Με το κρεμμύδι πάντα είχα την απορία που σταματάει το καθάρισμα του. Σε ποια φλούδα ακριβώς. Χρόνια καλλιεργητής κρεμμυδιού αλλά κακός μάγειρας ποτέ δεν το έμαθα. Θαυμάζω τη γυναίκα μου που ξέρει πότε να σταματήσει το ξεφλούδισμα και αποφασιστικά ρίχνει το κρεμμυδάκι στην λεκάνη με το νερό και πάντα βγαίνει τέλειο το στιφάδο.
Νομίζω ότι και η αναζήτηση της αλήθειας και μάλιστα από ερασιτέχνες ιστορικούς μοιάζει με ένα τέτοιο ξεφλούδισμα της προσωπικής μνήμης του καθενός: αφαιρείς διαρκώς στρώματα ξεχασμένων εμπειριών και στο τέλος μένουν τα δάκρυα στα μάτια, η συγκίνηση από τις αναμνήσεις και η αποφορά της ανθρώπινης μικρότητας. Ο Γκύντερ Γκρας στο «Ξεφλούδισμα του κρεμμυδιού» αυτό έκανε.
Την ώρα που ο Καλλικράτης έρχεται προς διαβούλευση και στις τοπικές μας κοινωνίες έχουν ανοίξει οι σουγιάδες, την ώρα που το πανηγύρι των κοράκων στην ασθενική δημοσιονομική εικόνα της χώρας μας συνεχίζεται, την ώρα που εμείς δεν ξέρουμε τι θέλουμε να κάνουμε στα χωράφια μας για να ζήσουμε σε αυτή την κόχη τη μικρή, εμείς ακόμα μιλάμε για το παρελθόν και για τις μικρές και μεγάλες ιστορίες.
Όταν έγραφε ο Μαρξ πως «τα φαντάσματα των περασμένων γενεών στέκουν σαν βραχνάς στους επερχόμενους» βέβαια δεν είχε εμάς στο νου του αλλά να που η φράση αυτή μας ταιριάζει. Είναι όμως καιρός να ξεμπερδεύουμε με όλα αυτά τα ηρωικά και πένθιμα που αποτελούν στην πραγματικότητα όλα μαζί μια συλλογική ήττα και να δούμε πως θα ζήσουμε.
Η αναφορά στο παρελθόν χωρίς να είναι ιστορική μελέτη, μπορεί να αποτελεί πηγή έμπνευσης και να δίνει δύναμη για το μέλλον αλλά μπορεί να είναι επίσης αντιμετώπιση φαγούρας λόγω αεργίας. Το να ξύνεις ένα σπυρί που σε τρώει μπορεί να σε ανακουφίζει προσωρινά αλλά σε κάθε περίπτωση είναι ένδειξη βαρεμάρας. Είναι πολλά αυτά που πρέπει να γίνουν για να προχωρήσει η ζωή μας και αυτά έχουμε ανάγκη.
Πράγματι η ιστορία μας σημαδεύει καλά ή κακά μερικές φορές κι όσοι θεωρούν εαυτούς κληρονόμους παραδόσεων πληρώνουν το τίμημα. Οι σύγχρονοι Θεσπιείς το ξέρουν καλά αυτό που εδώ και πολλά χιλιάδες χρόνια η πίκρα της παραγνώρισης της προσφοράς των Επτακοσίων τους παιδεύει. Βέβαια και οι Επτακόσιοι αλλά και οι Μούσες μπορούν να αισθάνονται ήσυχοι διότι εργολαβικά την υποστήριξή τους έχει αναλάβει ο εν Αθήναις Ποιητής και οι συν αυτώ, λες και δεν υπάρχουν άλλα θέματα για συζήτηση.
Σε αυτό το πλαίσιο το κείμενο του ΓΛ ξεχωρίζει και για αυτό το δημοσίευσα.
