και
όχι η άλλη, η Ναόμι Κλάιν που έγραψε το
“Δόγμα του Σοκ”.
Ο
βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ και νομομαθής,
ακαδημαϊκός, εργατολόγος,
Αλέξης
Μητρόπουλος
παρουσίασε
πρόσφατα το βιβλίο του με
τίτλο
«Αριστερά
και
Ευρώπη
- Η Κύπρος
αλλάζει
την
ατζέντα».
Εκεί
μίλησε ο πρόεδρος της Κ.Ο. του ΣΥΡΙΖΑ -
ΕΚΜ, Αλέξης Τσίπρας. Το
πλήρες κείμενο της ομιλίας του είναι
εδώ
από όπου και τα αποσπάσματα με την
ορθογραφία τους, τα οποία θα σχολιάσω
(με άλλη γραμματοσειρά).
Φίλες
και φίλοι,
Θέλω
να συγχαρώ τον Αλέξη Μητρόπουλο για την
ακάματη προσπάθειά του να επικοινωνεί
τις απόψεις του με τρόπο συγκροτημένο.
Η χρήση
του ρήματος “επικοινωνώ” αντί του
“ανακοινώνω”, “διατυπώνω”, “ενημερώνω”,
“εκφράζω”, “παρουσιάζω”, είναι μια
άμεση εισαγωγή από την αμερικάνικη
γλώσσα των διαφημιστών. Προφανώς και
ο λογογράφος του Τσίπρα είναι από τον
ίδιο χώρο (διότι δε φαντάζομαι να νομίζετε
και να πιστεύετε ότι ο ίδιος ο Τσίπρας
γράφει αυτά που λέει;). Το ρήμα “επικοινωνώ”
στη συγκεκριμένη χρήση του έχει μια
επιθετικότητα σε σχέση με τα άλλα ρήματα
που προανέφερα και τα οποία διατηρούν
την ανεξαρτησία τους από τον αποδέκτη.
Με το “να τους επικοινωνήσουμε τη
πολιτική μας άποψη” ουσιαστικά δηλώνεται
το να τους “επιβάλλουμε” τη δική μας
άποψη στον εγκέφαλό τους. Ακριβώς όπως
ο καλός διαφημιστής επιβάλλει πρότυπα
κατανάλωσης και αντίστοιχης συμπεριφοράς
στους καταναλωτές.
Η
σημερινή εκδήλωση θα μπορούσε υπό άλλες
συνθήκες να είναι και μια ανοιχτή
προσυνεδριακή διαδικασία του ΣΥΡΙΖΑ,
του ΣΥΡΙΖΑ που στη πορεία προς το πρώτο
του Συνέδριο δε φοβάται το διάλογο, δε
φοβάται την ανταλλαγή απόψεων, αυτός
είναι ο πλούτος μας, πόσο μάλλον όταν
έχουμε συνειδητά αποφασίσει ότι προχωράμε
στη δημοκρατική μας εμβάθυνση, ότι
μετεξελισσόμαστε σε μια μεγάλη, ενιαία
αλλά και δημοκρατική παράταξη της
αριστεράς.
