Σάββατο 3 Μαρτίου 2012

Η μάχη της πατάτας



Υπάρχουν αυτοί που ισχυρίζονται ότι για κάθε πρόβλημα έχουν την σωστή, μία και μοναδική λύση. Υπάρχουν και οι άλλοι που δεν αναγνωρίζουν καν το πρόβλημα. Υπάρχουν τέλος και εκείνοι, που προσπαθούν να κατανοήσουν το πρόβλημα και είτε απλώς συμπάσχουν είτε –αλλά είναι ελάχιστοι σε τούτη την τελευταία κατηγορία- προσπαθούν να σκεφτούν και να προτείνουν λύσεις. Διότι στα θέματα κοινωνικής οργάνωσης είναι πιο πιθανόν να υπάρχουν περισσότερες λύσεις από μία.

Ανάλογα με το που τοποθετείται καθείς, είναι και η ουσιαστική πολιτική του ένταξη. Διότι ο τρόπος που ο κάθε πολίτης αντιμετωπίζει τα κοινωνικά προβλήματα, θεωρητικώς και πρακτικώς, είναι πλέον το βασικό κριτήριο πολιτικής κατάταξης και όχι η δήλωση για συμφωνία με τη μια ή την άλλη κομματική γραμμή.

Στην πρώτη κατηγορία, ας πούμε, ανήκουν όλοι εκείνοι που ασπάζονται τη «γραμμή» κάποιου θνητού ατόμου ή κάποιας συλλογικής εξουσιαστικής ομάδας. Επίσης εδώ ανήκουν και οι οπαδοί υπερβατικών καταστάσεων, από Αρχάγγελο Μιχαήλ μέχρι Ελοχίμ και βάλε. Στην σύγχρονη ελληνική κοινωνία το στρώμα αυτών των ανθρώπων τέμνει οριζοντίως όλους τους υπάρχοντες κομματικούς σχηματισμούς και συγκεντρώνει άνετα το ποσοστό του 40% στο σύνολο των πολιτών.


Στην δεύτερη κατηγορία ανήκει το λεγόμενο κινητό στρώμα ψηφοφόρων που πάει πότε από εδώ και πότε από εκεί ανάλογα με τους αέρηδες της εποχής και των στιγμιαίων προσωπικών συμφερόντων. Νομίζω ότι επίσης ένα ποσοστό 40% ανήκει στην κατηγορία αυτή.

Στην τρίτη κατηγορία, αυτή των σκεπτόμενων πολιτών με συνείδηση της κοινωνικής τους υποχρέωσης, ανήκει το εναπομείναν 10% του πληθυσμού και κάπου εκεί μέσα σίγουρα θα βρω και πολλούς ΕΡΜΟΚΑΣΤΡΙΩΤΕΣ. Α, υπάρχει και ένα άλλο 10% που είναι αλλού, ό,τι και να γίνει.

Εμείς λοιπόν, της τρίτης κατηγορίας, παραμένουμε μια μειοψηφία, διάσπαρτη και χωρίς αλληλοαναγνωρίσεις αλλά παρόλα αυτά χρήσιμη. Η ουσία της στάσης μας νομίζω ότι βρίσκεται στην ανεκτικότητα στην διαφορετική άποψη αλλά και στην θέληση να μάθουμε περισσότερα για αυτήν χωρίς να την αποκηρύσσουμε εκ των προτέρων και χωρίς διάθεση καταστολής και εξαφάνισης της. Προσπαθούμε να καταλάβουμε τι γίνεται και πως θα λυθούν τα προβλήματα. Επιδιώκουμε και προκαλούμε τη συζήτηση και δεν μας ικανοποιεί η πρόσκληση για αποδοχή ασυζητητί της όποιας μίας και μοναδικής «γραμμής» και λύσης και υποταγή συνεπώς στις απόψεις κάποιου ιερατείου, έτσι, χωρίς έλεγχο και αμφισβήτηση.

