Κανονικά
θα έπρεπε τώρα προεκλογικά να αναλύσουμε τα προεκλογικά προγράμματα των
κομμάτων που διεκδικούν την ψήφο μας και αφού συσκεφτούμε με τον εαυτό μας να
αποφασίσουμε το τι θα ψηφίσουμε. Όμως σε όλη την μεταπολιτευτική περίοδο που
όλο τελειώνει, εκπαιδευτήκαμε όλοι μας να μη πιστεύουμε τα προεκλογικά λόγια.
Έχουμε γίνει εντελώς «εμπειριστές» και αφηνόμαστε στην επήρεια του περιρρέοντος
λόγου των τηλε-ειδικών και μεγαλοπαραγόντων για να γίνουμε συχνά αγανακτισμένοι
κοψοχέρηδες.
Τα
τελευταία χρόνια, από το 2004 και μετά, ζήσαμε μια πορεία ολικής κατάπτωσης.
Από το κλέος της Ολυμπιάδας του 2004 στο παγκόσμιο ρεζιλίκι του 2011. Διότι δεν
υπάρχει μεγαλύτερη ξεφτίλα και καταστροφή του εθνικού μας «κούτελου» από το να
μιλάνε όλοι παγκοσμίως για το πόση ζημιά προκαλεί η Ελλάδα στους δανειστές ανά
τον κόσμο. Ας μη μπούμε τώρα στις λεπτομέρειες στο ποίος δηλαδή φταίει αλλά ας
συμφωνήσουμε ότι για τους ξένους, το όνομα «Ελλάδα» κι «Έλληνας» έχει χάσει την
αίγλη του.
Σε
τούτη την προεκλογική περίοδο που ξεκίνησε από τα μέσα Απριλίου 2012 και
κρατάει καλά, πολλά έχει να μας πει η στάση εκείνων των πολιτικών δυνάμεων που
για πολλά χρόνια τους αναθέσαμε την διακυβέρνηση της χώρας. Από όποια μεριά κι
αν το δούμε, απέτυχαν απαξάπαντες παταγωδώς. Απέτυχαν και με τα δικά τους μέτρα
και σταθμά: ό,τι υποσχέθηκαν ότι θα κάνουν και θα επιτύχουν δεν το έκαναν. Όλη
τους η εφευρετικότητα περιορίστηκε στην παρουσίαση δικαιολογιών που θα κάλυπταν
την ανικανότητα τους.
Ακόμα
κι οι δικοί τους, οι ξένοι πιστωτές μας δεν τους πιστεύουν πλέον και ως ύστατο
κίνητρο τους έβαλαν να δηλώσουν εγγράφως την δέσμευσή τους. Κι εκείνοι χωρίς
τσίπα το έκαναν και πάλι απογοήτευσαν «τα αφεντικά»!
Κι
όταν οι ξένοι τους επέβαλαν να κάνουν την κυβέρνηση Παπαδήμου που διέθετε
ισχυρή κοινοβουλευτική πλειοψηφία, πάλι αποδείχτηκαν ανίκανοι να επιτύχουν τα
αποτελέσματα που είχαν υποσχεθεί. Πριν κλείσει το 6μηνο τα
αποτελέσματα είναι καταθλιπτικά και είναι ανίκανοι να εξηγήσουν την
αποτυχία τους.
Τα
χρόνια του Μνημονίου είναι ένα τεράστιο πείραμα κοινωνικού καταναγκασμού και
κανείς από εκείνους που το σχεδίασαν και υλοποίησαν δεν τολμά να κάνει
ουσιαστικό απολογισμό. Και μόνο για αυτό χρειάζονται μαύρισμα!
Προφανώς
και οι πολίτες έχουν αγριέψει και στρέφονται αλλού. Κι εκείνοι τι κάνουν; Αντί
να μετανοήσουν (με την θρησκευτική έννοια του όρου) και να προβάλλουν τα θετικά
σημεία της πολιτικής που πρόκειται να εφαρμόσουν, κουνάνε ξεφτισμένα σκονισμένα
σκιάχτρα από την περίοδο του Εμφυλίου πολέμου και των χρόνων που όλοι νομίσαμε
ότι μετά το 1981 τα είχαμε ξεχάσει. Αυτή η αναζήτηση δυναμισμού δια της
επιστροφής τους στο παρελθόν, είναι από μόνη της αρκετή για να τους καταδικάσει
πολιτικά.
