματικώς,  είναι σήμερα εξαιρετικά χαμηλή και δεν προοιωνίζεται τίποτα καλό και αναστάσιμο για την κοινωνία και την οικονομία μας.

Ο εκσυγχρονισμός που επιθυμούμε είναι η κυριαρχία της λογικής επί του συναισθήματος ενώ εμείς επιτρέπουμε δια της ανοχής μας να επικρατεί ο λαϊκισμός.

Και για να εξηγούμαι, λαϊκισμός είναι να θέλω, χωρίς αξιολόγηση, να απολαμβάνω εκείνα που έχει κάποιος ο οποίος έχει υποστεί την αξιολόγηση κάποιου συστήματος όπως οι εξετάσεις σε εκπαιδευτικό ίδρυμα, η επαγγελματική κατάρτιση πιστοποιούμενη από ανάλογους φορείς, η γλωσσομάθεια πιστοποιούμενη αντιστοίχως, κλπ. 

Πιθανόν η αξιολόγηση αυτή να μην είναι δίκαιη ή η βέλτιστη για την παραγωγική πλευρά των πραγμάτων, αλλά είναι πολύ καλύτερη από την μη αξιολόγηση.
Αυτό ακριβώς είναι που κάνουν πως αγνοούν οι αντιτιθέμενοι σε κάθε προσπάθεια εισαγωγής συστημάτων αξιολόγησης με βασικό επιχείρημα την ανεπάρκεια της σημερινής διοίκησης (αυτός που θα κρίνει) και την ανυπαρξία στρατηγικού στόχου για το σύστημα.

Άλλο χαρακτηριστικό του λαϊκισμού είναι η όλο θράσος υποτίμηση έως εκμηδενισμού της ειδικής και τεχνικής γνώσης και ο υπερτονισμός του ετσιθελικού εγώ, έτσι όπως εκφράζεται με τις κραυγές ενός αδιαμόρφωτου πλήθους.

 Όλα τούτα είναι απειλητικά για την μελλοντική καλή εξέλιξη της κοινωνίας μας και ο καθένας μας πρέπει να τα αντιμετωπίζει όταν τα συναντά.

Ως επιβεβαίωση όλων των προηγούμενων, είναι η στάση των πολιτικών μας εκπροσώπων, ανεξαιρέτως,  όπου η όλο ενοχές αμυντική τους στάση έναντι των πολιτών, εκφράζεται με την προσπάθεια τους, σχεδόν συντονισμένη, να δώσουν την δική τους εκδοχή διλημμάτων για το νόημα και την κρισιμότητα των επερχόμενων εκλογών.
 Λοβέρδος: «η διαμάχη ανάμεσα στις πολιτικές δυνάμεις που μπορούν να σηκώσουν την Ελλάδα μέσα στην Ε.Ε και σε εκείνες που λένε ωραία λόγια αλλά οδηγούν τη χώρα στο πουθενά»
Βενιζέλος «Ευρώπη ή τυφλή πορεία προς κάπου αλλού» 
ΚΚΕ (διαχρονικά σταθερό): Με το Λαό ή με τα μονοπώλια
Μίμης Ανδρουλάκης (πιο φλύαρος)«Προγραμματική κυβέρνηση Ανασυγκρότησης και Απασχόλησης ευρύτερης βάσης, με κέντρο βάρους προς την κεντροαριστερή – αριστερή περιοχή του πολιτικού φάσματος ή κυβέρνηση Κεντροδεξιάς – Δεξιάς;»
Κ. Χατζηδάκης πιο γενικός και «διαλλακτικός»: «από τη μία το ρεύμα της απόρριψης και της αναζήτησης της εύκολης λύσης, που εκφράζεται μέσω των μικρών κομμάτων. Από την άλλη τα δύο μεγάλα κόμματα (που) εκφράζουν πιο ρεαλιστικές απόψεις».

Αντί για διλήμματα που αντικειμενικά σέρνουν τον διχασμό στην κοινωνία μας, προτείνω να διεκδικήσουμε να γίνει αργά αλλά σταθερά πράξη το πάλαι ποτέ αίτημα για την σοσιαλιστική κοινωνία, που είναι πλέον αίτημα μιας σύγχρονης κοινωνίας που επιδιώκει την αύξηση της δικής της προστιθέμενης αξίας στον παγκόσμιο καταμερισμό: από τον καθένα ανάλογα με τις ικανότητες του στον καθένα ανάλογα με την προσφορά του.

1 σχόλιο:

Διάφορα