Πέμπτη 2 Φεβρουαρίου 2012

Μια «σύνθετη και αντιφατική» χρεωκοπία



Το κείμενο αυτό το αφιερώνω σε όσους κάποτε ζήτησαν οικονομική ενίσχυση για τα «Γραφεία του ΚΚΕ» και για τον ΡΙΖΟΠΣΟΑΣΤΗ και για τον 902 ΑΡΙΣΤΕΡΑ ΣΤΑ ΕΦ ΕΜ και για την ΤΥΠΟΕΚΔΟΤΙΚΗ. Αφορμή στάθηκε η απόφαση για ένταξη της ΤΥΠΟΕΚΔΟΤΙΚΗΣ στο άρθρο 99 και η σχετική συζήτηση ξεκίνησε στην προηγούμενη ανάρτηση . Αρκετοί φίλοι έστειλαν ημεηλ με παρατηρήσεις και για αυτό επανέρχομαι.
 
Ο σκοπός αυτού του κειμένου δεν είναι η πολιτική καταδίκη του ΚΚΕ ούτε η συμμετοχή μου στον «νέο πόλεμο λάσπης σε βάρος της "Τυποεκδοτικής"» όπως γράφει σχετικά ο Ριζοσπάστης . Δεν με ενδιαφέρει αυτό και άλλωστε είμαι πολύ μικρός για να το επιδιώξω.
 
Εκείνο όμως που με ενδιαφέρει είναι με αφορμή την λυπηρή εξέλιξη αυτή, να εξαχθούν από όλους μας χρήσιμα συμπεράσματα σε ότι αφορά στην οικονομική λειτουργία των επιχειρήσεων και στο πως πρέπει να αντιμετωπίζονται τέτοιου είδους φαινόμενα από όλους μας
 

Η  συγκεκριμένη επιχείρηση, έτσι κι αλλιώς,  δεν είναι μια απλή επιχείρηση. Επειδή ο ιδιοκτήτης είναι το ΚΚΕ, ένα πολιτικό κόμμα που μοχθεί για την δημιουργία ενός άλλου μοντέλου οικονομικής και κοινωνικής οργάνωσης, είναι φυσικό όλοι μας να αξιολογούμε αναλόγως αυτών των προσδοκιών που το ίδιο το κόμμα έχει δημιουργήσει  στους πολίτες ψηφοφόρους, τον τρόπο που η επιχείρηση λειτουργούσε και λειτουργεί.
 
Ένα βασικό χαρακτηριστικό εκείνου που ευελπιστεί να παίξει έναν ζωογόνο ρόλο στο πολιτικό σκηνικό είναι η «αλήθεια» και η «συνέπεια». Οπότε, δεν είναι «επικοινωνιακά ορθό» και πολιτικώς αποδοτικό, σε περίπτωση που μια επιχείρηση αντιμετωπίζει προβλήματα και απειλείται με «κλείσιμο» εσύ να υποστηρίζεις –πολύ σωστά- ότι παρόλα αυτά οφείλει να προβεί  σε «. . .  πλήρη καταβολή δεδουλευμένων και ολόκληρης της αποζημίωσης, την ίδια ώρα που η κυβέρνηση έχει νομοθετήσει τη μείωση της αποζημίωσης στο 50%». Και έπειτα από λίγες μέρες  να ομολογείς ότι και η δική σου επιχείρηση « . . . καθυστερεί την καταβολή των δεδουλευμένων».
 
Σχεδόν σε κάθε επίσημο κείμενο-αναλυση του ΚΚΕ, υπήρχε ο χαρακτηρισμός για την κατάσταση πως είναι «σύνθετη, περίπλοκη και αντιφατική» αλλά αυτό δεν προφυλάσσει το κόμμα και τους οργανισμούς του από το να πέφτουν θύματα αυτών των αντιφάσεων.
 
Τα γράφω όλα τούτα ακριβώς για να πω ότι η πρακτική πλευρά της οικονομίας, η διοίκηση και η ανάπτυξη μιας επιχείρησης όσο μικρή κι αν είναι αυτή είναι μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα αλλά δύσκολη υπόθεση και δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί με μακροοικονομικές κοινωνιολογικές προσεγγίσεις.
 
