Τετάρτη 28 Μαρτίου 2012

Γράμμα από την Γερμανία (2)



Στην Γερμανία επίσης, την χώρα με ισχυρή αυτοκινητοβιομηχανία, τα μέσα μαζικής μεταφοράς κυριαρχούν και κυρίως εκείνα της σταθερής τροχιάς, τραμ και τρένα. Το εκτεταμένο συγκοινωνιακό δίκτυο, που λειτουργεί όμως, επιτρέπει την ανάπτυξη των πόλεων και των χωριών σε ισορροπία και για αυτό δεν υπάρχουν τεράστιες πόλεις και φαινόμενα σαν τη δική μας Αττική όπου είναι μαζεμένο το 50% του πληθυσμού της χώρας μας.

Αλλά και οι άλλες υπηρεσίες όπως η ιατρική και νοσηλευτική φροντίδα, η εκπαίδευση, κλπ. είναι οργανωμένες έτσι ώστε να εξυπηρετείται ο πολίτης-καταναλωτής τους. Ο βασικός λόγος που έγιναν όλα αυτά είναι διότι οι βιομηχανικές επιχειρήσεις (το «κεφάλαιο» δηλαδή) ήθελαν ο εργάτης να πηγαίνει γρήγορα και εύκολα στην εργασία του. Η συνολική παραγωγικότητα είναι που επέβαλλε αυτό το μοντέλο σε συνδυασμό με τις διεκδικήσεις των ισχυρών συνδικάτων και χωρίς αμφιβολία την επίδραση από το τότε αντίπαλο δέος των Λαϊκοδημοκρατικών γειτονικών κρατών. Προφανώς αυτά όλα ήσαν καλά για του πολίτες. Έτσι δεν είναι;


Κατά καιρούς και ανάλογα με τις ιδεολογικές καταβολές και εmμονές της κάθε φορά κυβέρνησης, γίνονται προσπάθεια για αλλαγές – ειδικά τώρα με τον νεοφιλελευθερισμό επί τα χείρω κυρίως- αλλά ακόμα κι αυτές οι αλλαγές γίνονται εντός θεσμών και όχι εκτός!

Προφανώς και υπάρχει, εν παραλλήλω προς όλα αυτά, ο ιδιωτικός τομέας ο οποίος όμως δηλώνεται και είναι αποκλειστικά σχεδόν για τους εύπορους.

Αλλά αυτά κι άλλα τα ξέρεις ήδη ή τα έχεις ακούσει.

Εκείνο που με ενοχλεί ως Έλληνα, είναι ότι καθώς συνεργάζομαι μαζί τους διαπιστώνω ότι, ως μεμονωμένα άτομα, δεν είναι ούτε ως πρόσωπα ούτε ως επαγγελματίες καλύτεροι από εμένα και τους άλλους Έλληνες. Θα μπορούσα να ισχυριστώ το αντίθετο. 

Κι όμως η πραγματικότητα που τους κάνει να είναι εξαγωγείς ακριβών τεχνολογικών λύσεων, πείθει ότι κάνουν πολλά πράγματα σωστά αυτά τα πειθαρχημένα ανθρωπάκια. Καθώς τους παρατηρώ, ο τρόπος που εργάζονται, συντονισμένα και πειθαρχημένα και με σεβασμό στην σχετική αυτοτέλεια του ενός από τον άλλον, βεβαιώνομαι ότι η ενέργεια του ενός ενισχύει την προσπάθεια του άλλου και δεν την «πολεμάει».

Χρησιμοποιώντας ένα απλό μαθηματικό ανάλογο, θα έλεγα ότι αν κάθε ατομική προσπάθεια έχει ένα πρόσημο συν ή πλην, σε εκείνους το πρόσημο είναι το ίδιο αλλά όχι πάντα το ίδιο. Όταν είναι θετικό μεγαλουργούν και προοδεύουν κι αυτός είναι ο λόγος για την διαρκή παρουσία τους σε πνευματικό και υλικό πολιτισμό εδώ και δύο αιώνες τουλάχιστον. Όταν όμως το πρόσημο είναι αρνητικό, τότε κυριαρχούν αντιδραστικές δυνάμεις και ιδεολογίες και πάνε (και μας πάνε) κατά διαβόλου, όπως στην Χιτλερική περίοδο. Αλλά αυτό όμως είναι ενδιαφέρον θέμα για άλλη συζήτηση.