Και ας δούμε για παράδειγμα τι θα πούμε για τη μάχη της πατάτας που εξελίσσεται αυτό τον καιρό στις πλατείες διαφόρων πόλεων.

Από τα χρόνια του Μπακαλάκου, του συνθέτη των ΑΓΡΟΤΙΚΩΝ, που ακόμα και τώρα ακούγονται στις αγροτικές μας κινητοποιήσεις, το βασικό αίτημα του αγροτικού πληθυσμού ήταν να εξοντωθούν οι μεσάζοντες. Να επαλειφθεί η ανάγκη για τους εμπόρους των αγροτικών προϊόντων, που παρεμβαίνοντας ανάμεσα στον αγρότη-παραγωγό και στον τελικό καταναλωτή κερδίζουν πολλά.

Κάθε Υπουργός Γεωργίας (και Αγροτικής Ανάπτυξης και όπως θέλετε ονομάστε τον) διακήρυσσε στις προγραμματικές του δηλώσεις ότι «θα παταχθεί η αισχροκέρδεια των μεσαζόντων» και άλλα πολλά λιπαρά λόγια του αέρα. Και όλα αλλάζανε και μένανε πάντα ίδια.

Γιατί; Διότι όλες αυτές οι προσπάθειες γίνονταν αποσπασματικά, χωρίς να πιστεύουν οι ιθύνοντες ότι κάτι μπορεί να γίνει και διότι οι οικονομικές εξουσίες του χώρου (χονδρέμποροι και παρακυκλώματα) δεν μπορούσαν να πληγούν χωρίς να πληγεί πάραυτα η οικονομική αλυσίδα του χώρου. Διότι ο έμπορος, όσο κακός και «ανάλγητος» και «αισχροκερδής» να είναι, ικανοποιεί μια ανάγκη που είναι σχεδόν τεχνικού χαρακτήρα: την φυσική διανομή των προϊόντων από το χωράφι (χώρο παραγωγής) στην κουζίνα του κάθε νοικοκυριού (χώρος τελικής κατανάλωσης). Δηλαδή είτε αρέσει είτε δεν αρέσει ο έμπορος μεσάζων έχει μια χρησιμότητα (προστιθέμενη αξία) στην διακίνηση των γεωργικών προϊόντων, που τις πιο πολλές φορές την αξιοποιεί κυριολεκτικά με το παραπάνω. Ο βαθμός της υπεραξιοποιήσης (αυτό που πολλοί «ευαίσθητοι» χαρακτηρίζουν «αισχροκέρδεια» εξαρτάται από τον βαθμό ανοργανωσιάς των δύο άκρων: αγροτών παραγωγών και καταναλωτών.

Αυτή την «τεχνική» λεπτομέρεια οι κάθε εποχής ιθύνοντες υπουργοί και αγροτοπαράγοντες, την αγνοούσαν. Δεν ξέρω αν η άγνοια αυτή ήταν συνειδητή ή όχι, αλλά αυτό τελικά έχει μικρή σημασία.

Κι ενώ το δεύτερο τμήμα της όλης αλυσίδας –οι καταναλωτές δηλαδή- «οργανώθηκε» με την μορφή των σούπερ μάρκετ, οπότε διαμορφώθηκε ένας άλλος ισχυρός πόλος συγκέντρωσης κέρδους, οι αγρότες έμειναν μοναχικοί κι έρημοι πάντα παραπονούμενοι και πάντα αδικημένοι. Επειδή όμως ως σώμα ψηφοφόρων δεν είναι αμελητέοι, το επίσημο κράτος κατά καιρούς διανέμει προς αυτούς με την μορφή επιδοτήσεων, ενισχύσεων, και άλλων τέτοιων μηχανισμών, χρήματα για να βουλώνει στόματα και να εκτονώνει την πίεση. Προφανώς από τα χρήματα αυτών των ενισχύσεων, που εγγράφονται στους Προϋπολογισμούς υπέρ αγροτών, αρκετά διοχετεύονται με τυπικά άψογη μεθόδευση σε κάποιους ενδιάμεσους (όχι, οι έμποροι δεν εξαιρούνται!) και καμία ΕΔΕ δεν μπόρεσε ποτέ να αποκαταστήσει την ανομία που όλοι οι κατοικούντες την αγροτική Ιερουσαλήμ γνωρίζουμε.