Όταν
διακηρύσσεις για κάτι ότι “δεν το
φοβάσαι” στην πραγματικότητα συμβαίνει
ακριβώς το αντίθετο και απλώς εξορκίζεις
το “κακό”. Κάθε πολιτικό κόμμα με
ιεραρχία και με βλέψεις εξουσίας, φοβάται
κυρίως τις διαλυτικές καταστάσεις που
δημιουργεί ο διάλογος εάν δεν είναι
συντεταγμένος και δεν υπάρχει σαφές
περίγραμμα σε μια συζήτηση. Ο ΣΥΡΙΖΑ
διευκολύνεται σήμερα να είναι
“πολυσυλλεκτικός” κι αυτό απαιτεί
συμφωνία επί “επικοινωνιακών” απόψεων
κι όχι πολιτικών θέσεων. Οι πολιτικές
θέσεις, ενόψει κυβερνητικής αλλαγής,
οφείλουν να είναι συγκεκριμένες και
δεσμευτικές κι αυτό δεν είναι αυτό που
θέλει ο ΣΥΡΙΖΑ τώρα. Έπειτα, τι ακριβώς
είναι η “εμβάθυνση”; Η δημοκρατία δεν
έχει ανάγκη από προσδιορισμούς ή
κατευθύνσεις. Κάθε προσδιορισμός
(“Λαϊκη”, “Σοσιαλιστική”, “βαθιά”,
“ανοικτή”) τη σακατεύει. Η δημοκρατία
ως τρόπος ζωής αλλά και άσκησης πολιτικής
πράξης, χαρακτηρίζεται από τον σεβασμό
στην άποψη του άλλου και στη παρουσίαση
λογικών επιχειρημάτων κι αντεπιχειρημάτων
στην άποψη του άλλου. Ε, αυτό λείπει
στους σημερινούς κομματικούς μηχανισμούς.
Στο συγκεκριμένο, η λεγόμενη “εκβάθυνση”
είναι μάλλον ομολογία θαψίματος της
δημοκρατίας στο όνομα της
“αποτελεσματικότητας”. Δηλαδή η
δυσκολία για την ηγετική ομάδα του
ΣΥΡΙΖΑ έγκειται στο πως μπορούν να
χωρέσουν όλες οι ματαιοδοξίες των
προσώπων των “συνιστωσών” σε ένα
πράγματι δημοκρατικό περιβάλλον που
κάθε ηγεσία αμφισβητείται διαρκώς κι
εμπράκτως. Δεν χωράνε! Κατά τα άλλα, πάλι
“εξουσίες” δημιουργούνται και “λαϊκοί
ηγέτες” διαμορφώνονται από το μίντια,
όπως ο Τσίπρας κι αυτό καμία σχέση με
μια δημοκρατία σε ένα κίνημα που θέλει
να αλλάξει την . . . “ατζέντα” πραγματικά.
Οι
περσινές εκλογικές αναμετρήσεις
ανέδειξαν ένα πρωτοφανές ρεύμα υποστήριξης
της Αριστεράς και γενικότερα του ΣΥΡΙΖΑ-
ΕΚΜ.
Στο
κείμενο οι όροι “Αριστερά” και “αριστερά”
χρησιμοποιούνται με την ίδια έννοια,
ως περιγραφή πολιτικού χώρου. Όμως η
“αριστερά” με μικρό το άλφα, είναι
χωρικός προσδιορισμός και με αυτή την
έννοια -λέω εγώ τώρα- είναι πράγματι
πολιτικός προσδιορισμός όσων είναι στα
αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ ας πούμε. Τέλος
πάντων. Μια κι ο λόγος για την “Αριστερά”
καλό είναι να αντιληφθούμε όλοι μας ότι
η “Αριστερά” στη χώρα μας μια εποχή
ήταν ΕΑΜογενής ενώ σήμερα είναι κυρίως
ΠΑΣΟΚόπληκτη και
κομμουνιστικογενής.
Εξηγούμαι:
Το 1981, με την άνοδο
του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία, η πάλαι ποτέ
κατατρεγμένη Αριστερά των “συνοδοιπόρων”,
με τις ρίζες στο ΕΑΜ και την προχουντική
ΕΔΑ, βρήκε κυρίως καταφύγιο στο κόμμα
/ κίνημα του ΠΑΣΟΚ. Οι ψηφοφόροι δεν
επέλεξαν την “πραγματική αλλαγή” του
ΚΚΕ και δεν του έδωσαν 17%, αλλά τον
“αλλαγή” του Ανδρέα και τον έκαναν
κυβέρνηση. Οι αριστεροί ή μάλλον η “μη
δεξιοί” πολίτες, που είχαν βιώσει το
“Καραμανλικό κράτος και παρακράτος”
εκεί επέλεξαν να στεγαστούν και να
χαρούν κάποια από τα “καλά” της εξουσίας.