Όπως και νάναι, για καλό ή για κακό, στις κοινωνίες αυτές η ατομική προσπάθεια δεν μένει μονάδα αλλά γίνεται οργανικό μέρος ενός μεγαλύτερου αθροίσματος κι αυτό είναι που προσδίδει υψηλή προστιθέμενη αξία στα προϊόντα τους και τα κάνει ανταγωνιστικά στην παγκόσμια αγορά κι έτσι αποκτά προστιθέμενη αξία συνολικά η κοινωνία τους.  

Ειπωμένο αλλιώς, είναι σαν το πείραμα με τα ρινίσματα σιδήρου που κάναμε στο σχολείο. Τα σκορπισμένα κομματάκια μετάλλου στο χαρτόνι, μόλις βάζαμε από κάτω του τον μαγνήτη, έμπαιναν σε σειρά και σχημάτιζαν τις γραμμές σύμφωνα με το μαγνητικό πεδίο.

Γράφω αυτές τις σκέψεις και στέκομαι στα θετικά των κοινωνιών αυτών, όχι για να κολακέψω τα συστήματα τους αλλά για να υποστηρίξω ότι υπάρχει τρόπος να βελτιωθούν τα πράγματα σε εμάς κι ότι εμείς μπορούμε να τα κάνουμε καλύτερα.

Εκείνο που μας λείπει πρωτίστως, δεν είναι οι οικονομικοί πόροι αλλά η πίστη στο ότι τα πράγματα μπορούμε να τα αλλάξουμε εμείς. Δεν λείπει κάποιος χαρισματικός ηγέτης που θα σαλπίσει την «Νέα Αλλαγή» για πολλοστή φορά, αλλά απουσιάζει η βεβαιότητα ότι ο καθένας μας μπορεί και πρέπει να γίνει ηγέτης στον χώρο όπου δραστηριοποιείται. Γιατί είναι βέβαιο ότι ο καθένας μας έχει αίσθηση του τι είναι σωστό να γίνει κάθε φορά αλλά λίγο η αδράνεια λίγο η αδιαφορία οδηγεί στην παθητικότητα μας που όλοι μας καταγγέλλουμε στις μεταξύ μας συζητήσεις.

Σε εμάς, στην Ελλάδα, συνεχίζοντας το παράδειγμα που προανέφερα, τα πρόσημα μας είναι μπερδεμένα και μαγνήτης δεν εμφανίζεται. Ο καθείς μας πορεύεται με μια εντελώς προσωπική αίσθηση «ελευθερίας» που φτάνει ως την αυθαιρεσία ή τον ηρωισμό.

Από την αγνόηση του στοπ όταν το τρακτέρ βγαίνει σε δρόμος ταχείας κυκλοφορίας («στο χωριό μου έχω εγώ προτεραιότητα»), στα αυθαίρετα κτίσματα (στο Ηράκλειο της Κρήτης θεωρείται ντροπή –τρόπος του λέγειν-  να πάρεις άδεια από την πολεοδομία!), στις συγκοινωνίες (όπου όλοι θέλουμε εποχούμενοι στο δικό του αυτοκίνητο ο καθείς, κατά το δημώδες άσμα των Κολοκοτρωναίων «να πάμε στην εκκλησιά»), στο σβήσιμο πυρκαγιών, στις φυσικές καταστροφές, και σε κάθε δράση εκδηλώνονται με ακραίο τρόπο η ατομικιστική συμπεριφορά αυτή, θετική η αρνητική.

Προφανώς η αναποτελεσματικότητα –ας μην πως ανικανότητα- ορισμένων δημόσιων υπηρεσιών, ωθεί σε αυτή την συμπεριφορά αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να γίνεται αποδεκτή.

Η αδράνεια της Δικαιοσύνης - άλλο αστείο αυτό για την αποτελεσματική και γρήγορη ελληνική δικαιοσύνη στην οποία όλοι δηλώνουν εμπιστοσύνη- συχνά οδηγεί σε ατιμωρησία κι αυτή απλώς θεωρούμε ότι επιβραβεύει την «ελευθερία» αυτή. Παρομοίως η  ελαστικότητα στην τήρηση των νόμων και των κανονισμών απλώς δημιουργεί έναν κύκλο διαπραγμάτευσης με τον κάθε δημόσιο λειτουργό (αστυνομικό, υπάλληλο πολεοδομίας) με την επακόλουθη εξωθεσμική οικονομική «τακτοποίηση» που την λέμε «γρηγορόσημο», «φακελάκι», «λάδωμα». Αυτό στην Γερμανία συμβαίνει τόσο σπάνια που δεν αναφέρεται καν και αυτό πρέπει να τους το αναγνωρίσουμε ως πολύ θετικό.