Σε αυτό το πλαίσιο το κείμενο του ΓΛ ξεχωρίζει και για αυτό το δημοσίευσα.
Οι αρχαιολόγοι λένε (και η δική μας Έφη Κουρούνη ίσως μπορεί να συμβάλλει στον προβληματισμό αυτό) ότι καλύτερα τα αρχαία να μένουν θαμμένα εφόσον δεν μπορούμε να τα μελετήσουμε. Έχουν γεμίσει τα υπόγεια των μουσείων με επιγραφές και λαξευμένα μάρμαρα με μορφές που μας κοιτάνε θλιμμένα και υπομονετικά αφού οι αρχαιολόγοι που θα έπρεπε να συνομιλούν μαζί τους, μένουν άνεργοι.
Το ίδιο ισχύει και για τις ζωές των ανθρώπων. Πράγματα που ο καθένας έθαψε μέσα του, όχι χωρίς τίμημα, καλό είναι να μείνουν εκεί. Είναι δικαίωμα του καθενός να διαχειριστεί την ζωή του και τις μνήμες του και πρέπει αυτό να το σεβόμαστε. Το να χάνεται η μνήμη δεν είναι πάντα κακό. Αν δεν ξεχνούσαμε δεν θα προχωρούσαμε. Θυμόμαστε ότι μας συμφέρει για να επιβιώσουμε. Βιολογική απαίτηση όχι μόνο των ατόμων αλλά και των κοινωνιών σαν αυτή του χωριού μας.
Όσοι βιώσαν γεγονότα όπως αυτά των ημερών της Εθνικής Αντίστασης αλλά και του Εμφύλιου πολέμου, αυτό έκαναν. Επιβίωσαν! Οι απόγονοι των πρωταγωνιστών των ημερών της περιόδου της Εθνικής Αντίστασης και του Εμφυλίου καλό θα είναι να το θυμούνται αυτό στις αναζητήσεις τους.
Σε πολλά από όσα αναφέρει ο ΓΛ στο κείμενό του συμφωνώ. Η οικογενειακή παράδοση και μυθολογία δεν αποτελεί Ιστορία. Θα έπρεπε όπως έγινε και στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες όλες οι μαρτυρίες και τα οικογενειακά ενθυμήματα και αρχεία να είναι πλέον κτήμα του Δήμου και αντικείμενο μελέτης από ιστορικούς. Εμείς κρατάμε τις μνήμες στα οικογενειακά μπαούλα μας γιατί δεν έχουμε το θάρρος ή την ωριμότητα να τις αντιμετωπίσουμε ίσως. Από αυτή την άποψη, η αναφορά του ΓΛ στην οικογενειακή του ιστορία με όλο τον συναισθηματισμό της έχει την σημασία της.
Από όλη αυτή την τραγική περίοδο που μερικοί φανέρωσαν μεγαλείο ψυχής και ταυτόχρονα άλλοι προκάλεσαν αηδία και φρίκη, η Δεξιά πήρε την Εξουσία και η Αριστερά την Αγιότητα και την ιδεολογική κυριαρχία στους πνευματικούς καλλιτεχνικούς κύκλους. Μπελογιάννης, Πλουμπίδης, κάθε κυνηγημένος και εκτελεσμένος χαρακτηρίστηκε μάρτυρας και με την οικειοποίηση της χριστιανική ορολογίας ουσιαστικά υπογραμμίστηκε η μεταφυσική προσέγγιση της πολιτικής. Η λογική του μοναστηριού, του μαντριού και της πίστης σε ιδεολογική ορθοδοξία χαρακτηρίζει τα κόμματα της Αριστεράς και αποκαλύπτεται σε περιόδους ενδοκομματικών ξεκαθαρισμάτων. Η μονολιθικότητα της ορθοδοξίας δεν ανέχεται την αμφισβήτηση και τον προβληματισμό: εκάς οι σκεπτόμενοι!