Αυτή την περίοδο λοιπόν που τα εισοδήματα όλων έχουν μειωθεί, μερικοί ξαναθυμήθηκαν την ανάγκη εξοβελισμού των μεσαζόντων. Σε διάφορες πόλεις, κάποιοι εθελοντές, αποφάσισαν να συντονίσουν την ζήτηση για πατάτες με την προσφορά πατάτας από αγρότες άλλων περιοχών. Το όλο σύστημα είναι απλό και δεν έχει κόστος : αφού γίνεται ένας πρώτος υπολογισμός αναγκών, μια καταγραφή της ζήτησης, μια συγκεκριμένη ημέρα οι αγρότες έρχονται σε μια πλατεία κι εκεί οι καταναλωτές πολίτες αγοράζουν τις πατάτες που παρήγγειλαν, σε πολύ καλή τιμή. Επίσης κι εδώ θα δείτε απόψεις για το θέμα αυτό. Νομίζω ότι αυτοί που οργάνωσαν το όλο εγχείρημα είναι οι άνθρωποι της ίδιας ομάδας εθελοντών της Κατερίνης που ξεκίνησε και το κίνημα «Δεν πληρώνω διόδια».

Ως φαινόμενο αυτό της άμεσης πώλησης, δεν είναι νέο. Το καλοκαίρι κάτι αντίστοιχο έκανε ο Δήμος της Έδεσσας για λογαριασμό των παραγωγών κερασιών (των ονομαστών κερασιών Βοδενών από την παλιά σλαβογενή ονομασία της Έδεσσας: Βοδενά = πόλη των νερών). Μέσω του ιντερνέτ, ο καταναλωτής, σε κάθε μέρος της Ελλάδας, μπορούσε να παραγγείλει τα κεράσια που ήθελε (σε τελάρα των πέντε κιλών) και το σύστημα αυτόματα (ναι η τεχνολογία μπορεί πλέον να το κάνει κι αυτό!) έστελνε την παραγγελία σε κάποιον παραγωγό, διαφορετικό κάθε φορά προφανώς. Κάθε παραγωγός μπορούσε ανά πάσα στιγμή να επαληθεύσει «το σύστημα» και να παρέμβει εάν παρατηρούσε «αδικίες». Το τελάρο με τα κεράσια, έπειτα από δύο ημέρες έφτανε στο σπίτι του καταναλωτή. Ο Δήμος είχε συμφωνήσει με εταιρεία κούριερ για αυτό τον σκοπό! Σε κάθε τελάρο υπήρχε ετικέτα με τα στοιχεία του συγκεκριμένου παραγωγού (όνομα, διεύθυνση, τηλέφωνο, ημέηλ) και την ημέρα συγκομιδής και συσκευασίας των κερασιών του τελάρου.

Δεν ξέρω πόσο δούλεψε το σύστημα αυτό αλλά αυτό μένει να φανεί σε κάποιο βάθος χρόνου. Ίδωμεν.

Το ενδιαφέρον είναι ότι αυτός ο τρόπος, της σύνδεσης του παραγωγού με τον τελικό καταναλωτή που μέχρι σήμερα γινόταν μέσω των λαϊκών αγορών –άλλη πίκρα αυτή- τώρα εμφανίζεται και με άλλες μορφές που η τεχνολογία αλλά και η διάθεση μερικών ανθρώπων υλοποιεί.