Ο Έλληνας πολίτης προσπαθεί μόνος να βρει τη λύση στο χάος των δημόσιων οργανισμών όπου οι αρμοδιότητες τελούν εν συγχύσει και όπου χωρίς αξιολόγηση οι καλοί υπάλληλοι χωνεύονται στη σούπα της αδιαφορίας, της μετριότητας και της πολυνομίας. Χαμένος στους διαδρόμους απρόσωπων κτιρίων, εκτός επισήμων θεσμών αλλά εντός της παρέας ή της ευρύτερης οικογένειας των γνωστών και φίλων, στο τέλος ο ταλαιπωρημένος και απηυδισμένος πολίτης, πάντα κάποιον γνωστό γνωστού βρίσκει και με το «κατιτίς» του κάπως βολεύεται και σε κάποιον είναι ή νομίζει ότι είναι υποχρεωμένος. Κι αυτή η υπερηφάνεια του, που στριμώχτηκε από το βάρος της ανάγκης κι έγινε ρουσφέτι και «φακελάκι», αντί να οδηγήσει σε εξέγερση, έστω και προσωπική, δημιουργεί αισθήματα συνενοχής και σε μια ελληνική προσαρμογή του «συνδρόμου της Στοκχόλμης». Αισθήματα σχεδόν συμπάθειας αν όχι ευγνωμοσύνης, προς τον δημόσιο λειτουργό που «τον βοήθησε».

Συγκρίνοντας τους ελληνικούς οργανισμούς με εκείνους της Γερμανίας, πιστεύω ότι έχουμε τη γνώση για να προχωρήσουμε. Μάλιστα εμείς μπορούμε να βάλουμε εκείνη τη θέρμη και τη ζωντάνια στη παραγωγή που ίσως λείπει από τους πειθαρχημένους ψυχρούς έως απρόσωπους Τεύτονες, αρκεί όμως να μάθουμε το όριο ανάμεσα στη φιλική κι ευγενική εξυπηρέτηση και στον χαβαλέ και εκείνο ανάμεσα στην τήρηση νόμων και κανονισμών και στην αυταρχική συμπεριφορά.

Η αλλαγή αυτή δεν είναι θέμα χρημάτων και «κινήτρων» -κυρίως το ξαναλέω- αλλά υπόθεση παιδείας και καλλιέργειας που όμως μπορεί να αρχίσει εδώ και τώρα. Είναι υπόθεση πάθους για μια άλλη ποιότητα εξυπηρέτησης του πελάτη και στους ιδιωτικούς οργανισμούς αλλά και στους δημόσιους. Μάλιστα προσωπικά θεωρώ μια τέτοια κίνηση ποιοτικής αναβάθμισης των υπηρεσιών που παρέχονται στον πολίτη εξαιρετικά σημαντική από άποψη πολιτικού περιεχομένου κι όποιος οργανισμός ξεκινήσει κάτι τέτοιο μόνο οφέλη θα έχει.

Προσοχή! Δεν εννοώ την αστυνομικού τύπου καταγγελία και ρουφιανιά για τα κακώς κείμενα, αλλά στην επώνυμη υπεύθυνη διατύπωση άποψης για βελτίωση και την ενημέρωση και τον συντονισμό με όλους τους εμπλεκόμενους φορείς και προσωπικότητες.

Στις ιδιωτικές επιχειρήσεις ο όρος «εξυπηρέτηση πελάτη» ακούγεται λογικός και θεωρείται αναμενόμενος. Δεν είναι όμως. Δεν είμαστε εκπαιδευμένοι καταναλωτές και δεν απαιτούμε την εξυπηρέτηση που μας πρέπει κι όταν δεν την έχουμε, δεν ασκούμε τα δικαιώματα μας αλλά ενεργοποιούμε το «φιλότιμο» και αποχωρούμε.

