Για τον
Λένιν, πολιτική είναι η τέχνη κι η
επιστήμη για να παίρνεις την εξουσία.
Για τον Αριστοτέλη πάλι, πολιτική είναι
η επιστήμη του να διοικείς τη κοινωνία.
Για τον Ανδρέα Παπανδρέου, μέγα μάστορα
της πολιτικής χειραγώγησης, πολιτική
ήταν η τέχνη του να χειρίζεσαι τα σύμβολα
(όπως ο ΕΛΑΣ που από Ελληνικός Λαϊκός
Απελευθερωτικός Στρατός, έγινε Ελληνική
Αστυνομία, η Μελίνα, ο Μάρκος Βαφειάδης,
ο Σαρτζετάκης κι ο Καραμανλής) και τις
συγκυρίες (Τσοβόλα δώστα όλα).
Ο Λένιν
κι ο Αριστοτέλης έμειναν ως βιβλιογραφικές
παραπομπές ενώ ο Ανδρέας Παπανδρέου
δημιούργησε σχολή που κυριαρχεί στη
χώρα μας, σε όλους τους χώρους. Ακόμα κι
όσοι δηλώνουν ότι τον απεχθάνονται
διότι προξένησε πολλά κακά στον τόπο,
καθόλου δεν απορρίπτουν τις πρακτικές
του.
Κι ενώ
τον πρώτο καιρό της αλήστου μνήμης
“αλλαγής του 1981”, ο συνδικαλισμός
ανακηρύχτηκε σε πόλο της Δημοκρατίας,
στην πρώτη σύγκρουση αλλάξαν οι ορισμοί
και ανακαλύφθηκαν οι . . . “συντεχνίες”!
Επί των ημερών του ΑνδρεοΠΑΣΟΚ κυρίως,
κάθε συνδικαλιστική διεκδίκηση που
ήταν πέρα από κι ενάντια στις κυβερνητικές
ρυθμίσεις, βαφτιζόταν “συντεχνιακή”.
Για το ΠΑΣΟΚ που είχε μεταβληθεί εκείνο
τον καιρό σε μια μηχανή διαχείρισης και
διαμόρφωσης “συντεχνιών” και τακτοποίησης
ψηφοφόρων στον Δημόσιο Τομέα, η κυβέρνηση
είναι ο απόλυτος φορέας της “κοινωνικής”
ανάγκης και ο γνώστης του γενικού
κοινωνικού συμφέροντος. Οπότε οι
αντιδρώντες συνδικαλιστές, αντί να δουν
κι εκείνοι το “γενικό καλό” και να
υποτάξουν σε αυτό τη δική τους, κατά τα
άλλα δίκαιη, απαίτηση και προσωρινά να
αναβάλλουν τη διεκδίκηση που θα προκαλούσε
προβλήματα στους υπόλοιπους πολίτες,
τυφλωμένοι από το πολύ στενό “συντεχνιακό”
συμφέρον, απεργούσαν!
Συντεχνίες
ήταν οι επαγγελματικές ενώσεις που
κυρίως διαμορφώθηκαν στους λεγόμενους
μέσους χρόνους για να ελέγχουν και να
προστατεύουν τα συμφέροντα των μελών
τους. Στη Κύπρο ακόμα τα σωματεία και
μάλιστα τα δευτεροβάθμια όργανά τους
λέγονται Συντεχνίες. Ο όρος δηλαδή δεν
έχει κάτι το αρνητικό.
Η κληρονομιά
του ΠΑΣΟΚ όμως στη χώρα μας έχει τις
συντεχνίες με το αρνητικό πρόσημο και
σ΄ αυτό το πλαίσιο ο χαρακτηρισμός
“συντεχνιακή” για μια κινητοποίηση
εργαζομένων είναι υποτιμητικός, σχεδόν
προσβλητικός, διότι σημαίνει ότι οι
απεργοί, αν πρόκειται ας πούμε για
απεργία όπως αυτή που απειλούσαν οι
καθηγητές της ΟΛΜΕ προσφάτως, είναι
“ανάλγητοι” κι αδιάφοροι για τον “πόνο”
και το κακό που θα προκαλούσαν στους
άλλους που είναι στη μέση -εν προκειμένω
οι μαθητές και οι γονείς τους.