Το κεφάλαιο “οράματα
και πόθοι της Αριστεράς” καταναλώθηκε
μαζί με συνειδήσεις, στα χρόνις της
“Αλλαγής” και πάει. Είναι καιρός να
καταλάβουμε ότι η πραγματικότητα είναι
πιο δυνατή από τις επιθυμίες μας, ότι
κάθε “ιστορικό κεφάλαιο” έχει ημερομηνία
λήξης κι ότι κανείς δεν είναι ιδιοκτήτης
εσαεί της ιστορικής μνήμης.
Το άλλο κομμάτι της
Αριστεράς λοιπόν, έμεινε κυρίως στο ΚΚΕ
και σε έναν γαλαξία κομματικοειδών
σχηματισμών πέριξ αυτού. Στον χώρο αυτό
υπάρχει μια εσωστρεφής κινητικότητα
με κατά καιρούς διασπάσεις - αποχωρήσεις
- επανενώσεις και πάει λέγοντας. Προφανώς
κάθε έννοια “συζήτησης” είναι αδύνατη
στους χώρους αυτούς διότι ο καθένας
έχει τη δική του “καθαρή και σωστή”
άποψη την οποία δέχεται να συζητήσει
εφόσον οι άλλοι συμφωνούν μαζί του!
Τέλος.
Κι
αυτό το αντιλαμβάνεται ο Τσίπρας που
λίγο πιο κάτω λέει πως “Η
μετεξέλιξη της Αριστεράς από μια δύναμη
πολιτικής διαμαρτυρίας και αντίστασης
σε έναν φορέα εναλλακτικής πρότασης
εξουσίας δεν είναι προφανώς εύκολη
υπόθεση”.
Και
γιατί παρακαλώ; Διότι δεν το επιτρέπουν
οι πολύ μικροί (σε σχέση με τον ιστορικό
χρόνο) προσωπικοί λογαριασμοί κι
υπολογισμοί των υπαρχόντων στελεχών.
Διότι η οικονομική και κοινωνική συγκυρία
απαιτεί από όλους αυτούς ιδιότητες και
προσωπική συγκρότηση που δεν έχουν για
να συμβάλλουν στην “υπέρβαση” που όλοι
χρειαζόμαστε και που ξεκινάει ως
“υπέρβαση εαυτού” που θα έλεγε και ο
Ράμφος.
Έτσι, κοινό σημείο
και για τους δύο χώρους της “Αριστεράς”
είναι ο αγώνας για τη διατήρηση των
“κεκτημένων” και για αυτό το
“αντι-Μνημονιακό” μέτωπο, γενικώς και
αορίστως, είναι το σημείο κάποιας
πολιτικής συνεύρεσης.
Οπότε
είναι πρακτικά αδύνατο να γίνει αυτό
που λέει ο Τσίπρας ότι θέλει “όχι
μόνο να χτίζουμε τα επιχειρήματά μας
στο «όχι», στην καταγγελία του υπάρχοντος
που, είναι κοινή η διαπίστωση πια ότι
είναι καταστροφικό, βάρβαρο, αδιέξοδο,
αλλά να χτίζουμε τα επιχειρήματά μας
και στην κατάθεση, δηλαδή να προσπαθούμε
να εξηγούμε ποιο είναι αυτό το εναλλακτικό
πολιτικό σχέδιο με το οποίο θα
αντιμετωπίσουμε τη σημερινή βάρβαρη
συγκυρία και πάνω σε ποιες ράγες θα
οικοδομήσουμε αυτή την εναλλακτική
πρόταση. Ένα σχέδιο που πρέπει να είναι
πειστικό, ρεαλιστικό και ταυτόχρονα
ανατρεπτικό.