Πριν
ανοίξει το στόμα του κάποιος εκ των ΣαμαροΒενιζέλων θα πρέπει να εξηγήσει την
αποτυχία της ασκημένης πολιτικής. Τι έφταιξε; Το βέβαιο είναι ότι ο λαός δεν
έφταιξε αλλά με αξιοθαύμαστη ωριμότητα –έτσι λέμε την γαϊδουρινή υπομονή-
δέχτηκε τις επιπτώσεις κι ακόμα δεν έχει καταλάβει ως που θα φτάσει.
Οπότε
στο ερώτημα εάν
υπάρχει δεξιά ή αριστερή πολιτική για την έξοδο από την κρίση η απάντηση
είναι ότι πρέπει να υπάρχει. Είμαστε σε αναζήτηση νέου εθνικού παραγωγικού μοντέλου
και είναι λυπηρό που στις προτάσεις που έχουν πέσει στο τραπέζι είναι μόνο της
Αριστεράς. Στις ασαφείς –που ελπίζω να γίνουν πιο συγκεκριμένες οσονούπω-
προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ, ο αντίλογος είναι ένα κάλεσμα φοβικό προς «νοικοκυραίους»
που απειλούνται.
Μα
εκείνοι, η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ, «σακάτεψαν» οικονομικά και κοινωνικά εκείνους τους
«νοικοκυραίους» που θα μπορούσαν να είναι η εκλογική τους βάση: ιδιοκτήτες
καταστημάτων, αγρότες, συνταξιούχους, βιοτέχνες, μικρούς επιχειρηματίες.
Για
τους διοικούντες αυτή την χώρα, ως δικαιολογία της αποτυχίας τους γίνεται στο
άρθρο που προανέφερα, η διαπίστωση «Έμφοβο,
όπως πάντα, το πολιτικό σύστημα, μπροστά στην επικοινωνιακή υπεροχή της
Αριστεράς –και των χρήσιμων ηλιθίων της–, συμμαζεύτηκε. Ποτέ δεν καταστρώθηκε
ένα ολοκληρωμένο σχέδιο» απλώς επιβεβαιώνει την αδυναμία όλων των έως
σήμερα «συστημικών» πολιτικών να διαχειριστούν με αποτελεσματικότητα όσα
υποσχέθηκαν κάθε προεκλογική περίοδο στους πολίτες.
Δεν
είναι η «λαϊκιστική Αριστερά», ο ΣΥΡΙΖΑ σήμερα ή το ΚΚΕ χθες, το πρόβλημα αλλά
η δική τους ανεπάρκεια στο να εμπιστευτούν τους πολίτες και να υλοποιήσουν μαζί
τους όλα εκείνα που έχει ανάγκη ο τόπος. Πάντα ζητούσαν την ανάθεση της
διακυβέρνησης της χώρας από τους πολίτες κατ’ αποκλειστικότητα και ο λαός τούς
την έδινε κι αυτοί μετά, χάνονταν στους κυβερνητικούς διαδρόμους και στα
τηλεκανάλια κι εμφανίζονταν πάλι την επόμενη προεκλογική περίοδο για να
ζητήσουν «επαναβεβαίωση της εμπιστοσύνης» από τους πολίτες. Κι οι πολίτες και
πάλι το έκαναν.
Τώρα
όμως έχουν μπερδευτεί και δεν τους έχει μείνει χρήμα για να αυτοπαραμυθιάζονται
κι από πάνω, δεν ξέρουν πώς να μοιράσουν χρονικά τις ευθύνες ανάμεσα σε ΝΔ και
ΠΑΣΟΚ. Προτιμούν να τους στείλουν όλους κατά διαβόλου ακόμα και με
αυτοκαταστροφικούς ιδεασμούς. Διότι όταν η ΝΔ των νοικοκυραίων, στην χωρίς
νόημα διεκδίκηση της εξουσίας, επισείει το φάντασμα του κομμουνισμού ως ύστατο
επιχείρημα, πολλοί από τους πολίτες είναι φυσικό να προτιμήσουν μια πιο γκα γκα
πολιτική αντι-κομμουνισμού σαν εκείνη της ΧΑ.
Οι
παραδοσιακοί «συστημικοί» πολιτικοί, έβλεπαν στους πολίτες ψηφοφόρους και όχι
πολίτες. Για αυτό ακριβώς και οι προτάσεις τους ήταν στο πόδι φτιαγμένες
(«θέλουμε δρόμο – θα σας φτιάξουμε δρόμο»), για να χαϊδέψουν τα αυτιά όσων
περίμεναν να «χαρούν» από την «νίκη μας» με κάποια θέση στο Δημόσιο. Εκείνοι,
οι πολιτικοί της αλλαγής ή του φιλελευθερισμού «εκπαίδευσαν» τους πολίτες στο
να αποδέχονται την εύνοια της εξουσίας χωρίς να αναλογίζονται το κοινωνικό
κόστος και την αναξιοκρατία που έριχνε θεμέλια στα μυαλά τους και εξαφάνιζε τις
ηθικές αξίες.
Η
Αριστερά που χρειαζόμαστε είναι εκείνη της ειλικρίνειας προς τους πολίτες. Που
δεν θα κουνάει το δάκτυλο σαν δασκάλα για να τους υποδείχνει ποιο είναι το
σωστό, αλλά θα συνεργαστεί μαζί τους για την δημιουργία εκείνου του εργασιακού
ήθους που κάποτε υπήρχε και τώρα έχει γίνει μια μακρινή χαμένη παράδοση.
Μας
χρειάζεται μια Αριστερά που θα δώσει ένα όραμα, όχι βαρύγδουπο και με ιστορικό
βάρος ασήκωτο αλλά όσο χρειάζεται για να κάνει όλους μας να πιστέψουμε πάλι
στην δύναμη των χεριών και του μυαλού μας και στο ότι αυτά είναι που παράγουν
την όποια αξία θα δημιουργηθεί στην πατρίδα μας.
Έχουμε
όσο τίποτα άλλο ανάγκη μια Αριστερά που θα μπορέσει να μας σηκώσει πάνω από
ξεπερασμένους πολιτικούς διαχωρισμούς που στηρίζονται σε κάλπικες και ανώφελες
ιδεοληψίες και θα στρέψει όλων μας την προσοχή σε ότι είναι κοινό πρόβλημα που
όλοι μαζί μπορούμε να λύσουμε.
Δεν
ξέρω αν ο ΣΥΡΙΖΑ, η ΔΗΜΑΡ και κάποιοι ξέμπαρκοι σοσιαλιστές θα καταφέρουν να είναι
η Αριστερά που μας χρειάζεται αλλά είναι βέβαιο ότι εάν αποδειχτούν κατώτεροι
των περιστάσεων δεν μας έχει μείνει ούτε ο χρόνος ούτε η αντοχή για να κάνουμε
κάτι άλλο.
Εδώ θα έρθω και θα συμφωνήσω μαζί σου Έρμε.
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ ιστορικότητα των επιλογών και το κομβικό του σημείου που διανύουμε αφορούν σε απότομες αλλαγές στον τρόπο διαβίωσης και επιβίωσης των Ελλήνων. Ακόμη τίθενται ζητήματα ειρήνης και ασφάλειας.
Ώρα χείλος.
Η επιλογή ανάμεσα στην αποδεδειγμένη εκπροσώπηση των τραπεζικών ελίτ μέσα από τους Σαμαροβενιζέλους, όπως λες, και η επιλογή της εκπροσώπησής μας από έναν απροετοίμαστο καθιστά μέρος ελληνικής τραγωδίας.
Η μεγαλύτερη τραγωδία, όμως, δεν είναι το γεγονός αυτό αλλά το ότι επειδή τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ δεν ανήκουν στην ελίτ των κέντρων εξουσίας, φέρνει λυσσαλέα απέναντί τους όλη την Ευρωπαϊκή Τραπεζική (άρα και πολιτική) ελίτ.
Το γεγονός ότι οι Σαμαροβενιζέλοι αποδέχτηκαν να γίνουμε το Greek Experiment (Economist & ΓΑΠ στο TIME) δεν επιτρέπει να βγούμε με Αριστερή και χωρίς συναλλαγή Κυβέρνηση. Γιατί αν βγει μια τέτοια Κυβέρνηση θα δεχθεί ανελέητο πόλεμο. Γιατί το πείραμα πρέπει να πετύχει μέσα από την ελληνική κοινωνική αποτυχία. Η δυστυχία μας για την επιτυχία τους.
Ο δρόμος της Αρετής είναι ο δύσκολος. Αλλά, άντε διάλεξέ τον.
Αν αποδειχθεί μπουρδέλο ο ΣΥΡΙΖΑ, τη γαμήσαμε.