Αντίστοιχα είναι τα πράγματα στην σχέση του πολίτη με το δημόσιο. Η ιδιότητα του «πελάτη», με καθαρώς λειτουργικό περιεχόμενο,  ισχύει για τον κάθε πολίτη που προσέρχεται να εξυπηρετηθεί σε δημόσια υπηρεσία. Κι εδώ ο πολίτης πρέπει να εξυπηρετείται φιλικά, γρήγορα και αποτελεσματικά και όχι να βρίσκεται αντιμέτωπος με δημόσιο λειτουργό ύφους εκατό καρδιναλίων που μιλάει άσχημα και υποτιμητικά.

Η βελτίωση της σχέσης του πολίτη με τις υπηρεσίες και η αναβάθμιση της ποιότητας τους, είναι εθνικής σημασίας για την εθνική οικονομία και την κοινωνική ανάπτυξη διότι πολλά εξαρτώνται από αυτές. Εάν στην κατεύθυνση αυτή μπορεί ο κάθε Ράιχενμπαχ να βοηθήσει μεταφέροντας σχετική τεχνογνωσία να ξεπεραστούν συσσωρευμένες αδράνειες και ύποπτες αντιδράσεις, είναι καλοδεχούμενος. Εάν όμως έρχεται να επιβάλλει ως κατακτητής για δικό τους όφελος, αλλότριους κανόνες, τότε οφείλουμε να αντιταχθούμε.  

Βλέπεις φίλε Ερμε, η βελτίωση σημαντικών πλευρών της καθημερινότητας του πολίτη, μπορεί να βολεύει και το «σύστημα» αλλά αυτός δεν είναι λόγος να τις απορρίπτουμε.

Ενάντια στις αλλαγές αυτές που απαιτεί η κοινή λογική και που θα αναβαθμίσουν ουσιαστικά τη ζωή μας, που είναι απολύτως ώριμες να γίνουν και που όλοι τις επιθυμούμε, στρέφεται μόνο όποιος δεν έχει να παρουσιάσει πιο ελκτικό μοντέλο ή αγνοεί το πόσα πολλά είναι ακόμα να γίνουν για να βελτιωθεί η ζωή μας. Εναντιώνεται μόνο εκείνος που αποβλέπει στην γενική δυσαρέσκεια για να «ψαρεύει» ψήφους διαμαρτυρίας στα θολά.

Νομίζει ο ηλίθιος –κι από ότι έχω καταλάβει είναι και κάποιοι φίλοι μας στην κατηγορία αυτή αλλά εμείς τους αγαπάμε- ότι στο κοινωνικό χάος που θα δημιουργηθεί και στο κλίμα της γενικής άρνησης που θα κυριαρχήσει, αυτός θα είναι ωφελημένος και ο νικητής. Αλλά θα είναι ο πρώτος που θα πέσει στον λάκκο της απαξίωσης των δημοκρατικών θεσμών και της κοινωνίας συνολικά.

3 σχόλια:

  1. Όσο θα δουλεύουν στο δημόσιο ακόμα εκείνοι που προσλήφθηκαν με ρουσφέτι από την πολιτική τάξη, το δημόσιο δεν θα μπορεί να λειτουργήσει όπως το θέλουμε. Και αυτό γιατί αυτοί οι υπάλληλοι συνήθως δεν έχουν τη γνώση και τις ικανότητες. Αντιθέτως εκείνοι που έχουν προσληφθεί μέσω ΑΣΕΠ είναι αρκετά παραγωγικοί και κατά κανόνα χαμηλότερα αμειβόμενοι από τις ...παλιοσειρές.
    Για τα αυθαίρετα κτίσματα αποκλειστικά υπεύθυνη είναι πάλι η έλλειψη ελέγχου από την Πολιτεία. Για τα περισσότερα από τα άλλα που αναφέρει ο φίλος σου έχω διαφορετική άποψη. Περισσότερο με αστειάκια μοιάζουν παρά με προβλήματα της καθημερινότητάς μας (τρακτέρ, προτεραιότητες, συγκοινωνίες, πυρκαγιές, φυσικές καταστροφές).
    Όσο για την καθοδήγηση που προτείνει από κάποιους τυχαίους Ράιχενμπαχ, αλίμονο αν δεν έχουμε δικούς μας άξιους τεχνοκράτες με γνώση των προβλημάτων μας, να δείξουν το δρόμο.
    Οι υποδομές είναι πραγματικά εξαιρετικές στην Γερμανία και εδώ υστερούν πολύ. Φαντάζομαι όμως ότι δεν θα απείχαν και πολύ οι δικές μας υποδομές αν δεν καταστρέφονταν στον Β΄ Παγκόσμιο. Οι υποδομές που καταστράφηκαν τότε αποτιμώνται σε 108 δις ευρώ χωρίς να συμπεριλαμβάνονται σε αυτά η υπεραξία και η ανάπτυξη που θα δημιουργούσαν αν υπήρχαν (gr.news.yahoo.com/162-104251324.html)
    Τέλος συμφωνώ στις διαπιστώσεις των τελευταίων επτά παραγράφων.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Καλησπέρα φίλε dp,