Κι
εδώ γελά κάθε πικραμένος διότι τέτοιο
σχέδιο δεν μπορεί να υπάρξει από αυτό
το συνονθύλευμα πολιτικών απόψεων. Τι
κοινό έχουν ο Λαφαζάνης και ο Δραγασάκης
ως προς την οικονομική πολιτική; Τίποτα,
αν εξαιρέσεις το “αντιπολιτευτικό”
αντι-μονοπωλιακό μένος. Τι κοινό έχει
ο Μαίλλης του ΚΚΕ με τον Σταθάκη; Άβυσσος
τους χωρίζει.
Παρόλα
αυτά, ο Τσίπρας επιμένει πως “Τα
γεγονότα δεν μας περιμένουν, και η
συγκυρία απαιτεί από εμάς όσο το δυνατόν
πιο διαυγείς και σαφείς απαντήσεις”
οπότε όλα
τα πολιτικά ζητήματα που θα έπρεπε να
έχουν ήδη λυθεί, από τις προηγούμενες
εκλογές, παραμένουν ανοικτά και μάλλον
έτσι θα μείνουν.
Διότι
σε ποια κοινή πολιτική και ιδεολογική
βάση θα αντιμετωπιστούν
“όλα
τα μεγάλα θέματα στα οποία οφείλει να
τοποθετηθεί η Αριστερά: την πολιτική
διαχείριση της απεμπλοκής από το Μνημόνιο
– που είναι το βασικό πολιτικό μας
πρόταγμα. Το ζήτημα των συμμαχιών. Το
ζήτημα των εξελίξεων στην Ευρώπη και
τη δική μας στρατηγικής απέναντι σε
αυτές. . . . τις αναγκαίες θεσμικές και
συνταγματικές αλλαγές, την ανασυγκρότηση
του συνδικαλιστικού κινήματος, την θέση
μας για το μεταναστευτικό, την αυτοδιοίκηση,
τις ιδιωτικοποιήσεις, την παραγωγική
ανασυγκρότηση, τον εκσυγχρονισμό του
δημόσιου τομέα”.
Και
να σκεφτεί κανείς ότι στις προηγούμενες
εκλογές ο ΣΥΡΙΖΑ έλεγε ότι είμαστε
έτοιμοι να κυβερνήσουμε! Ότι είχε
“έτοιμες κι ολοκληρωμένες” απόψεις
για όλα αυτά!
Χωρίς
καμία αίσθηση αυτοκριτικής, η άποψη του
Τσίπρα ότι θα ανοίξει “συζήτηση,
όχι μόνο εν όψει του ιδρυτικού Συνεδρίου,
αλλά και ενόψει της προσπάθειάς μας να
καταρτίσουμε ένα ολοκληρωμένο σχέδιο,
ένα εναλλακτικό πρόγραμμα απέναντι στο
πρόγραμμα του μνημονίου, που έχει
οδηγήσει την ελληνική κοινωνία σε
πρωτοφανές αδιέξοδο” δεν
είναι πειστική. Το ήθος αυτό της συζήτησης
είναι εντελώς άγνωστο στην ελληνική
κοινωνία και πολύ περισσότερο στον
λεγόμενο πολιτικό πολιτισμό μας όπου
όλοι είναι έτοιμοι να χρησιμοποιήσουν
χαρακτηρισμούς “πουλημένος” και
“προδότης” για όποιον έχει διαφορετική
άποψη.
Ίδιον
τον μεγάλων ηγετών είναι οι νουθεσίες
όπως αυτές που δίνει ο Τσίπρας “Για
να είναι σε θέση να το κάνει, πρέπει να
δώσει ουσιαστικές και περιεκτικές
απαντήσεις για το πολιτικό της σχέδιο
και για την αναπτυξιακή της πρόταση.
Για να το κάνει αυτό οφείλει πρώτα
από όλα να συζητά και να συνθέτει.