Προφανώς
και στη δήλωση αυτή υπάρχει μια τεράστια
υποκρισία που δεν κρύβεται με τίποτα.
Ο εκβιασμός προς το κοινωνικό σύνολο
φαίνεται ότι είναι αμφίπλευρος αλλά η
εξουσία (η κυβέρνηση δηλαδή) έχει τη
πρώτη ευθύνη. Διότι τα πράγματα έφτασαν
ως τη κρίση επειδή για μεγάλο χρονικό
διάστημα η εξουσία δεν έκανε τίποτα
άλλο από το να “τακτοποιεί” τις δικές
της προτεραιότητες με εντελώς
κομματικο-συνετχνιακή επιμέλεια.
Υπάρχει
λοιπόν μια δυναμική σχέσεων σε δύο
επίπεδα:
- Κυβέρνηση (πολιτικά κόμματα που τη στηρίζουν) – Κοινωνικό σύνολο – Συνδικαλισμός
- Αντιπολίτευση (πολιτικά κόμματα) – Κοινωνικό σύνολο – Συνδικαλισμός
Γύρω από
αυτούς, υπάρχουν και δρουν οι εφημερίδες,
τα τηλεοπτικά κανάλια και τα μπλογκ
καθώς και οι άλλες εξουσίες (δικαστική,
τοπική αυτοδιοίκηση, “πνευματικοί”
άνθρωποι, επιχειρηματίες, κλπ.).
Και στις
δύο περιπτώσεις το “κοινωνικό σύνολο”
είναι στη μέση όπως γίνεται με τους
“φιλήσυχους” πολίτες την περίοδο των
εμφύλιων πολέμων.
Το θέμα
όμως δεν είναι η κυβέρνηση. Ειδικά στα
χρόνια της εφαρμογής των “Μνημονίων”
οι κυβερνήσεις είναι σε “διατεταγμένη”
υπηρεσία οπότε η αντίδρασή τους είναι
σχεδόν δεδομένη: λεφτά δεν υπάρχουν και
τα “κεκτημένα”, που κοστίζουν, κόβονται”.
Μια τόσο απλή, σχεδόν απλοϊκή “στρατηγική”
είναι εξαιρετικά δύσκολο να αντιμετωπιστεί,
ειδικά όταν με τις απανωτές καρπαζιές
στο οικονομικό πεδίο, οι πολίτες έχουν
αρχίσει να “μαζεύονται” και το αίσθημα
ενοχής ένεκα του “μαζί τα φάγαμε” δεν
είναι αμελητέο όσο κι αν δεν ομολογείται
πάντα.
Το θέμα
είναι πως γνωρίζοντας όλα αυτά, η ηγεσία
ενός επαγγελματικού κλάδου θα αποφασίσει
τη βέλτιστη για κάθε συγκυρία επιλογή.
Ε, οι συνδικαλιστές τόσο του ιδιωτικού
(σας θυμίζω τη περίπτωση της Χαλυβουργίας
Ελλάδος στον Ασπρόπυργο για την οποία
έγραψα αρκετές φορές) όσο και του δημόσιου
κι ευρύτερου δημόσιου τομέα, δεν λαμβάνουν
καθόλου υπόψη τους το λεγόμενο “κοινό
αίσθημα”. Δεν είναι δυνατό η μόνιμη
επιλογή να είναι η . . . απεργία! Αυτή η
έλλειψη φαντασίας και η απουσία κάθε
κλιμάκωσης τρομάζει. Φανερώνει μια
αδιαφορία κι μια έλλειψη στρατηγικής
που ξεπερνάει τη προσωπική ικανότητα
των συγκεκριμένων συνδικαλιστών.