Οι επιχειρήσεις γεννιούνται και πεθαίνουν όπως κάθε ζωντανός οργανισμός και αυτό είναι σχεδόν φυσικό φαινόμενο. Το ότι όμως οι άνθρωποι που έχουν σχέση με αυτές, ως εργαζόμενοι ή ως προμηθευτές ή ως πελάτες, πρέπει να προστατεύονται είναι υποχρέωση ενός σύγχρονου κράτους, όποια ταμπέλα κι αν του κολλάμε. Είναι δε, κυρίως υπόθεση των εργαζόμενων με τους αγώνες και τις διεκδικήσεις τους, να επιβάλλουν το καθεστώς αυτό προστασίας που σε περιόδους όπου υπάρχει φαινομενική ευμάρεια, όπως τα χρόνια πριν το 2007,  τείνουμε όλοι μας να ακούμε τις σειρήνες του «εκσυγχρονισμού» ότι όλα τούτα τα στοιχεία «κοινωνικού κράτους» είναι αναχρονισμοί και «σοσιαλιστοκοφανή» δεσμά στην ανάπτυξη της ιδιωτικής πρωτοβουλίας και της επιχειρηματικότητας.
 
Ο λόγος που ασχολούμαι με την περίπτωση της ΤΥΠΟΕΚΔΟΤΙΚΗΣ είναι διότι η δυσμενής εξέλιξη αυτή αποδεικνύει ότι άλλο πράγμα είναι η συνθηματολογία για το «κεφάλαιο» και άλλο πράγμα η διεύθυνση και η επιβίωση μιας επιχείρησης.
 
Δεν «κλείνουν» όλες οι επιχειρήσεις στον «καπιταλισμό». Κλείνουν εκείνες οι επιχειρήσεις που αδυνατούν να προσαρμοστούν στις αλλαγές που απαιτεί η κοινωνική και οικονομική εξέλιξη και κυρίως επιβάλλει ο ανταγωνισμός των επιχειρήσεων.
 
Αυτόν τον καιρό, για παράδειγμα, «κλείνει» η πολύ γνωστή και πολύ μεγάλη πολυεθνική επιχείρηση Κόντακ. Ποιος από εμάς δεν ξέρει τα φωτογραφικά φιλμ Κόντακ ή τις μηχανές μιας χρήσεως της ίδιας εταιρείας. Μιας επιχείρησης που είχε πάνω από 60.000 εργαζόμενους το 1981 και συντηρούσε περίπου 35.000 συνταξιούχους –τους συνταξιοδοτούσε!- και που έφτασε σήμερα να έχει 17.000 εργαζόμενους. 

Για τις συγκρίσεις, η ΔΕΗ έχει περίπου 4.500 εργαζόμενους και ο γνωστός μας εδώ στην περιοχή, όμιλος ΒΙΟΧΑΛΚΟ έχει περίπου 3.000 εργαζόμενους. 
 
Η ιστορία της Kodak ξεκινά το 1880 όταν ο ιδρυτής τη ο Τζώρτζ Ηστμαν ανακάλυψε την τεχνική της μαζικής παραγωγής φωτογραφικών πλακών, μια πραγματική καινοτομία εκείνη την περίοδο. Για πάνα από 100 χρόνια έκτοτε η Κόντακ κυριάρχησε στον χώρο των φωτογραφικών φιλμ κι έφτασε να έχει πωλήσεις 10 δισεκατομμύρια δολάρια το 1981. Εκείνη την περίοδο της ακμής, ένα ανώτατο στέλεχος της εταιρείας έλεγε πως «είναι μάλλον αδύνατο να βρεις κάτι νόμιμο πιο κερδοφόρο από την έγχρωμη φωτογραφία»!
 
Κι όμως η Κόντακ κλείνει και όχι ένεκα κάποιας κομπίνας ή κατάχρησης των ιδιοκτητών της. Από ότι φαίνεται ο βασικό λόγος είναι η αδυναμία της να αξιοποιήσει προς όφελός της τις τεχνικές γνώσεις που η ίδια είχε. Διότι και τούτη η μορφή της «δημιουργικής καταστροφής» είναι αιτία για να κλείνουν οι επιχειρήσεις.
 
Παρόλο που η Κόντακ ήταν πρωτοπόρα στην ανακάλυψη νέων τεχνολογιών, όπως για παράδειγμα η ψηφιακή φωτογραφική μηχανή που ανακάλυψε πρώτη από το 1975, δεν μπόρεσε να κατασκευάσει πρώτη ψηφιακές μηχανές και να δρέψει τους καρπούς του νέου κύματος καταναλωτικής ζήτησης. Αντί να αναπτύξει την ψηφιακή φωτογραφική μηχανή προσπαθούσε να «ψηφιοποιήσει» την χημεία των φιλμ.
 
Αντίστοιχη ήταν ή εικόνα των τέως σοσιαλιστικών οικονομιών: έστελναν τον άνθρωπο στο διάστημα πρώτες και ενώ είχαν όλη την σχετική τεχνογνωσία δεν μπορούσαν να κατασκευάσουν μπουφάν με συνθετικό μονωτικό υλικό και παπούτσια αθλητικά για τους καταναλωτές τους που έτρεχαν να τα πάρουν στη «μαύρη» αγορά μαζί με μπλουτζίν και καλτσόν.
 