Ιδιαίτερα σκληρό υπήρξε το κομματικό ιερατείο προς τους αριστερούς που σε στιγμές ανθρώπινης αδυναμίας λύγισαν και υπέγραψαν τις περίφημες «Δηλώσεις αποκηρύξεως του κομμουνισμού και των παραφυάδων αυτού κλπ.» Οι άνθρωποι αυτοί ποτέ δεν μπόρεσαν να γίνουν δεκτοί στην κομματική ζωή χωρίς στίγμα και το δράμα είναι ότι το στίγμα αυτό το έφεραν οι ίδιοι ως σταυρό μέσα τους σε έναν ατέλειωτο Γολγοθά. Τέτοιοι ήταν ο Μπάμπης Κλάρας (Άρης Βελουχιώτης), ο Μήτσος Σελιανίτης (που στην διάρκεια της Κατοχής δεν συμμετείχε -σύμφωνα με τις πληροφορίες μου- επίσημα σε οργανωτικά σχήματα ) αλλά και ο πατέρας του ΓΛ, ο Παρασκευάς.
Σε πολιτικό επίπεδο του δικού μας καφενείου, ένδειξη της πολιτικής τους ένδειας ακόμα σήμερα είναι το ότι οι Αριστεροί μας χαρακτηρίζουν τον Χριστό κοινωνικό επαναστάτη ή και πρώιμο κομμουνιστή ξεχνώντας ότι με την φράση «τα του Καίσαρος τω Καίσαρι» ο Χριστός ξεμπέρδεψε με τα της κοσμικής εξουσίας και ζήτησε την ηθική τελείωση του ανθρώπου. Αυτό είναι το δύσκολο, σχεδόν ουτοπικό αφού οι άνθρωποι είμαστε φτιαγμένοι να πληγώνουμε ο ένας τον άλλον ή και τον εαυτό μας και για αυτό οι εξομολογητές σε εκκλησιές, σε ψυχαναλυτικά κρεβάτια, σε μπαρ και σε ταβέρνες δεν θα λείψουν ποτέ. Α! και στο διαδίκτυο πρόσφατα.
Οι αριστεροί θεωρούν ότι με την αλλαγή του συστήματος θα αλλάξει και ο άνθρωπος και έτσι οδηγηθήκαμε στα Γκουλαγκ και στα μικρά και μεγάλα εγκλήματα του Υπαρκτού (ανύπαρκτου) Σοσιαλισμού για τα οποία τα κόμματα της Αριστεράς είτε αρνούνται τα πάντα είτε τα αποσιωπούν. Κι όμως, θα ήταν καθαρτήρια μια συζήτηση για τις γενεσιουργές αιτίες όλων αυτών και ένδειξη για πολιτική ωριμότητα.
Τα δείγματα γραφής για την διαχείριση της εξουσίας που έδωσε η Αριστερά προς το τέλος της Κατοχής αλλά και αργότερα στην διάρκεια του Εμφυλίου, δεν ήταν πάντα θετικά και όμως αυτή η αξιολόγηση που είναι τόσο χρήσιμη για τις μελλοντικές δράσεις μας, ποτέ δεν έγινε γιατί μας τύφλωσε το φως της ιερότητας των μαρτύρων και μια πλημμυρίδα δημοσιευμάτων για τον ρόλο των ξένων και διάφορες θεωρίες συνομωσίας και προδοσίας.
Άνθρωποι ανεπαρκείς, χωρίς ηθικά ερείσματα, ημιμαθείς αλλά με περίσσεια θράσους βρέθηκαν σε θέσεις εξουσίας είτε της επίσημης νόμιμης κρατικής είτε της επαναστατικώ δικαίω των βουνών και πήραν αποφάσεις για τις ζωές των άλλων με τρομακτική ευκολία. Σε ένα τέτοιο άνθρωπο με τον φανατισμό του νεοφώτιστου και της Επανάστασης, την ανωνυμία της Οργάνωσης ή σε κάποιον άλλον με την σιωπηλή κρατική αποδοχή της παρακρατικής δράσης, δώσε ένα ντουφέκι ή ένα καδρόνι και θα λύσει άμεσα όλα τα πολιτικά προβλήματα χαρίζοντας στην κοινωνία τον τρόμο του σφαγείου και την ηρεμία του νεκροταφείο.