    Χαίρομαι πραγματικά τα σχόλια σου που είναι συγκεκριμένα και κατανοητά, Να ‘σαι καλά! Ξέρεις στην εποχή μας, το να μιλά κανείς συγκεκριμένα και να γράφει επίσης απλά και κατανοητά –και "λίγα" θα πρόσθετα αλλά δεν θέλω να με πληγώνω- δεν είναι σύνηθες.

    Από όσα λέει ο φίλος μου, εκείνο που εγώ θεωρώ πιο δύσκολο είναι αυτό της αλλαγής του τρόπου σκέπτεσθαι και κατ’ επέκταση της δημόσιας συμπεριφοράς όλων μας. Πρόκειται για πολιτισμική αλλαγή και είναι σαφώς η πιο δύσκολη απ’ όλες.
    Μια τέτοια αλλαγή φυσιολογικά απαιτεί συνεχή προσπάθεια για τουλάχιστον τρείς γενιές πολιτών κι εμείς πρέπει να το πετύχουμε τώρα! Δύσκολο.

    Βέβαια η αλλαγή αυτή στα μυαλά μας, θα έπρεπε να είναι στόχος εκείνων των πολιτικών δυνάμεων που θέλουν την ριζική μεταβολή στο οικονομικό και κοινωνικό μας σύστημα αλλά δεν το βλέπω. Ούτε καν στους πολύ δικούς τους ανθρώπους και μέλη των οργανώσεων τους δεν το έχουν καταφέρει αφού σε τίποτα δεν ξεχωρίσουν θετικά από τους υπόλοιπους.

    Όταν θέλεις να αλλάξεις τον κόσμο πρέπει να το κάνεις και όχι να περιμένεις να αλλάξει όταν κι εφόσον αλλάξουν οι «αντικειμενικές συνθήκες» κατά το εγχειρίδιο ιστορικού υλισμού. Διότι, στις σύγχρονες δημοκρατικές κοινωνίες, πριν αναλάβεις να κυβερνήσεις έναν λαό –ή καλύτερα για λογαριασμό του- πρέπει να έχεις ξεκαθαρίσει μέσα σου και προς τα έξω σου, το πώς και το πότε θα το κάνεις. Διαφορετικά η όλη προσπάθεια δεν θα έχει αποτέλεσμα, αφού το «πολιτικό κόστος», δηλαδή η προσκόλληση των πολιτών σε αξίες και συμπεριφορές παρελθόντος, θα σε εμποδίζει να προχωρήσεις.

    Και τότε, είτε θα τα παρατήσεις και θα ιδιωτέψεις διακριτικά περιμένοντας να σου τηλεφωνήσει η πατρίδα να τη σώσεις ως εθνάρχης, είτε η φιλοδοξία σου «να σώσεις αυτό τον τόπο» και «να σε γράψει η ιστορία», θα σε πείσει να γίνει αποτελεσματικός οπότε θα αποκτήσεις «σιδηρά χείρα» και θα «καθαρίσεις την κόπρο του παρελθόντος» με ότι αυτό συνεπάγεται για τις ζωές των υπηκόων σου πλέον –και όχι πολιτών.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Επειδή τα έχετε πει όλα. Και σχεδόν τα έχετε αναπτύξει ποικιλοτρόπως, επιτρέψτε μια λαϊκίστικη παρατήρηση. Οι βορειοευρωπαίοι είναι σαν πεθαμένοι νότιοι. Πιο άσπροι και ήσυχοι σαν να έχει συμβεί κάτι.

    Ισπανοί, Ιταλοί και Έλληνες φωνάζουν σαν να τσακώνονται. Το ότι το βλέπει μόνο στους Έλληνες ο φίλος από το Θεσπιεμπουργκ σημαίνει ότι ούτε αυτός σέβεται τον εαυτό του. Δηλαδή το πολιτιστικό του υπόβαθρο, το Ελληνικό.

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Διάφορα