Οι
συνδικαλιστικοί αγώνες δεν είναι
εύκολοι. Οι συνδικαλιστές ηγέτες κυρίως,
καλούνται να ισορροπήσουν ανάμεσα στο
ιδιαίτερο κομματικό τους συμφέρον
-ενίοτε και το προσωπικό τους- με τις
γενικές διαθέσεις της κοινωνίας. Ειδικά
στους εργαζόμενους στις επιχειρήσεις
και της υπηρεσίες του Δημόσιους Τομέα,
η διαμόρφωση κοινωνικών συμμαχιών, έχει
σχεδόν στρατηγική σημασία για την
επιτυχία ενός αγώνα. Μια “κοινωνική
συμμαχία” εδραιώνεται στην καλή
αμφίπλευρη ενημέρωση κι επικοινωνία
με τους πολίτες – πελάτες της συγκεκριμένης
υπηρεσίας.
Φαίνεται
όμως ότι για τους συνδικαλιστές, η
επίδειξη αδιάλλακτου αγωνιστικού
πνεύματος με σχεδόν αυτιστική επιμονή,
είναι η μοναδική επιδίωξη. Μπορεί αυτό
να τους βοηθάει στην αύξηση της αξίας
τους στο εσωκομματικό πεδίο αλλά η
συνεισφορά τους στο κοινό, κλαδικό ή
σωματειακό καλό είναι περιορισμένη.
Με τις
απεργίες ποτέ δεν άλλαξε το πολιτικό
σύστημα. Οι συνδικαλιστικοί αγώνες των
πολιτών, εκτός από την έκφραση δυσαρέσκειας
και την επιδίωξη για άμεση βελτίωση της
οικονομικής κυρίως θέσης τους, βοηθάνε
στην διαμόρφωση αντιλήψεων για πιο
βαθιές αλλαγές στη ζωή μας. Όταν οι
πολίτες πειστούν για αυτό, τότε μπορεί
να συνταχτούν με εκείνες τις πολιτικές
δυνάμεις που θέλουν να αλλάξει το
πολιτικό σύστημα.
.
Μπορεί
μια απεργία να γίνει το έναυσμα για μια
εξέγερση όταν συμβούν κι άλλα πράγματα
ταυτοχρόνως αλλά αυτό είναι άλλο θέμα.
Το πιο σημαντικό είναι να υπάρχει στα
μυαλά των πολιτών (της πλειοψηφίας τους
τουλάχιστον) διαμορφωμένο ένα όραμα
και μια πεποίθηση για την “αλλαγή”.
Από ότι
φαίνεται σήμερα, σε όλους τους χώρους
οι πολίτες είναι μουδιασμένοι και για
αυτό ο “κανένας” κυριαρχεί στις
δημοσκοπήσεις για το ποιος είναι ο
κατάλληλος να κυβερνήσει. Οι πολίτες
δεν έχουν αποδεχτεί κανένα πολιτικό
κόμμα ως κυρίαρχο του πολιτικού παιγνίου
για την κυβερνητική εξουσία. Κι αυτό
δεν συμβαίνει διότι οι πολίτες είναι
“πολιτικώς ανώριμοι” αλλά διότι,
αντίθετα, οι πολίτες έχουν κυριολεκτικά
“καεί” από τις προτάσεις και τις ιδέες
με τις οποίες έχουν βομβαρδιστεί τα
τελευταία χρόνια από τους ίδιους διαρκώς
κομματικούς φορείς και πολιτικούς.
Οπότε
αντί για κινήσεις τσαμπουκά κι επιδείξεις
“αγωνιστικού φρονήματος” που οι
αριστεροί πολιτικοί μας ηγέτες τη
βλέπουν ως “μίζα” που θα θέσει σε κίνηση
τις “ανώριμες” πολιτικές συνειδήσεις
των πολιτών-ψηφοφόρων, ίσως θα έπρεπε
όλοι μας και κυρίως οι εργαζόμενοι των
κλάδων (όπως οι καθηγητές) να δουν τους
αγώνες πιο σοβαρά. Διότι κάθε αποτυχημένη
προσπάθεια, κάθε αγώνας που μένει μισός
ή δεν ξεκινάει καν, αφήνει μια γεύση
ήττας σε όλους μας. Κι όταν οι πολίτες
συνηθίζουν στην ιδέα της ήττας και της
υποταγής, δεν τολμούν να παλέψουν και
για άλλες πιο βαθιές αλλαγές στο πολιτικό
σύστημα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου