Στον εκκλησιασμό της Κυριακής, στην μάνα μου έδιναν ένα φυλλάδιο με την ανάλυση της περικοπής του Ευαγγελίου και άλλα σχόλια σχετικά με το νόημα της ημέρας. Η μάνα μου δεν συνήθιζε να το φυλάει το φυλλάδιο αυτό και κάποτε είπε σε μια γειτόνισσα που την ρώτησε σχετικά, ότι το πετάει. Η γειτόνισσα, που ήταν θρησκευόμενη, εξανέστη: ‘να το καις σε πιάτο και να πετάς τα αποκαΐδια σε μέρος απάτητο’ υπέδειξε με αυστηρό ύφος αλλά δεν έπεισε την μάνα μου που συνέχισε να χρησιμοποιεί το φυλλάδιο ως προσάναμμα.
Πρόσφατα μοιράστηκε στους ναούς ένα φυλλάδιο απο την Ιερά Σύνοδο. Αναλυτικά μπορείτε να διαβάσετε το σχετικό πόνημα των ιεραρχών μας
εδώ. (με πλάγια στοιχεία είναι τα αποσπάσματα απο το συγκεκριμένο κείμενο).
Αν ζούσε η μάνα μου, θα έπαιρνε το φυλλάδιο που μοιράστηκε ήδη σε άλλες εκκλησιές αλλά στην δική μας όχι ακόμα, θα το μελετούσε εμβριθώς αλλά τελικά θα έμενε με την απορία ‘τελικά για ποιόν γράφηκε και τι θέλει να πει;’. Και αφού δεν θα καταλάβαινε τις βαθυστόχαστες οικονομολογικίζουσες θεολογίες, μάλλον κι αυτό θα κατέληγε στα τζάκι. Αδίκως, διότι ο τίτλος ‘
προς το Λαό’ είναι από μόνος του επιβλητικός, πολύ περισσότερο που προέρχεται από την Ιερά Σύνοδο της Ελλάδος. Παραπέμπει σε ανάλογου ύφους και αποστολή κείμενα κρίσιμων για τους λαούς στιγμών είτε την περίοδο της Γαλλικής Επανάστασης είτε την περίοδο της Επανάστασης των Μπολσεβίκων.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία εκ των πραγμάτων παίζει κεντρικό ιδεολογικό ρόλο στην ζωή των πολιτών της χώρας μας. Προφανώς κι έχει το δικαίωμα να διατυπώνει την άποψη της για την πολιτική και οικονομική κατάσταση της κοινωνίας μας αλλά πρέπει να είναι έτοιμη να δεχτεί την κριτική των πολιτών. Αλλά όπως συμβαίνει συχνά, όταν οι ιεράρχες ασχολούνται με θέματα του κόσμου τούτου που δεν κατέχουν, το πιο πιθανόν είναι να διατυπώσουν επιπόλαιες κρίσεις που προκαλούν θυμηδία κι ενίοτε την αγανάκτηση των κοσμικών. Στο παρελθόν έχω αναφερθεί σε ανάλογες πολιτικές παρεμβάσεις Ιεραρχών
εδώ αλλά και σχολιάζοντας
αναρτήσεις γειτονικών δικτυότοπων.
Στις πρώτες φράσεις της τωρινής προκήρυξης, υπάρχει η σκληρή διαπίστωση ότι ‘. . .
είμαστε μια χώρα υπό κατοχή και εκτελούμε εντολές των κυριάρχων - δανειστών μας’ που σαφώς θα ενοχλήσει την Κυβέρνηση αλλά είναι μάλλον αληθής.
Ενδιαφέρον είναι επίσης και το ερώτημα που διατυπώνεται στη συνέχεια για το ‘. . .
εάν οι απαιτήσεις τους (των δανειστών
) αφορούν μόνον σε οικονομικά και ασφαλιστικά θέματα ή αφορούν και στην πνευματική και πολιτιστική φυσιογνωμία της Πατρίδος μας’. Δύσκολα μπορεί να διαφωνήσει κάποιος, παρόλο που μπορεί να δίνει στους όρους ‘πνευματική’ και ‘πολιτιστική’ διαφορετικό περιεχόμενο από τους ιεράρχες. Για εμένα, στοιχεία της πολιτισμικής ταυτότητας της πατρίδας είναι πολλά από όσα η Ιεραρχία καταφρονεί ως παγανιστικά ή υλιστικά ενώ η πνευματική δημιουργία που εγώ απολαμβάνω μάλλον θεωρείται από τους ιερωμένους δημιούργημα αθεϊσμού.
Δεν είναι μόνο η Ορθόδοξη Χριστιανική θεώρηση του κόσμου το μοναδικό στοιχείο πνευματικής δημιουργίας που χαρακτηρίζει τον Ελληνισμό. Υπάρχουν επίσης στιγμές και απόψεις της σύγχρονης Ορθοδοξίας έτσι όπως εκφράζονται από ορισμένους ιεράρχες που επίσης θεωρώ ότι αλλοιώνουν την πολιτιστική μας φυσιογνωμία.
Από το υπόλοιπο κείμενο, επιθυμώ να σχολιάσω μερικά σημεία στη συνέχεια.
Το πρώτο είναι ο ισχυρισμός ότι ‘
η οικονομική μας κρίση . . . οφείλεται στη διαφορά μεταξύ παραγωγής και κατανάλωσης. Στον αργό ρυθμό της παραγωγής πού επιτυγχάνουμε απέναντι στο υψηλό βιοτικό επίπεδο πού μάθαμε να ζούμε. Όταν όσα καταναλώνουμε είναι πολύ περισσότερα από όσα παράγουμε, τότε το οικονομικό ισοζύγιο γέρνει προς την πλευρά των εξόδων’
Προφανώς και στους γέροντες και τις γερόντισσες που θα διαβάσουν το απόσπασμα αυτό, θα προκληθεί (αν το αντιληφθούν και δεν έχουν στο μεταξύ αποκοιμηθεί) μεγάλη απορία και αγανάκτηση. Διότι όλη τους η ζωή στα χωράφια ήταν μια συνεχής, εργώδης και αγωνιώδης προσπάθεια να προφτάσουν τις ανάγκες της οικογένειας που έτρεχαν με μεγαλύτερους ρυθμούς από την αξία που έδιναν οι έμποροι στην παραγωγή τους. Ο ρυθμός της αύξησης των αναγκών δεν οφειλόταν σε δική τους έξαρση καταναλωτισμού αλλά τους επιβαλλόταν. Το ίδιο συμβαίνει και σήμερα στους αγρότες του Δήμου μας, οπότε όλο αυτό το απόσπασμα μάλλον απευθύνεται σε κάποιους άλλους και όχι στους πιστούς του χωριού μας. Διότι εδώ. η ζωή χαρακτηρίστηκε από την στέρηση και όχι από την απόλαυση ενός υψηλού επιπέδου έστω και κάλπικου. Τέλος, το ότι οι δυνάμεις που αυξάνουν με τρομερούς ρυθμούς τις ανάγκες των ανθρώπων μπορεί να είναι δαιμονικές, είναι ένα ενδεχόμενο αλλά το ευχέλαιο μάλλον δεν θα μας βοηθήσει.
Η πρόταση της Ιεραρχίας, να καταναλώνουμε όσα παράγουμε, είναι μεν σωστή αλλά δεν απαντάει στο ερώτημα της ανάπτυξης. Πρόκειται για μια πρόταση συρρίκνωσης της οικονομίας και της ζωής. Μπορεί για τον καλόγερο αυτό να είναι θεμιτό αλλά για τους πολίτες κάτι τέτοιο είναι καταστροφικό.
Ο παραλογισμός της οικονομικής λειτουργίας του συστήματος, που η παραγωγή των κρεμμυδιών δεν μπορεί να απορροφηθεί από ην αγορά και έτσι τα κρεμμύδια σαπίζουν και πετιούνται, δεν εξηγείται με ομφαλοσκοπισμό, προσευχή και συμβουλές άνωθεν. Πάντως οι αγρότες δεν πείθονται ότι είναι θέλημα Θεού.
Το ίδιο προκλητική και άδικη για τους πολίτες, είναι και η επόμενη διαπίστωση για την δημιουργία του χρέους ‘
η χώρα μας για να αντεπεξέλθει, αναγκάζεται να δανείζεται με την ελπίδα ότι το διαταραγμένο ισοζύγιο θα ανακάμψει. Όταν αυτό δεν γίνεται και οι δανειστές απαιτούν την επιστροφή των δανεισθέντων συν τόκω, τότε φθάνουμε για κρίση και στην χρεωκοπία’.
Εδώ ο φωτισμένος ιεράρχης θα έπρεπε να εξηγήσει με απλά λόγια για το πως δεν επαληθεύτηκαν τόσες φόρες τόσα χρόνια τώρα οι ελπίδες για ανάκαμψη. Γιατί ο Θεός της Ελλάδας δεν μας βοήθησε; Αφού κάποιοι, οι κρατούντες κέθε φορά προφανώς, πήραν λάθος αποφάσεις που οδήγησαν στην διόγκωση του χρέους, είναι αυτοί που ευθύνονται και όχι ‘
η χώρα’ γενικώς και αορίστως.
‘
Ή οικονομική κρίση, ή οποία ταλαιπωρεί και δυναστεύει τη χώρα μας είναι ή κορυφή του παγόβουνου. Είναι συνέπεια και καρπός μιας άλλης κρίσης, της πνευματικής’, αναφέρεται στην συνέχεια. Μα πως μετριέται η πνευματική κρίση και κυρίως πως μετριέται η χειροτέρευσή της; Πνευματικώς τίποτα δεν έχει αλλάξει στα μυαλά των πιστών τα τελευταία χρόνια. Εξακολουθούν να εκκλησιάζονται (όσοι εκκλησιάζονται) όπως πριν και να τηρούν τα θρησκευτικά τους καθήκοντα σταθερά. Οι Ιεράρχες μάλιστα πριν λίγα χρόνια, επί Χριστόδουλου, δήλωναν με ευχαρίστηση πως αυξάνεται ο ρυθμός προσέλευσης των νέων στις εκκλησίες.
Κι αφού ο συγγραφέας της προκήρυξης κρίνει μετά, τους πολιτικούς ηγέτες ως απαράδεκτους, έρχεται και η σειρά μας αφού ‘
εμείς, ο λαός, λειτουργήσαμε ανεύθυνα. Παραδοθήκαμε στην ευμάρεια, στον εύκολο πλουτισμό και στην καλοπέραση, επιδοθήκαμε στο εύκολο κέρδος και στην εξαπάτηση. Δεν προβληματισθήκαμε για την αλήθεια των πραγμάτων . . . Αντί λοιπόν για νόημα ζωής κυνηγήσαμε την ευμάρεια, την καλοπέραση, την οικονομική ισχύ. Όταν όμως δεν υπάρχει άλλο όραμα ζωής πέρα από την κατανάλωση, όταν ή οικονομική δύναμη και ή επίδειξη της γίνεται ό μόνος τρόπος κοινωνικής καταξίωσης, τότε ή διαφθορά είναι ό μόνος δρόμος ζωής, διότι διαφορετικά, αν δεν είσαι διεφθαρμένος, είσαι ανόητος’.
Μόνον ως εντυπωσιακή αυτοκριτική των Ιεραρχών μπορεί να σταθεί το απόσπασμα αυτό και κακώς εντάσσουν εαυτούς στον ‘
λαό’. Ορισμένες επαγγελματικές και κοινωνικές ομάδες έχουν σχέση με την ευμάρεια, την καλοπέραση, το κέρδος και την εξαπάτηση αλλά ο λαός, οι πολίτες, ως σύνολο όχι.