Αυτό και έγινε τότε. Προφανώς για αυτό ο κόσμος όταν ήρθαν τα δύσκολα, με την κυριαρχία της ωμής βίας του αυταρχικού μεταπολεμικού κράτους, γύρισε την πλάτη στους διωκόμενους αριστερούς και κλείστηκε στα σπίτια του φοβισμένος. Αυτό είναι επίσης πολιτική πράξη και δεν πρέπει να κρίνεται αρνητικά η κοινωνία του χωριού για αυτό.
Ο Σωκράτης ποτέ δεν θεώρησε θυσία την εκτέλεσή του ούτε οι μαθητές του τον είπαν μάρτυρα. Ήταν πολίτης και φιλόσοφος και για αυτό δεν σταμάτησε ποτά να εξετάζει τα ανθρώπινα και να αναζητά την βέλτιστη λύση με την συζήτηση και τον διάλογο. Ο Τολστόι επίσης περιγράφοντας στο «Πόλεμος και Ειρήνη» την Ρωσία των Ναπολεόντειων πολέμων, έχει μια τέτοια ζωντανή και αντικειμενική Θουκυδίδεια σχεδόν περιγραφή της εποχής που δικαιολογημένα είναι κλασικός. Καμία προσπάθεια εθνικής ωραιοποίησης, δημιουργίας ηρωικών μορφών και δοξολογίας αλλά ρεαλιστική περιγραφή της ανθρώπινης κατάστασης. Αυτό είναι σπάνιο στο ελληνικό περιβάλλον με το έντονο ταμπεραμέντο και το πάθος μας.
Δυστυχώς για μας, άνθρωποι κυνικοί με επιδεικτική άγνοια της ανεπάρκειάς τους και για αυτό διπλά επικίνδυνοι, κυριαρχούν σήμερα στις κομματικές εξουσίες. Μάλλον οι εξουσίες τέτοιους έχουν ανάγκη. Η σχέση που είχαν και μάλλον έχουν με τον ιδεολογικό πλούτο οι Δεξιοί και οι Αριστεροί ηγέτες στην χώρα μας είναι μηδενική. Ξέρουν μόνο όσα ακούν από τα κανάλια ή διαβάζουν διαγώνια στις εφημερίδες ή τους είπαν στα εσωκομματικά σεμινάρια και συνεδριάσεις. Για αυτό και η πολιτική αντιπαράθεση σήμερα έχει τα χαρακτηριστικά λεκτικών διαξιφισμών χιμπατζήδων και ταχύτατα καταλήγει σε αναφορές σε κάποιο ακαθόριστο πολιτικό παρελθόν του ενός και του άλλου. Τους βολεύει και μας παιδεύει!
Από αυτή την άποψη η προσωπική ευθύνη του καθενός μας είναι μεγάλη όταν ανέχεται να τον κυβερνούν φιλόδοξοι ηγετίσκοι που έχουν πείσει τους εαυτούς τους ότι μας είναι απαραίτητοι. Το κακό είναι ότι οι άνθρωποι τους πιστεύουν και βλέπουν μόνον αγαθές προθέσεις στις υστερόβουλες αποφάσεις τους!
Εδώ εδράζεται και η απαισιοδοξία μου για τα μελλούμενα.
Εδώ εδράζεται και η απαισιοδοξία μου για τα μελλούμενα.