Όταν η τεχνολογία αλλάζει τον κόσμο κάποιοι οργανισμοί, εταιρείες ή και οικονομίες ολόκληρες, «κοιμούνται» ή πάσχουν από «μυωπία» και αυτό είναι ιδιαίτερο δομικό χαρακτηριστικό τους. 

Παρόλο που μερικοί μέσα σ’ αυτές τις εταιρείες ή τις οικονομίες βλέπουν την εξέλιξη να έρχεται,  αδυνατούν να την αξιοποιήσουν. Δεν καταφέρνουν να πείσουν για τις «αλήθειες» και το όραμά τους οπότε μαζί με τους στενοκέφαλους ηγέτες και διευθυντές καταστρέφονται κι εκείνοι. Στην περίπτωση της Κόντακ, εκείνο που ενδιέφερε αποκλειστικά τα στελέχη των εμπορικών τμημάτων που από ότι φαίνεται είχαν το πάνω χέρι, ήταν βελτιώσεις στην μορφή των προϊόντων που είχαν τότε και που οι πωλήσεις τους έφεραν τα κέρδη στην εταιρεία. Καθετί διαφορετικό απλώς δεν μπορούσαν να το καταλάβουν, να το «δουν» και το απέρριπταν. 
 
Είναι δύσκολο να διαχειριστεί κανείς την καινοτομία. Καινοτομία είναι μια ιδέα, ένα προϊόν, μια εφαρμογή που ανταποκρίνεται με ριζικά διαφορετικό τρόπο σε μια συγκεκριμένη ανάγκη που μέχρι την εμφάνιση της οι καταναλωτές αντιμετώπιζαν κάπως.   Μερικές φορές οι επιχειρήσεις, τα κόμματα και οι κοινωνίες είναι «κολλημένες» στο τρόπο λειτουργίας τους που δεν μπορούν να δουν την ευκαιρία που τους παρουσιάζεται. Είναι η αρνητική δύναμη της συνήθειας και της ρουτίνας.
 
Οι οργανισμοί που καταφέρνουν να επιβιώνουν είναι εκείνοι που επιλέγουν να αλλάξουν. Ο ρόλος των ηγετών στην διαδικασία αυτή είναι κρίσιμος, διότι οι άνθρωποι τελικά είναι που κάνουν τις αλλαγές. Οι διευθύνοντες τις εταιρείες είναι που οφείλουν να εκτιμήσουν σωστά τις μεταβολές που ο επιχειρηματικός οικονομικός και κοινωνικός περίγυρος απαιτεί και να πράξουν ανάλογα. Και η λειτουργία αυτή των εταιρικών διοικήσεων ξεπερνά το οικονομικοκοινωνικό σύστημα στο οποίο δραστηριοποιούνται οι επιχειρήσεις τους. Είτε είναι στο σύστημα της «ελεύθερης οικονομίας» είτε σε εκείνο της «κεντρικά σχεδιασμένης οικονομίας» το αποτέλεσμα μιας κακής διοίκησης είναι το ίδιο: κλείσιμο της επιχείρησης και άνεργοι εργαζόμενοι.

Η ΤΥΠΟΕΚΔΟΤΙΚΗ, κατά τα λεγόμενα της   «αξιοποίησε τον αναπτυξιακό νόμο και προχώρησε το 2006-2007 σε επένδυση ύψους 4 εκατ. ευρώ για την οποία επιδοτήθηκε με ποσό 1 εκ. ευρώ.. Το υπόλοιπο μέρος της επένδυσης καλύφθηκε κυρίως με τραπεζικό δανεισμό. Αυτή η επιλογή έγινε για να εκσυγχρονίσει το μηχανολογικό εξοπλισμό της, σε συνθήκες όξυνσης της συγκεντροποίησης και του ανταγωνισμού στον κλάδο των εκτυπώσεων».

Και καλά έκανε, λέω εγώ, εφόσον οι κινήσεις της αυτές ήταν τμήμα ενός στρατηγικού επιχειρηματικού σχεδίου στο χώρο των εκτυπώσεων και της επικοινωνίας. Οπότε το ερώτημα είναι τι είδους επιχείρηση είναι (ή ήταν ή ήθελε να είναι) η ΤΥΠΟΕΚΔΟΤΙΚΗ; Εάν η ΤΥΠΟΚΔΟΤΙΚΗ ιδρύθηκε για να τυπώνεται ο ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ που στην καλύτερη στιγμή του έφτασε στα 20.000 φύλλα, τότε προς τι όλες αυτές οι επενδύσεις σε εξοπλισμό και πάγιες εγκαταστάσεις; Εάν η ΤΥΠΟΕΚΔΟΤΙΚΗ δημιουργήθηκε για να τυπώνει φτηνά βιβλία «για τον λαό» τότε η αποστολή αυτή δεν έγινε ποτέ γνωστή και οι εκδόσεις περιορίστηκαν στην «Σύγχρονη Εποχή».
 