Και αφού φύγει από τον λαό ο συντάκτης του κειμένου , προχωρά στην διατύπωση-καταγγελία, στο τρίτο πρόσωπο, πως ‘
η αυθαίρετη απαίτηση δικαιωμάτων από συντεχνίες και κοινωνικές ομάδες, με πλήρη αδιαφορία για την κοινωνική συνοχή συνετέλεσαν κατά ένα μεγάλο μέρος στην σημερινή κατάσταση’. Υποπτεύομαι ότι αντί για ‘
δικαιωμάτων’ θα έπρεπε ο Ιεράρχης να γράψει ‘προνομίων’ αλλά το σφάλμα αυτό είναι αποκαλυπτικό της στρατευμένης -υπέρ της ‘νομιμότητας’- ιεραρχικής γλώσσας. Ακόμα και η διεκδίκηση των δικαιωμάτων των πολιτών που ενοχλεί την εξουσία, ενοχλεί και καταδικάζεται και από την Ιεραρχία, την στιγμή που θα έπρεπε να συμπαραστέκεται στην προσπάθεια των πολιτών! Όσο για τις διευκολύνσεις και τις ρουσφετολογικές προσλήψεις, οι ιεράρχες συμμετείχαν ενεργά και θεωρούσαν καθήκον τους να ‘βολέψουν’ κάποιον ενορίτη τους σε ποθητή θέση στο δημόσιο ή σε κάποια ΔΕΚΟ.
Σε αντίθεση με αυτό που γράφεται στο κείμενο (κι ευτυχώς, προσθέτω) η Εκκλησία δεν είναι ό μόνος οργανισμός πού μπορεί να σταθεί άμεσα δίπλα στον άνθρωπο και να τον στηρίξει. Το σημαντικό είναι οι πολίτες να ενισχύσουν τις συλλογικότητες που δραστηριοποιούνται στις κοινωνίες μας για την υπεράσπιση των δικαιωμάτων τους. Η Εκκλησία στην Ελλάδα, σε αντίθεση με την πολιτική θεολογία της Λατινικής Αμερικής, ήταν πάντα ‘νομοταγής’ και όταν εμφανιζόταν δίπλα στον αγωνιζόμενο πολίτη ήταν για να τον συμβουλέψει να ηρεμήσει και να γίνει πάλι καλός και υπάκουος στις διάτες της κάθε εξουσίας.
Προς το τέλος του κειμένου εκφράζεται η πραγματική αγωνία και το ενδιαφέρον του συντάκτη της προκήρυξης αυτής: ‘
την ενότητα μεταξύ των ποιμένων και του λαού έχουν στόχο οι έμποροι των λαών γι’ αυτό προσπαθούν να την ναρκοθετήσουν. Ξέρουν ότι άμα θα «πατάξουν» τον ποιμένα, εύκολα θα σκορπίσουν τα πρόβατα και θα τα υποτάξουν’. Το άλλο με τον Τοτό δεν ήταν τελικά καλύτερο.
Μπορεί οι πιστοί χριστιανοί να πρέπει θεολογικώς να γίνουν αμνοί αλλά οι πολίτες δεν είναι πρόβατα. Μέσα στην σύναξη των μαυροφορεμένων ποιμένων είναι συχνά οι έμποροι των λαών και οι λύκοι!
Υποκρισία και φαρισαϊσμός εφάμιλλος του Καρατζαφέρη, από κοινωνικά παράσιτα που ούτε ο αθυρόστομος Πάγκαλος τολμάει να χαρακτηρίσει ως άχρηστα και αντιπαραγωγικά. Όταν μάλιστα το κείμενο υπογράφεται από τον ιεράρχη του Βοιωτοπεδίου, που σε αλισβερίσι με τον ΓΑΠ υπέδειξε για Περιφερειάρχη αυτόν που ευθύνεται για την οικολογική καταστροφή της Βοιωτίας.
ΑπάντησηΔιαγραφή