Χρειάζεται, όμως, να ενισχύσουμε την
ικανότητα μας να κουβεντιάζουμε χωρίς
προκαταλήψεις. Χωρίς
να απολυτοποιούμε την αντίθετη άποψη,
χωρίς να αναζητάμε κάποια ιστορική
δικαίωση σε κάθε μας επιχείρημα, χωρίς
να θεωρούμε απαραίτητο κάθε συζήτηση
να ξεκινά και να καταλήγει στην αναπαραγωγή
περιχαρακώσεων.”
Η
διαφορά των μεγάλων ηγετών από αυτούς
που προσπαθούν να τους αντιγράψουν αλλά
δεν έχουν το αντίστοιχο δυναμικό είναι
ότι οι ίδιοι επιβάλλουν αυτές τις απόψεις
στον πολιτικό τους χώρο ενώ ο Τσίπρας
και οι συν αυτώ, αντί να λένε κοινοτοπίες
που τις γράφει ακόμα κι ένας Έρμος, να
κάνουν πράξη όλα αυτά και να αναβαθμίσουν
την “επικοινωνιακή” τους εμφάνιση
και να πάψουν να μιλάνε για “Κινέζο
Πρωθυπουργό” κι άλλα τέτοια που θυμίζουν
εποχές Αυριανισμού.
Η
Αριστερά εμφανίζεται στο προσκήνιο με
την εντολή ενός μεγάλου μέρους της
κοινωνίας, και την ελπίδα ενός ακόμα
μεγαλύτερου, ότι θα καταφέρει να
αναμετρηθεί με τους υπάρχοντες
συσχετισμούς δύναμης.
Να
μια ομολογία με πρακτικό πολιτικό
περιεχόμενο: Ο ΣΥΡΙΖΑ (διότι αυτός
αυτοβαφτίζεται “Αριστερά”) είναι στην
πραγματικότητα ο νέος διαχειριστής των
ελπίδων των ψηφοφόρων που κάποτε πρέπει
να γίνουν πολίτες. Καταρχήν κανείς δεν
αναμετράται με . . . “συσχετισμούς
δύναμης”. Αλλά εάν με τον νεολογισμό
αυτό εννοείται το δίκτυο των εξουσιών
το οποίο αντιτίθεται στα συμφέροντα
του “λαού” τέλος πάντων, τα μέλη αυτού
του δικτύου κάποτε πρέπει να αποκτήσουν
ονοματεπώνυμο και χαρακτηριστικά. Αυτή
η γενική αναφορά “το κεφάλαιο”, “οι
αντιδραστικοί κύκλοι”, “τα μονοπώλια”,
“οι συσχετισμοί δύναμης” πρέπει να
πάψει και να γίνει συγκεκριμένη ανάλυση
συγκεκριμένης κατάστασης.
Στη
συνέχεια αφού ο Τσίπρας αναφερθεί στα
θέματα της γενικής εθνικής στρατηγικής
με αφορμή το θέμα της Κύπρου και για τα
οποία θα μιλήσουμε άλλη φορά, καταλήγει
σε μια ρήση μεγάλου ανδρός για την
ιστορική του αποστολή, μιλώντας στον
εαυτό του:
Αν
θέλεις βέβαια να είσαι σοβαρός, απόλυτα
έτοιμος δεν είσαι ποτέ για το ραντεβού
με την ιστορία. Οι προκλήσεις έρχονται
πρώτες, και το ζήτημα είναι αν θα τολμήσεις
κι αν θα μπορέσεις να ανταποκριθείς. Το
ζήτημα λοιπόν δεν είναι άλλο από το αν
είσαι αποφασισμένος να ανταποκριθείς
στις ιστορικές προκλήσεις ή αν κάθε
φορά ψάχνεις να βρεις θεωρητικές
δικαιολογίες για να τις αποφύγεις. Και
δεν ξέρω αν η αριστερά ήταν έτοιμη να
ερμηνεύσει ή να αντιτάξει ένα εναλλακτικό
σχέδιο, αλλά ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν και συνεχίζει
να είναι αποφασισμένος να αναλάβει τις
προκλήσεις και τις ευθύνες που αναλογούν.
Εδώ
η Αριστερά γίνεται “αριστερά” και
ξεχωρίζει από τον ΣΥΡΙΖΑ. Γίνεται πιο
μικρή και χωρίς τη δυναμική που θα ήθελε
ο Τσίπρας.
Το
θέμα είναι ότι οι “ιστορικές προκλήσεις”
είναι βουτηγμένες στην καθημερινότητα.
Εκ των υστέρων φαίνεται το μέγεθος τους
κι αντιστοίχως το μικρό μέγεθος των
ανθρώπων που τις διαχειρίστηκαν. Τα
τελευταία χρόνια, οι “προκλήσεις” που
είχε η χώρα αλλά και οι πολίτες ήταν
σαφώς μεγάλες σύμφωνα με τον ιστορικό
χρόνο αλλά η αντίδραση όλων μας, πολιτών
κι ηγεσιών, ήταν μικρόνοη και για αυτό
ελλιπής. Πριν γίνουν κρατικά τα
“ελλείμματα” είχαν υπάρξει στον
πολιτικό λόγο και στις αντιλήψεις όλων
μας. Μπορεί να μην “τα φάγαμε μαζί”
αλλά όλοι μαζί σκεφτήκαμε να τα φάμε
χωρίς να είμαστε έτοιμοι να τα πληρώσουμε.
Η αντίληψη αυτή, παρ΄ όλη τη κρίση, δεν
φαίνεται να έχει αλλάξει,
Δεν
γίναμε σοφότεροι απλώς ψάχνουμε τον
φορέα για να μας φέρει και πάλι ό,τι
μένει για να φάμε, μοιρολάτρες κι άβουλοι.
εκτός από τον Τσίπρα, ίσως και το άρθρο του Αλ. Παπαδόπουλου σήμερα http://www.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_kathremote_1_24/05/2013_500655
ΑπάντησηΔιαγραφήθα έπρεπε να σχολιάσεις Έρμε.
"Μπορεί να μην “τα φάγαμε μαζί” αλλά όλοι μαζί σκεφτήκαμε να τα φάμε χωρίς να είμαστε έτοιμοι να τα πληρώσουμε. Η αντίληψη αυτή, παρ΄ όλη τη κρίση, δεν φαίνεται να έχει αλλάξει"
ΑπάντησηΔιαγραφήΑυτό που γράφεις, φίλε, με προσβάλει προσωπικά, αφού 50 χρόνια τώρα όχι μόνο δεν σκέφτηκα να τα φάω μαζί με όλους τους άλλους αλλά και αγωνίστηκα μαζί με όλους τους άλλους συντρόφους μου να μην συμβεί κάτι τέτοιο.
Γράφεις καλά αλλά οι αυθαίρετες γενικεύσεις που ορισμένες φορές κάνεις είναι τελείως άστοχες.
Τέλος πάντων, θα μπορούσα να πω αλλά δεν το λέω οτι άλλο πράγμα ίσως είναι η εμβάθυνση και άλλο η εκβάνθυση στην οποία εσύ κάνεις κριτική.
Χαίρε φίλε Ανώνυμε 5:53.
ΑπάντησηΔιαγραφήΣε ευχαριστώ και για το ότι διάβασες το πόνημα μου και για το “γράφεις καλά”.
Λοιπόν έχεις δίκιο με τη γενίκευση. Ίσως έπρεπε να το διατυπώσω “. . . οι πιο πολλοί από εμάς . . ” ή “η συντριπτική πλειοψηφία μας” ή κάπως έτσι. Αλλά το ανάποδο λάθος (ως προς τη γενίκευση δηλαδή) κάνεις κι εσύ να δεις τον εαυτό σου στους “διεφθαρμένους και παρατημένους” Έλληνες πολίτες. Έτσι; Εκείνο πάντως που ήθελα να τονίσω είναι ότι η σχέση μας με το δημόσιο χρήμα και χώρο είναι μια σχέση καταστροφική: ευχαρίστως το κλέβουμε και το καταπατούμε κυριολεκτικά (εντάξει, όχι εσύ κι οι σύντροφοι σου είπαμε), κι ας κρατάμε ελληνική σημαία και “σκιζόμαστε” για τη πατρίδα ρε γαμώτο . . .