Πολιτικά και ουσιαστικά η ισορροπημένη γνώση και αξιολόγηση των πραγμάτων που συνέβησαν τότε έχει κατά την γνώμη μου μεγαλύτερο ενδιαφέρον από το ξεκαθάρισμα οικογενειακών ιστοριών. Το κείμενο του ΓΛ από αυτή την άποψη μένει σε μια τέτοια προσπάθεια συμψηφισμού με προσωπική του συναισθηματική φόρτιση και χρήσιμες αναφορές ηθικοπλαστικού χαρακτήρα.
Σε μια πολιτικά καθυστερημένη κοινωνία σαν εκείνη της επαρχιακής Ελλάδας του ΄40, η οικογένεια το σόι είχε (έχει ακόμα;) κεντρικό ρόλο και όχι οι πολιτικές αντιλήψεις των μελών της. Ο φόνος ενός μέλους της, σπρώχνει την οικογένεια στην αντίθετη κατεύθυνση από αυτή στην οποία ανήκουν οι φονιάδες και όχι η συνειδητή ιδεολογική ανάλυση θεωριών και πολιτικών οραμάτων. Η αρβανίτικη παράδοση για το σόι σε όλη της το μεγαλείο. Κοινωνιολογικά αυτό έχει ενδιαφέρον αλλά πολιτικά και κοινωνικά παγίδεψε πολλούς από τους συντοπίτες μας.
Ο Θοδωρής Κάπρος, για παράδειγμα, δεν ήταν Δεξιός κι όμως η εκτέλεσή του από τους αντάρτες στον Ελικώνα, έστρεψε όλη την οικογένεια του στα Δεξιά.
Και αφού μιλάμε για ιστορίες ας πω και εγώ την ιστορία που μου διηγήθηκε κάποτε ο πατέρας του ΓΛ, ο Παρασκευάς.
Εκείνο τον καιρό –δυστυχώς δεν ξέρω ακριβώς τις ημερομηνίες- την περίοδο της Κατοχής πάντως, η ομάδα των Επονιτών του χωριού πήγε για εκπαίδευση στην σκοποβολή στην περιοχή της Αγίας Τριάδας. Ίσως σκέφτονταν να βγουν αντάρτες στο βουνό. Ποιος ξέρει!
Στην ομάδα αυτή ήταν ο Σωτήρης Δρίτσας, θείος του συνονόματου σημερινού Δημοτικού Συμβούλου και ο Γιώργος Λάντζας, ο συνονόματος θείος του ΓΛ, σύντροφοι και πολύ καλοί φίλοι. Κάποια στιγμή μπλοκάρισε το περίστροφο και καθώς ο ΓΛ προσπάθησε να το φτιάξει εκείνο εκπυρσοκρότησε και πληγώθηκε θανάσιμα ο Σωτήρης Δρίτσας. Καθώς τον πήγαιναν στη Θήβα, ξεψύχησε. Λένε πως είπε πριν πεθάνει πως ήταν ατύχημα, πως δεν φταίει ο Γιώργος αλλά η οικογένεια του δεν τον άκουσε και η έχθρα ανάμεσα στις οικογένειες κατεύθυνε και τις πολιτικές τοποθετήσεις: Λαντζαίοι - Αριστεροί Δριτσαίοι - Δεξιοί. Μέχρι πρόσφατα γιατί νομίζω ότι τώρα έχουν ξεπεραστεί –σωστά- οι διαπροσωπικές έχθρες λόγω εκείνων των γεγονότων.
Τέλος, με αφορμή την πρόσφατη εκλογή του ΓΛ στην διοίκηση του συλλόγου των εν Αθήναις Θεσπιέων, περιμένω να αλλάξει κάτι και να μπορέσουμε οι εν Θεσπιαίς Ερημοκαστραίοι (Δήμος και άλλοι φορείς) να συνεργαστούμε με τους εν Αθήναις συντοπίτες για να γίνουν πράγματα που το χωριό μας έχει πραγματικά ανάγκη.