Αλλά σε κάθε επιχειρηματική απόπειρα, πρέπει να εκτιμούνται και οι κίνδυνοι της αποτυχίας. Ο καλός επιχειρηματίας, και όχι ο τυχοδιώκτης,  δεν «ρισκάρει» εν κενώ. Διακινδυνεύει ένα ορισμένο κεφάλαιο αλλά –ο καλός επιχειρηματίας ξαναλέω- φροντίζει να έχει έτοιμη την εναλλακτική λύση για την συνέχεια εφόσον το συγκεκριμένο εγχείρημα αποτύχει. Φροντίζει να αλλάζει την επιχείρηση και να την αξιοποιεί πριν αναγκαστεί να την κλείσει. Οι δικοί μας Ελληναράδες επιχειρηματίες, όπως αποκαλύπτεται τα τελευταία χρόνια, επιχειρούσαν με «καβάτζα» και «μαξιλάρι» τις «διαπλεκόμενες πολιτικώς» πλάτες ενός κρατικού και ιδιωτικού πιστωτικού συστήματος που τώρα μένει στον αέρα και μεταφέρει όλο το κόστος αποτυχημένων επιλογών στους κατέθετες και τους συνταξιούχους. Ωραίος καπιταλισμός και «ελεύθερη οικονομία»!
 
Η ΤΥΠΟΕΚΔΟΤΙΚΗ δυστυχώς δεν αποτελεί εξαίρεση στην αποτυχία αλλά οι λόγοι της αποτυχίας δεν είναι οι καταχρήσεις των ιδιοκτητών της. Μετά την αποτυχία του οικονομικού μοντέλου της κεντρικά σχεδιαζόμενης οικονομίας του «υπαρκτου», η αποτυχία της συγκεντρωτικά καθοδηγούμενης κομματικής επιχείρησης που προσπάθησε να υλοποιήσει κυρίως «ιδεολογικούς» και όχι επιχειρηματικούς σκοπούς, δεν φαίνεται να δίνει αφορμή για βαθύτερη συζήτηση στο πιο ιστορικό κόμμα της Αριστεράς. Διότι, από ότι φαίνεται, στην επιχειρηματική δραστηριότητα κυριάρχησε η ιδεοληψία της κομματικής καθοδήγησης και όχι η «τεχνοκρατική» επιχειρηματική διοίκηση. Το να θέλεις να λειτουργείς μια επιχείρηση ως κομματική οργάνωση, έχει το τίμημά του που στο σύγχρονο κόσμο των ανατροπών σημαίνει ότι βγαίνεις άρον-άρον από την παραγωγική διαδικασία και αφήνεις μια πικρή γεύση στην σκέψη εκείνων που κάποτε μάζεψαν χρήματα για το κοινό σας όραμα.
 
Αλλά αυτό, με κάποιες μικρές παραλλαγές,  συνέβαινε στο σύνολο του κλάδου των εκδόσεων και των εφημερίδων. Οι ιδιοκτήτες-εργολάβοι δημοσίων έργων αντιμετώπιζαν τα ΜΜΕ όχι ως επιχειρήσεις που πρέπει να αναπτυχθούν αυτοτελώς, αλλά ως «ιδεολογικά» όπλα και «μοχλούς πίεσης» προς την εκάστοτε κυβέρνηση για να αναλαμβάνουν δημόσια έργα, από όπου και αντλούσαν τα κέρδη τους.
 
Κάθε επιχείρηση είναι πολύ σοβαρό πράγμα για να το αντιμετωπίζουμε όλοι μας, του επιχειρηματία συμπεριλαμβανομένου, σαν παιχνίδι ιδιωτικής πρωτοβουλίας. Είναι ένα επικίνδυνο «παιχνίδι» που αντί για πλούτο και ανάπτυξη είναι πιο πιθανό να δημιουργήσει έξαλλους «επιχειρηματίες» στα σκυλάδικα και απελπισμένους άνεργους έξω από κλειστά εργοστάσια.

1 σχόλιο:

  1. Στον μακρύ κατάλογο των πολιτικών συμπλεγμάτων συγκαταλέγεται και η συνεπαγωγή επικριτικός στο ΚΚΕ = φασίστας.

    Όπως η κατ' ευφημισμόν δημοκρατία που ζούμε, έτσι και το ΚΚΕ έχει ασυνέχεια Σκοπού και Τρόπου.

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Διάφορα