Επί της ουσίας, θα ενδιέφερε να μας πεις τι ακριβώς έκανες εσύ κι οι σύντροφοί σου (;) αυτά τα πενήντα χρόνια, από το 1960 περίπου αν υπολογίζω καλά, για να μην “τα φάμε όλοι μαζί χωρίς να πληρώσουμε”. Διότι περί αυτού γίνεται λόγος κι όχι γενικώς (άντε πάλι η γενίκευση) περί των αγωνιστικών κινητοποιήσεων. Το λέω αυτό με πάσα ειλικρίνεια κι ενδιαφέρον διότι αν πράγματι κάνατε έναν τέτοιο αγώνα έχει σημασία ακόμα κι αν οι Έλληνες δεν επιδοκίμασαν προφανώς τη προσπάθεια σας, αυτή να καταγραφεί για τη συλλογική μας πείρα. Ευχαρίστως θα φιλοξενήσω κείμενο σου πάνω στο θέμα αυτό.
Στο χωριό μας και στη Βοιωτία, εκτός από “γενικές” κινητοποιήσεις και διεκδικήσεις, προσωπικά αγνοώ κάθε συγκεκριμένη καταγγελία για την μαζική επίθεση εξατομικευμένης διαφθοράς που ξαπόλησε το ΠΑΣΟΚ στα χρόνια της μεγαλοσύνης του. Για τα κόμματα της Αριστεράς το θέμα της ατομικής ευθύνης (ενός πολίτη που υποκύπτει στους πειρασμούς της εξουσίας) είναι δευτερεύον σε σχέση με την ευθύνη του . . . συστήματος. Δηλαδή, πιο συγκεκριμένα, εξ όσων γνωρίζω, τα κόμματα της Αριστεράς, δεν συμφώνησαν να απολυθούν οι ντόπιοι μας “Ακριβικοί” προσληφθέντες στην Ολυμπιακή Αεροπορία διότι . . . άλλο ήταν το πρόβλημα! Ε, είναι κι αυτός σοβαρός λόγος για το πως φτάσαμε ως εδώ. Το ίδιο ισχύει για τις αγροτικές “επιδοτήσεις”. Θεωρούνταν “χαφιεδισμός” να καταγγελθεί το όργιο αυτό -που το είδαμε και στο χωριό μας- με ονοματεπώνυμα, διότι . . . “το σύστημα” είναι σάπιο κι αυτό πρέπει να αλλάξει! Και πάει λέγοντας.
Όταν λέω ότι πρέπει κάποτε να γίνουμε πολίτες, εννοώ ότι πρέπει να δούμε και την ατομική προσωπική διάσταση της ευθύνης μας στον εαυτό μας και στον γείτονα. Αυτό το είχαν κατακτήσει οι αρχαίοι ημών Αθηναίοι, έστω και οι ελεύθεροι πολίτες.
Όσο για το ευφυολόγημα της τελευταίας σου πρότασης μου θυμίζεις αυτόν που πολύ έξυπνα λέει στον άλλον “ήθελα να σε πω μαλάκα και θα σε έλεγα αλλά τελικά δεν σε λέω” κι έτσι νομίζει ότι . . καθάρισε. Νομίζω πάντως ότι το συμπέρασμα από τη φράση σου αυτή είναι ακόμα πιο σκληρό για τον ΣΥΡΙΖΑ διότι οι άνθρωποι αυτοί σκάβοντας (εκβάθυνση) τον λάκκο των άλλων με “λαϊκίστικο” τρόπο, πράγματι κινδυνεύουν να πέσουν οι ίδιοι μέσα οπότε καλά κάνω και του κάνω κριτική.