Οι περισσότεροι σχολιαστές και πολιτικοί αναλυτές αντιμετώπισαν με αμηχανία το όλο φαινόμενο. Περιορίστηκαν στην απλή αναφορά, χωρίς άλλα σχόλια και βαθυστόχαστες αναλύσεις περί «αυτοργάνωσης» των αγροτών και άλλα τέτοια, που μπορεί να τα δούμε σύντομα. 


Μια ενδιαφέρουσα άποψη περί του θέματος είναι και αυτή.

Κάποιοι άλλοι όμως, πιο βαρβάτοι «αγωνιστές» κι «έμπειροι της πολιτικής στρατηγικής», στην αρχή προσπάθησαν να το αγνοήσουν και μετά μάλλον καταδίκασαν το όλο φαινόμενο. 

Προσωπικά, θεωρώ τουλάχιστον πολιτικώς άσχετο δημοσιεύματα όπως αυτό που στο όνομα κι εν αναμονή της γενικής πολιτικής οικονομικής και αλλαγής του κοινωνικού συστήματος, απορρίπτει σχεδόν αβλεπί και ανοητί το όλο εγχείρημα της διανομής της πατάτας χωρίς την παρέμβαση των εμπόρων.

Για τους αγρότες παραγωγούς όμως, όλα τούτα τα νέα δεδομένα διανομής και διακίνησης γεωργικών προϊόντων δεν μπορεί και δεν πρέπει να τους αφήνουν αδιάφορους. Πρέπει να τα παρακολουθούν και γιατί όχι να τα δοκιμάζουν. Δηλαδή, εάν εμείς μπορούσαμε να συντονιστούμε και σε πρώτη βάση να απευθυνθούμε στους δικούς μας τους «Εν Αθήναις» (και στους γνωστούς τους) με τις δικές μας 3κιλες και 5κιλες σακούλες κρεμμυδιών ή φασολιών ή τα μέλια και τα λάδια μας ότι άλλο κάνει ο καθείς μας, άσχημο θα ήταν; Ειδικά εμείς που είμαστε κυριολεκτικά δυό βήματα από το μεγάλο πεινασμένο χωριό της Αττικής. 

Άλλωστε μερικοί από εμάς ήδη το κάνουν και περιφέρονται σε καφενεία γειτονικών περιοχών όπως στα δικά μας καφενεία εμφανίζονται τα δειλινά προϊόντα από άλλες περιοχές. 

Με τον τρόπο των Βοδενών, ας πούμε, η φυσική παρουσία δεν είναι απαραίτητη και αυτό όπως και να το πεις είναι κάτι θετικό για τον παραγωγό αφού εξοικονομεί πόρους (καύσιμα) και κόπους, σωματικούς και ψυχολογικούς.

Το ερώτημα μου, κυρίως προς τους νέους συντοπίτες μας, είναι γιατί δεν το προσπαθούμε αυτό, οεο;

Τέλος κι εν αναμονή των σχολίων σας, νομίζω ότι πίσω από τα δημοσιεύματα σαν κι αυτό που προανέφερα, και τις σχετικές πολιτικές απόψεις, υπάρχει ο φόβος μην και εκτονωθεί πρόσκαιρα η απόγνωση των πολιτών (αγροτών και καταναλωτών) και έτσι δεν καταδικαστούν κι εκλογικώς οι πολιτικές δυνάμεις που μας έφτασαν ως εδώ. Εκτός από προσβλητική προς τους πολίτες, ο τρόπος σκέψης αυτός είναι χαρακτηριστικός εξουσιών που θέλουν πολίτες της πρώτης κατηγορίας, που αναφέραμε στην αρχή : οπαδούς φανατικούς και άβουλους ψηφοφόρους.

Διότι αν είναι οι πολίτες ψηφοφόροι να σκέφτονται έτσι και η πολιτική τους στάση να εξαρτάται περιστασιακά από πέντε κιλά πατάτες και άλλα τόσα κρεμμύδια ή κεράσια, τότε πιο καλά ο σοσιαλισμός να περιμένει!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Διάφορα