Τι πράγματα έχει ανάγκη το χωριό (οι άνθρωποί του δηλαδή και όχι τα κτίσματα); Αυτό είναι βασικά δική μας δουλειά αλλά άνθρωποι σαν τον ΓΛ μπορούν να βοηθήσουν και η ιστοσελίδα μου είναι στην διάθεσή τους. Διότι αναμφισβήτητα υπάρχουν ικανοί και σοβαροί άνθρωποι ανάμεσα στους συντοπίτες μας που κατοικούν και εργάζονται στην Πρωτεύουσα. Θεωρώ πάντως σημαντικό να μας απαλλάξουν από το άγος των εγκαινίων του γνωστού μνημείου ή άλλες αρχαιοπληκτικές φιέστες που ειδικά σε αυτούς τους δύσκολους καιρούς για όλους μας θα είναι πρόκληση στην κοινή λογική.
Τι πράγματα έχει ανάγκη το χωριό (οι άνθρωποί του δηλαδή και όχι τα κτίσματα); Αυτό είναι βασικά δική μας δουλειά αλλά άνθρωποι σαν τον ΓΛ μπορούν να βοηθήσουν και η ιστοσελίδα μου είναι στην διάθεσή τους. Διότι αναμφισβήτητα υπάρχουν ικανοί και σοβαροί άνθρωποι ανάμεσα στους συντοπίτες μας που κατοικούν και εργάζονται στην Πρωτεύουσα. Θεωρώ πάντως σημαντικό να μας απαλλάξουν από το άγος των εγκαινίων του γνωστού μνημείου ή άλλες αρχαιοπληκτικές φιέστες που ειδικά σε αυτούς τους δύσκολους καιρούς για όλους μας θα είναι πρόκληση στην κοινή λογική.
Στην πατρίδα μας πολλά είναι ανάποδα: η Δικαιοσύνη βλέπει και η Κλειώ είναι τυφλή! Πρέπει σιγά - σιγά να τυφλώσουμε την πρώτη και να δώσουμε το φως στην δεύτερη για να μπορούν οι άλλες Μούσες να ζωντανέψουν. Όσες επιβιώσουν από το αποπνικτικό αγκάλιασμα του εν Αθήναις Θεσπιέως Ποιητού και του εσμού των κολάκων του!
Το πορτραίτο της Κλειώς, της Μούσας της επικής ποιήσεως και της Ιστορίας που κοσμεί την ανάρτηση, είναι της παθιασμένης μαθήτριας του Καραβάτζιο, Αρτεμισίας Τζεντιλέζι (1593 – 1653)
Εξαιρετικότατο, φίλε βάζεις πολλά θέματα και τρέχεις πολύ, τόσο που δεν μπορώ να σε φτάσω. Άμα ανοίξει το μπαούλο...., άσε καλλίτερα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΈρμε ή Ερμή, οι μούσες δεν χρειάζεται να ζωντανέψουν γιατί ποτέ δεν πέθαναν. Απλώς σταμάτησαν να κατεβαίνούν στα χωριά σας. Ανοίξτε τα μυαλά και τα μάτια σας και θα τις δείτε.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑυτό που κάνεις εσύ εδώ είναι αξιέπαινο. Είναι σαν να σε άγγιξε ο Μουσαγέτης Απόλλων.
Η συλλογή μου εικόνων των Μουσών από το Βατικανό, Λούβρο, Μητροπολιτό της Νέας Υόρκης, αλλά και από διάφορα μνημεία της Ευρώπης, εδώ:
ΑπάντησηΔιαγραφήhttp://picasaweb.google.gr/jketseas/HESIODSMUSES#
Τα γλυπτά του Βατικανού, αντίγραφα των Ρωμαικών χρόνων, εικάζεται πως αντιστοιχούν κατα το πλησιέστερο στα έργα του Κηφισόδοτου, γιού του Πραξιτέλη που κατά τον Παυσανία κοσμούσαν την Κοιλάδα των Μουσών στην Άσκρη.